Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2010

Ποιος ήμουν, από πού ερχόμουν, που πήγαινα;



Πίνακας: John McNamara

Βαθμιαία, εδώ και αιώνες, οι Έλληνες απομακρύνονταν από όλα όσα τους έκαναν να σκέφτονται. Βρίσκοντας στην θαλπωρή του “Θείου” μια βολική απάντηση για όλα, ξέχασαν να αναγνωρίζουν στα επιμόνως τεθέντα ερωτήματα του σύμπαντος τις δύστροπες και απόκρημνες αφετηρίες των αναζητήσεων τους. Οι οιμωγές των αρχιερατών και οι σπαρακτικές θρηνολογίες των θυσιασμένων μαρτύρων επιτέλεσαν το σχισματικό ρόλο τους, καθιερώνοντας την θρηνητική πλήξη της θρησκείας ως εθνική μοιρολατρία και ενοχή άνευ ακροάσεως. Έτσι καμιά ουτοπία δεν μπορεί υποθετικά να κατακτηθεί χωρίς πλήρη εξαναγκασμό του πνεύματος σε αχρησία με άνευ όρων θυσία της λογικής επεξεργασίας.

Αυτή η ευτυχία λοιπόν, που πλανάται κάπου στον αέρα ως μια δυνατότητα αυτενέργειας, είναι στην πραγματικότητα μια απολύτως παθητική κατάσταση για το σώμα την ψυχή και το μυαλό, στα όρια της απροσπάθειας. Όμως, δεν είναι μια χαρούμενη ευτυχία. Είναι περισσότερο η υπόσχεση μιας ανενόχλητης οκνηρίας. Είναι ο παράδεισος της απόλυτης, αναντίστατης παράδοσης. Της άφεσης των αμαρτιών της λογικής σκέψης.
Λοιπόν, στα χρόνια της πολύμορφης κρίσης, ο Έλληνας κάνει και ένα βήμα επιπλέον. Αποστασιοποιείται πλέον κι απ όσα τον κάνουν να αισθάνεται.
Έτσι απομένει μια περιφερόμενη εικόνα σαν κι αυτές που ικετεύει στις Εκκλησίες μπροστά στην οποίο προσεύχεται με ευσέβεια και πρόστυχη ταπεινοφροσύνη για ένα μέλλον που χωρά μόνο τον ίδιο και τα αποκτήματά του.
Μοιάζοντας με ένα διαρκές one stand night με την γοητευτική σκιά του,
η λατρεία του ειδώλου του, ο νέος ναρκισσισμός, απέχει παρασσάγγας από την εκλογικευμένη αγάπη του εαυτού του.

Έτσι σαν μαριονέτα στα χέρια ενός βαριεστημένου Τζεπέτο, που ξεχνώντας τις κινήσεις του πολύχρωμου ρεπερτορίου του αναζητάει τη χαμένη του μνήμη στην αναζήτηση μιας απρόθυμης αισιοδοξίας χωρίς όνομα και σχήμα, ο Έλληνας αυτοσχεδιάζει με μηδενιστικές κινήσεις που ισοπεδώνουν χωρίς διάκριση στο διάβα τους θετικές και αρνητικές νομοτέλειες, διατηρώντας ζωντανό το πρόσχημα της δημιουργίας μια εντελώς διαφορετικής πραγματικότητας. Αυτής της απολυτότητας που δεν επιτρέπει την αναδιάταξη της υπάρχουσας πραγματικότητας ούτε κατά κεραία. Έτσι, αφού δεν μπορούν να αλλάξουν εντελώς τα πράγματα, μένουν ακριβώς όπως είναι.
Επειδή λοιπόν αυτός ο άνθρωπος του παρελθόντος δεν κατάφερε ποτέ να βρει, ποιος ήταν, από πού ερχόταν και που πήγαινε, σήμερα έχει στραφεί με θρησκευτικό πάθος στον κυνισμό. Μια διαβρωτική δύναμη απόλυτα συναινετική με τα προαπαιτούμενα που θέτει η εποχή της εικόνας, που αποτελεί ταυτόχρονα εξιδανίκευση και εξωραϊσμό της θρησκείας του αενάως ανολοκλήρωτου. Προκαλώντας έτσι διαρκώς τον πρόωρο τερματισμό κάθε καινούργιας αρχής και την κατάπαυση κάθε δροσερής ελπίδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου