Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Ένας ψύλλος ήρθε απόψε απ τα παλιά


Ο στρατός είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εφεύρεση του ανθρώπου. Στη λίστα των μεγαλύτερων επινοήσεων ψηλότερά του είναι μόνο το ασανσέρ σε ουρανοξύστη του Ντουμπάι. Και φυσικά ο Ελληνικός Στρατός, αποτελεί ένα θεμελιώδες κεφάλαιο στην ιστορία των στρατών.

Υπάρχουν βέβαια και άλλες υπέροχες εφευρέσεις, όπως η ψηλοτάκουνη γόβα του Ντα Βίντσι, που προσομοιάζει λίγο ως το αντίστοιχο της σκοπιάς, μόνο που εμείς δε φυλούμε σκοπιά για να νιώθουμε ψηλότεροι ή πιο ερωτικοί, αλλά γιατί μας έπεισαν ότι την απαίτησε,κατά κάποιο τρόπο, ο εξελιγκτιστής Δαρβίνος, ή το φιλί με σφιγμένα χείλη στα παιδικά πάρτι, χωρίς να ξεχνούμε τη «στημένη» μπουκάλα όπου πραγματοποιούσαμε ελεγχόμενες κινήσεις ώστε να φιλήσουμε αυτή που θέλαμε, η οποία τελικά τύχαινε να ήταν αυτή που μας φιλούσε με συνοφρυωμένα χείλη, ή επίσης μια υπέροχη εφεύρεση είναι και η συγχώνευση μεταξύ ανόμοιων προσώπων που ονομάζεται από την εκκλησία και το κράτος, γάμος.

Ο στρατός, από την άλλη μεριά, δεν μοιάζει με τίποτα από όλα αυτά, καθώς είναι θεσμός, ειρηνικός, εικονικός και ανέμελος, που δεν μιμείται την αγριότητα των πλασμάτων της φύσης, αλλά την αναπαράγει ως βελτιωμένη εντύπωση, προάγοντας το πνεύμα του Γκάντι και την αδιαμαρτύρητη υποταγή στην ακινησία, ενώ σου εμφυσάει αξίες, όπως η πρωινή αναφορά στην οποία καταμετρώνται οι επιζώντες από την κραιπάλη της βραδινής εξόδου ή το προσκλητήριο της βραδινής αναφοράς όπου γίνεται ένας απολογισμός της ημέρας διάρκειας το πολύ δώδεκα δευτερολέπτων.
Εκεί, όπου ο αξιωματικός υπηρεσίας, καμιά φορά σε αναζήτηση κάποιας συγκλονιστικής εξέλιξης, λέει: «Ρε παιδιά, πείτε κάτι. Δεν μπορεί να μην συνέβη τίποτα άξιον αναφοράς, ολόκληρη τη νύχτα» λες και αναφερόταν σε πολικές νύχτες διάρκειας κάποιων μηνών. Για να δεχτεί συχνά κάποια απάντηση από τον περίφημο πρόθυμο του στυλ ότι «ολονυχτίς έτριζαν οι σωλήνες της θέρμανσης ή ότι καλό θα ήταν να μην στεγνώνουν στο καλοριφέρ τις κάλτσες τους όταν τις πλένουν».

Η παράδοση μας πληροφορεί ότι ο στρατός, όπως τον γνωρίζουμε, επινοήθηκε από τα πανάρχαια χρόνια, όχι ως μέσο αποτρεπτικής δυνατότητας, άλλωστε τα ξάγρυπνα κάστρα τα κατάφερναν περίφημα σ αυτό, αλλά μάλλον ως μέσο επίθεσης, επιβολής και επικράτησης.

Αν η ιστορία λοιπόν για μια φορά είναι ακριβής ο στρατός ξεκίνησε σαν ένας ανθρώπινος αντιπερισπασμός, ώστε να αποσπάται η προσοχή των μαζών από τα ειρηνικά τους καθήκοντα και την αγάπη και να δράττουν την ευκαιρία να εξασκηθούν στην επιχειρηματικότητα οι ύαινες της κερδοφορίας.

Εξελίχθηκε όμως σε πραγματικό επίτευγμα μόλις στις ημέρες μας, όπου εκτίναξε στα ύψη τη δόξα του ανθρώπινου είδους, αντικαθιστώντας τα μάντρας της ανατολής με ατελείωτες κοπροσυζητήσεις, τη γιόγκα με τη ρέκλα του ΚΨΜ, το μπαρούτι με τις αποθήκες των σιτιστών, την πράξη γενικά από την επίφασή της κι αν η τέχνη κατά Πλάτωνα είναι μίμηση δευτέρου βαθμού, δηλαδή μίμηση της απομίμησης, ο στρατός αυτό το άνθος του πολιτισμένου κόσμου μιμείται μόνο τον εαυτό του, την ώρα που πολλοί θεσμοί προσπαθούν ανεπιτυχώς να τον μιμηθούν.

Εντάξει, καμιά φορά συμβαίνουν και ορισμένα αξιοσημείωτα πράγματα, ας μην είμαστε άδικοι. Όχι, φυσικά του διαμετρήματος που τους προσδίδουν όταν τα περιγράφουν αυτοί που απολύθηκαν, που συχνά συμπεριφέρονται σαν να έχουν μόλις επιστρέψει από έναν κολασμένο τόπο μαζί με τον Τζον Ράμπο, τον οποίο άφησαν ακριβώς στην διασταύρωση όπου ξεκινάει η πρώτη ταινία, μπαρουτοκαπνισμένοι και έτοιμοι για όλα, όταν στην πραγματικότητα το μόνο που απέκτησαν είναι η τεχνογνωσία της ασυνείδητης υπομονής, προσόν απαραίτητο μόνο για όσους περιμένουν το ουίσκι να ωριμάσει σε κάποιο αποστακτήριο του Τέννεσι.

Το καλύτερο κομμάτι λοιπόν του στρατού για εμένα δεν ήταν ούτε οι σανσκριτικές αφιερώσεις αγάπης που κοσμούσαν τους μουχλιασμένους τοίχους και περιέβαλλαν με μια ξεχασμένη και λίγο ακατάληπτη τρυφερότητα τις βιαστικές εκκενώσεις μας στις τουαλέτες της οργής, ούτε η σπαστικότητα 4.000 ετών στρατογκαβλίασης που ξεκινά από τις ατραπούς των πρωτόγονων, άγριων, πυγμαίων και κανιβάλων για να φτάσει στις σύγχρονες μορφές οργάνωσης όπου η διατήρηση μιας παγιωμένης παράδοσης από ευλαβικούς λάτρεις του πρωτοκόλλου, δημοσίους υπαλλήλους, μοιάζουν με τη συνήθεια κάποιων μοναχικών ηλικιωμένων γυναικών που πλέκουν στον αέρα χωρίς βελόνες πλεξίματος και μαλλί, ακολουθώντας με αφοσίωση τα χέρια τους σε μια τυφλή συνήθεια δεκαετιών.

Το must του στρατού δεν είναι άλλο από τον πόλεμο εναντίον των ψύλλων και των κοριών, όπως ξέρουν να τον κηρύσσουν τα σαββατοκύριακα μονάχα αυτοί που έχουν εμμονές με τους κοριούς, που βλέπουν παντού κοριούς, οι κοριολάνοι, οι κοριόγκαβλοι , οι κυνηγοί κοριοκεφαλών που έχουν τάσεις καταδίωξης από κοριούς και που όταν απολύονται συχνά επιστρέφουν στο στρατό ως μόνιμοι για να ολοκληρώσουν το θεάρεστο έργο της εξαφάνισης αυτών των εντόμων, επειδή αποτυγχάνουν να προσαρμοστούν σ ένα κόσμο απαλλαγμένο από κοριούς, σαν σύγχρονοι δον κιχώτες που επιτίθενται σε έναν ανεμόμυλο επειδή είδαν επάνω του έναν κοριό. Κι ακολουθούν, το πετρελαίωμα των κρεβατιών, η παράδοση των μολυσμένων στρωμάτων στο παρανάλωμα της φωτιάς, η διασπορά της μυρωδιάς του καμένου στον αέρα όταν γυρίζεις από τη σκοπιά και διαπιστώνεις ότι μεταξύ όλων των μολυσμένων στρωμάτων έχουν κάψει και το δικό σου που ήδη είχε αρχίσει να παίρνει το σχήμα του σώματός σου και τις σκληρές καμπύλες των σάρκινων επιφανειών σου, αναγκάζοντάς σε να παραβιάσεις την προσωπική σου εκεχειρία με τα έντομα.
Καμιά άλλη εφεύρεση λοιπόν σαν τον στρατό. Μόνο τα ασανσέρ στους ουρανοξύστες του Ντουμπάι την έχουν ξεπεράσει.

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Που πας Παπανδρέου με τέτοιο καιρό;


Πριν από μόλις επτά χρόνια, ο πρώην πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, αναλάμβανε μια σημαντική αποστολή μέσα στο κόμμα του, να αλλάξει τις παγιωμένες δομές του, το έμψυχο δυναμικό και τις συνήθειες δεκαετιών, να πραγματοποίησει μεγάλα ανοίγματα προς τις άλαλες δυνάμεις του τόπου.

Ήταν η ευγενής φωνή του που έπειθε ανθρώπους διαφορετικών τάσεων για την αποφασιστικότητα που τον διέπνεε και που αναθέρμανε πολιτικές σχέσεις, αναζωπύρωνε πολιτικές πρακτικές, προσκαλούσε πολιτικούς αντιπάλους με συγγενικές πολιτικές ηθικές, οι οποίοι βρίσκονταν στα δειλινά της ιδεολογικής τους περιπλάνησης να δοκιμάσουν την θαλπωρή του νέου κινήματος που υποσχόταν, ενώ την ίδια περίοδο εξηγούσε στα διεθνή φόρα ότι η αδηφάγα φύση των αγορών βρισκόταν ήδη προ των πυλών κι ότι μόνο η ανόρθωση ενός πνεύματος αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και κυβερνήσεων θα υψωνόταν ως ανάχωμα στην επέλαση της βαρβαρότητας. Ο ορεξάτος πολιτικός παρουσίασε μ έναν φρέσκο τρόπο ένα αίτημα δεκαετιών: την ανάγκη επικράτησης της κοινωνικής δικαιοσύνης ως μέσου επιβίωσης των κοινωνιών, την αντιμετώπιση της διάλυσης των προνοιακών δομών την αποκατάσταση ενός κράτους δικαίου που θα φρόντιζε να συνδιαλέγεται αρμονικά με όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως. Παράλληλα, έκανε έκκληση στους ανθρώπους της διανόησης και της τέχνης, την υγιή επιχειρηματικότητα και τους ανήσυχους επιστήμονες να τολμήσουν να μπούνε στην πολιτική, να πάρουν οι ίδιοι τις τύχες της χώρας στα χέρια τους και να την αλλάξουν. Η λέξη αλλαγή κυριαρχούσε σε κάθε αναφορά του, όπως ακριβώς και στο λεξιλόγιο του πατέρα του. Μίλησε ακόμα για πράσινη ανάπτυξη, δημιουργίες οικονομιών κλίμακας, κάλυψη του χαμένου εδάφους στην κούρσα της τεχνολογικής προσαρμογής και άλλα όμορφα και ελπιδοφόρα πράγματα που δεν έμειναν απλώς στα λόγια, αλλά στις προθέσεις, ένεκα της τρομακτικής ύφεσης αλλά και της ακόμα μεγαλύτερης ατολμίας του. Καταλαμβάνοντας τον πρωθυπουργικό θώκο ο πρώην πρωθυπουργός έκανε εν μέρει πράξη τα υποσχεθέντα και χρησιμοποίησε νέο αίμα στο κυβερνητικό σχήμα αξιοποιώντας όμως παλιούς εξωκομματικούς συνεργάτες και φίλους σε νευραλγικές θέσεις και κρίσιμα πόστα με κριτήριο προφανώς περισσότερο τη γνωριμία και την εμπιστοσύνη παρά την αξιοσύνη.
Και παράλληλα ο τότε ξαναμμένος πολιτικός δεν προειδοποίησε σχετικά καθόλου για την απότομη μεταστροφή της πολιτικής ατζέντας και την εξουθενωτική προσαρμογή του πολιτικού του λεξιλογίου στο ασφυκτικό πλαίσιο της νέας συγκυρίας, έστω και αν η αφετηρία της διακυβέρνησής του τοποθετήθηκε σε χώρο αχαρτογράφητο και βαλτώδη , πολλά χιλιόμετρα ξωπίσω απ όσο ανέμενε. Αναγκαία λιτότητα, περικοπές, αναπροσαρμογή, αναδιάρθρωση, αποφυγή χρεοκοπίας, καταστροφή, μετακύλιση, κούρεμα, συμβάσεις κα είναι μερικά μόνο από τα σχήματα που κοσμούσαν τον νέο του λόγο. Και τελικά, μέσα σε δύο μόλις χρόνια από την εκλογή του τα αποτελέσματα είναι πραγματικά θεαματικά. Εκτίναξη της ανεργίας σε δυσθεώρητα ύψη, εξάπλωση της φτώχειας, μεγιστοποίηση της ανασφάλειας σε πρωτοφανή μεγέθη, επικράτηση της αβεβαιότητας και της απελπισίας, διαιώνιση της τεχνολογικής υστέρησης, εγκατάλειψη των φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών στο όνομα μιας ανάπτυξης δίχως όρους. Και από την άλλη η σωτηρία από τη χρεοκοπία μιας πατρίδας που έχει γίνει ήδη έννοια ενοχλητική για εκατομμύρια ανθρώπων που ζούνε στα όρια τα διαχωριστικών γραμμών μεταξύ αξιοπρέπειας και δουλοφροσύνης στα ληθαργικά μονοπάτια της πολιτικής απραξίας.

Μετά την εκλογή του οι στόχοι του Παπανδρέου συρρικνώθηκαν δραματικά, το όραμα του μετασχηματίστηκε ακαριαίως και εν μία νυκτί έγινε το ίδιο φοβικός και φοβιστικός με αυτούς που κατηγορούσε. Μέσα σε δύο μόλις χρόνια το όραμα για τη δημιουργία της Δανίας του νότου αντικαταστάθηκε από την αποφασιστική δέσμευσή του να μην γίνει η Ελλάδα η Ινδία της Ευρώπης. Αλλοπρόσαλα πράγματα, χωρίς έρμα, αντιθετικά και ανερμήνευτα.

Σήμερα, έρχονται ένας ένας οι πολιτικοί του συνοδοιπόροι για να του αφαιρέσουν όλα τα προσχήματα της μεταστροφής, τις δικαιολογίες που ξορκίζουν την λιτότητα και την ανέχεια. Ναι, θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει και διαφορετικά, λένε. Ναι, επιλέξαμε την λάθος κατεύθυνση. Ναι, θα μπορούσαμε να είχαμε προνοήσει να δανειστούμε εγκαίρως, να μην μπούμε στο μνημόνιο να κάνουμε τις αναγκαίες αλλαγές μόνοι μας, να πούμε περισσότερα όχι. Εκμυστηρεύσεις ενώπιον της κομματικής κατάρρευσης και εύκολα λόγια θα πει κάποιος και ίσως να έχει δίκιο. Ή απλώς τα απότοκα μιας δελφινομαχίας με επικαιροποιημένους νοσταλγικούς όρους, που όμως δεν δίνει καμιά πειστική απάντηση στο ερώτημα: πράγματι γλιτώσαμε τα χειρότερα; ή μήπως απλώς μετατρέψαμε μια θεαματική χρεοκοπία σε ένα σύνολο από πολλές μικρότερες πτωχευσούλες; Όπως και να χει όμως είναι εντυπωσιακά να τα ακούς από αυτούς που συναποφάσισαν και υλοποίησαν το καταστροφικό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.

Η διετής παράταση του κλονισμού της ελληνικής κοινής γνώμης έχει επιτρέψει να δικαιολογηθεί κάθε οπισθοδρόμηση ως συνέπεια της αναγκαιότητας.
Το απλό γεγονός της επιλογής του όρου «κατάρρευση» δηλώνει πλέον μια ιδεολογική θέση κι η αποφυγή της αναγάγεται σε κεφάλαιο πολιτικής θεωρίας.
Είναι αυτό πια άραγε το μέλλον της ανθρωπότητας; Να εξαντλούμε τους όποιους δυνητικά εφικτούς τρόπους διαθέτουμε για να αποφεύγουμε τα χειρότερα;
Και τελικά, υπάρχει πραγματική διάθεση αποδοχής αυτής της υστερικής θεωρητικολογίας;
Πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ ποια από τα χαρακτηριστικά του Παπανδρέου θα επικρατήσουν στον χρόνο. Με μια γρήγορη σκέψη θα λέγαμε ότι θα μπορούσε ίσως να καταγραφεί ως ο τελευταίος πολιτικός ηγέτης που ωραιοποίησε τόσο ανενδοίαστα μια κατάσταση για να ανέρθει στην εξουσία. Γιατί μετά τον Παπανδρέου τα περιθώρια για ωραιοποιήσεις στενεύουν καταλυτικά και κανείς πια, ούτε λαός, ούτε πολιτικοί δεν θα μπορούν να ισχυριστούν ότι δεν ήξεραν, ότι παρασύρθηκαν ή δεν κατάλαβαν καλά.

Αναρωτιέμαι, όμως, πόσο ανάγκη έχει τελικά η πολιτική τους οραματιστές αυτού του τύπου; Ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς ότι ο πολιτικός οραματισμός δεν είναι τελικά τίποτα περισσότερα από την διατύπωση μιας δυνητικής αλήθειας του μέλλοντος.

Σίγουρα, όμως, ελπίζω οι πρόσφατες διεργασίες στο ΠΑΣΟΚ να είναι θετικές για εκείνους από εμάς που ευχόμαστε να λάβει τέλος η πελατειακή διακυβέρνηση, τα πολιτικά ψέματα και παράλληλα η υλοποίηση της πολιτικής χωρίς ευαισθησία, ειδικά εμείς που θεωρούμε το τέλος του πολιτικού συστήματος ως ένα οριστικό χτύπημα στις παθογένειες που μας ταλανίζουν. Σίγουρα όμως, η τάξη των διαμεσολαβητών θα το ερμηνεύσει διαφορετικά.: θα την αποδεχτούν με ικανοποίηση, θα τη χειροκροτήσουν, θα την ονομάσουν οριστικό τέλος της μεταπολίτευσης ή νίκη της δημοκρατίας. Αλλά μακριά από τα μάτια του κόσμου θα επανεξετάσουν τις δυνατότητες μετασχηματισμού και διαιώνισης της συνταγής που έκανε για πολλά χρόνια γι αυτούς, αυτήν την Ελλάδα όχι μόνο υποφερτή, αλλά και αναγκαία.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

ΕΦΘΑΣΕ Η ΩΡΑ ΓΙΑ Τ΄ ΑΝΕΙΠΩΤΑ

Παύση ευχών κι υπαινιγμών
για μια ζωή κενή προσδοκιών
παύση ενοχών και προσευχών
αρχή αντεπίθεσης στα σχέδια των εχθρών

έφθασε η ώρα για τα ανείπωτα
φέτος δεν θα ευχηθούμε τίποτα
έφθασε η ώρα να μεθύσουνε
όσοι δεν μεθύσανε ξανά
έφθασε η ώρα να προβάλλουμε
όσα από πείσμα αναβάλλουμε
έφθασε η ώρα για να κλείσουμε
τις πληγές που ανοίξαμε παλιά

παύση οργής κι υποταγής
αρχή αμφισβήτησης σχεδόν καθολικής
παύση γιορτών και στολισμών
αρχή ενός έρωτα στις στάχτες των καιρών

έφθασε η ώρα για τα ανείπωτα
φέτος δεν θα ευχηθούμε τίποτα
έφθασε η ώρα να μεθύσουνε
όσοι δεν μεθύσανε ξανά
έφθασε η ώρα να προβάλλουμε
όσα από πείσμα αναβάλλουμε
έφθασε η ώρα για να κλείσουμε
τις πληγές που ανοίξαμε παλιά

Ο χώρος των ιδεολόγων

Μ αρέσει τρομερά αυτό που κάνεις
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
συγχαρητήρια γι αυτά που γράφεις
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
Congratulations για ό,τι ανεβάζεις
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
πολύ εμπνευσμένο ό,τι σχεδιάζεις
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
μ αρέσουν κι ας μη διάβασα ούτε ένα
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
μ αρέσει όπως τα βάζεις ένα ένα
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
μ αρέσει τρομερά και η γραφή σου
κοινοποίησε με αν θέλεις στην αυλή σου
μ αρέσουν οι γραμμές σου πλάι πλάι
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
διαφήμισέ μου όπου η φωνή σου πάει
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
αχάριστε, σου είπα τέτοια λόγια
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου
κι εσύ δεν ήρθες ούτε για μια βόλτα
άμα θέλεις πέρασε κι εσύ απ το Blog μου

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Μ αρέσουνε στο Facebook οι μελαγχολικοί

Μ αρέσουνε στο Facebook οι μελαγχολικοί
οι άνθρωποι που δεν γελούν στ αλήθεια και πολύ
που ό,τι έχουνε να πουν στο λεν ιδιωτικά
μ αρέσουνε οι άνθρωποι που έχουν μυστικά

μ αρέσουνε στο Facebook αυτοί που δεν μπορούν
να γράψουν μια αφιέρωση για να σου ευχηθούν
αυτοί που δεν αγάπησαν την θέα την κοινή
τη φόρα την παρτίδα αυτή, τη γυάλινη ζωή

μ αρέσουνε στο Facebook αυτοί που δεν πουλούν
μονάχα την πραγμάτεια τους γιατί σε «αγαπούν»
αυτοί που παραδέχονται πως είναι μοναξιά
το απόλυτο το μοίρασμα, τα διάφανα κελιά

αυτοί που προστατεύουνε ακόμα τη σιωπή
από τον άδειο θόρυβο που θα μας καταπιεί
αυτοί που δεν φαντάζουνε σπουδαίοι και τρανοί
που πήγαν λες οι άνθρωποι οι καθημερινοί;

αυτοί που προστατεύουνε τα μέτρια της ζωής
από τις διαδρομές μιας κορυφής εικονικής
αυτοί που δεν μπορούν να αισθανθούν χωρίς σιωπή
κι ούτε να κοιμηθούν με την συνείδηση λευκή

μ αρέσουνε στο Facebook αυτοί που αναπολούν
και ψάχνουν έναν άνθρωπο συγγνώμη να του πουν
αυτοί που αντί για γκόμενες να ψάχνουνε παλιές
ψάχνουν γι αυτές που απέρριψαν και κλείνουνε πληγές

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Νοσταλγία

Τυλίχτηκα σε μια εφημερίδα
οι μνήμες γύρω μου όλες τυπωμένες
στα πόδια, της δειλίας η ασπίδα
στα χέρια κάτι λέξεις ματωμένες

οι θύμισές μου βρέχουν το κρεβάτι
φεγγάρι σε νυχτερινή κηδεία
δεν κλείνει ούτε στιγμή το ένα μάτι
το άλλο βρήκε δικαιολογία

μου κάρφωσες στα στήθια, κει που ανήκεις
το πιο βαθύ το πιο δικό σου βλέμμα
γυαλάδα μιας κρυφής οστεοθήκης
ζωήρεψε του αρρώστου το άδειο βλέμμα

ολόκληρες οι ώρες δεν περνούνε
μονάχα αν τις λιώσει η νοσταλγία
τα αιώνια που πάντα καρτερούνε
να βρουν μια χαραμάδα στη γωνία

μου σφήνωσε στα δόντια το ένα τρίτο
απ όσα υπολόγισες να φέρεις
το ίδιο ημερολόγιο στον τοίχο
λοξά αν δεν βαδίσεις, θα υποφέρεις

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Τριγύρω απ την πηγή όλα στεγνά

Τριγύρω απ την πηγή όλα στεγνά
ξεραίνονται τα ακίνητα του κόσμου
μονάχα ό,τι κινείται ξεδιψά
αυτός ειν της ζωής ο ορισμός μου

τριγύρω απ την πηγή όλα στεγνά
κι ας τρέχει το νερό σ ένα αυλάκι
οι πέτρες και τα δέντρα τα ψηλά
της φύσης περιμένουν το χεράκι

τριγύρω απ την πηγή όλα στεγνά
το δίκαιο που αφέθηκε στην τύχη
στον άνεμο απαντούνε τα κλαδιά
κοντόφθαλμοι των ακινήτων οι ήχοι

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Φθηνή κινέζικη ζωή μου

Κοιτάς δεξιά και αγριεύεις
στα αριστερά σου αγναντεύεις
τον Μάο καπιταλιστή
δεν εμπιστεύεσαι και θέλεις
δελτίο ψεύτικης θυέλλης
πριν κοιμηθείς να εκφωνηθεί

φθηνή κινέζικη ζωή μου
ούτε αλλουνού, ούτε δική μου
κάποτε σ έσερνα μαζί
μα έχω μπουχτίσει την ψυχή μου
και μού χει λείψει το κορμί μου
πες μου, τι τρέλα είναι κι αυτή

χιλιόμετρα έξω απ τη Σαγκάη
κάποιος στα χέρια κουβαλάει
μία καινούργια συσκευή
που εργαζόμενους θα φάει
κι η Γερμανία εκεί το πάει
άριο-κινέζικη φυλή

φθηνή κινέζικη ζωή μου
ούτε αλλουνού, ούτε δική μου
κάποτε σ έσερνα μαζί
μα έχω μπουχτίσει την ψυχή μου
και μού χει λείψει το κορμί μου
πες μου, τι τρέλα είναι κι αυτή

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011

Αλήθειες δεν θα πούμε

Το φεγγάρι δεν θα στολιστεί
τα Χριστούγεννα αυτά
η ζωή δεν θα ολοκληρωθεί
μαγαζιά κλειστά

συγγενείς δεν θα βρεθούν
γύρω απ την φωτιά
τα παιδιά δεν θα χαρούν
ξέρουνε πολλά

κι εμείς θα υποκριθούμε
πως η Ελλάδα ζει
αλήθειες δεν θα πούμε
γιατί είναι γιορτή

τα δώρα θ ανοιχτούνε
να τρέξουν τα παιδιά
κρυφά θα κοιταχτούμε
«που πάει αυτή η δουλειά;»

ο Βασίλης της Ελένης
έγινε άγιος θαρρείς
μεροκάματα της χλαίνης
συμφωνίες της ντροπής
ένας άγιος Βασίλης
που γελάει στα παιδιά
στις πλατείες της Βαστίλης
που αντέχει για καλά

κι εμείς θα υποκριθούμε
πως η Ελλάδα ζει
αλήθειες δεν θα πούμε
γιατί είναι γιορτή

τα δώρα θ ανοιχτούνε
να τρέξουν τα παιδιά
κρυφά θα κοιταχτούμε
που πάει αυτή η δουλειά;

Απόσταξη διπλή

Τα πατητήρια κλείνουν το βράδυ
και στα τσαντίρια καίνε το λάδι
την πρώτη είσαι παιδί
την δεύτερη είσαι γη
αυτή είναι η ζωή
απόσταξη διπλή

μαύρα σταφύλια φλούδες της λύπης
στα παραθύρια τρέμει ο σπουργίτης
την πρώτη είσαι αυγή
την δεύτερη, σιωπή
αυτή είναι η ζωή
απόσταξη διπλή

κάτω απ το δένδρο δυο νέοι λιώνουν
βρήκανε κέντρο κι όλο σιμώνουν
την πρώτη είσαι βροχή
την δεύτερη σκεπή
αυτή είναι η ζωή
απόσταξη διπλή

ποιοι σε πατούνε για να σε πιούνε
ποιοι θα μεθύσουν, ποιοι θα χαθούνε
την πρώτη είσαι εσύ
την δεύτερη στροφή
αυτή είναι η ζωή
απόσταξη διπλή

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Ανθρωπισμός χωρίς σύνορα


Χαμηλοσυνταξιούχοι που ξαφνικά σήμερα ενεργοποιούνται για να προσφέρουν ένα κομμάτι από τον κουτσουρεμένο οβολό τους σε κάποιον οργανισμό, από αυτούς που συντρέχουν τους ευάλωτους πληθυσμούς του κόσμου, παιδιά που ελέγχουν τους γονείς τους όταν αυτοί αποδεικνύονται ενεργειακά σπάταλοι ή άνεργοι που αξιοποιούν τον χρόνο τους για να γιατροπορέψουνε κάποιον μοναχικό συγγενή τους και ενεργοί επαγγελματικά πληθυσμοί που στρέφονται στον ελεύθερο χρόνο τους προς την τέχνη, τον πολιτισμό, το περιβάλλον και τα ζώα, την ολόπλευρη αυτοβελτίωση και την ακτιβιστική δράση για να αντιπαρέλθουν στην μιζέρια της εποχής αποτελούν ένα ζωντανό οχυρό που ορθώνεται απέναντι στην επέλαση της βαρβαρότητας.

Μιας βαρβαρότητας που εκπορεύεται επίσης από ανθρώπινα όντα σαν κι αυτά που θυσίασαν τον ανθρώπινο χαρακτήρα τους για να πλουτίσουν, να αναρριχηθούν και να εξουσιάσουν τον κόσμο, γυάλινοι και πλασματικοί σαν τους γυάλινους τοίχους που τους περιβάλλουν. Άνθρωποι που βρέθηκαν την κατάλληλη ώρα στο κατάλληλο μέρος, στη χοάνη που συγκεντρώνεται ο πλούτος ολόκληρου του πλανήτη και που μονοδρόμησαν όλους τους σημαντικούς δρόμους της ζωής, κατέρριψαν τις προσανατολιστικές σημάνσεις και όρθωσαν ανυπόστατα αδιέξοδα, αφιερώνοντας ολόκληρη την ύπαρξή τους στην προσπάθεια δημιουργίας ενός ανθρώπου ασύνειδου, μηχανικού και ενστικτώδους, και παράλληλα συγχυσμένου, φοβισμένου και ατελώς πληροφορημένου, προκειμένου να καρποφορήσει η σπορά τους και να κατακτήσουν τον κόσμο τα ζιζάνια των επιδιώξεών τους.
Είναι οι ίδιοι που παγκοσμιοποίησαν την οπτική τους, τις ληθαργικές εμμονές τους, το σιδερόφρακτο πλάνο τους για τον κόσμο και μετέτρεψαν τις πιο ζοφερές ασκήσεις επί χάρτου σε πράξεις που ματώνουν καθημερινά τον πλανήτη.
Είναι αυτοί που σήμερα χρησιμοποιούν τα επιτεύγματα της τεχνολογίας για να ακυρώσουν τα εργασιακά δικαιώματα, να αποκαταστήσουν την ανθρώπινη συμμετοχή στην παραγωγή πλούτου με την ευφυΐα των μηχανών, να αφαιρέσουν ανεπιστρεπτί θέσεις εργασίας, να θεσμοθετήσουν ένα ανώτατο επίπεδο αξιοπρέπειας, να εξοικονομήσουν για να αποθησαυρίσουν περισσότερο να φτάσουν την ανθρωπότητα στα όριά της: στην διαχειρίσιμη εξαθλίωση, στον έλεγχο των συνειδήσεων και των κοινωνικών δομών στην πλήρη αντικατάσταση της ανθρώπινης προσπάθειας, στην παραγωγή πλούτου και ανέσεων με μεθόδους που δεν προϋποθέτουν την ανθρώπινη συμμετοχή.
Γι αυτό τα πάσης φύσεως οχυρά είναι περισσότερο επίκαιρα από ποτέ. Όπως και η ανάγκη παγκοσμιοποίησης των αξιών του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας.
Για να δώσουμε ξανά στον κόσμο την χαμένη του ευφυΐα να θεωρήσουμε ξανά χρήσιμους τους καλούς επιστήμονες, τους φωτισμένους δασκάλους και τους ταλαντούχους καλλιτέχνες να πολεμήσουμε για την εξασφάλιση της επιβίωσης του συνειδητοποιημένου ανθρώπου, να ανασχέσουμε τις επιθέσεις που δέχεται και να αντιστρέψουμε την κατάσταση.

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Δημιουργία συντομεύσεων ζωής


Προσπαθώντας να δώσω ένα πρόσωπο, μια σχηματική μορφή, στην άοσμη ουδετερότητα των αγορών, που επιτίθενται σήμερα κατά κύματα στην Ευρώπη και στους πολίτες της, το πρώτο που μου έρχεται στο νου είναι οι κάθιδρες και εναγώνιες μορφές των χρηματιστών απανταχού, την ώρα που παρακολουθούν με πυρετώδη ένταση και ανησυχία την ευμετάβλητη διακύμανση των αριθμών στις τεράστιες χρηματιστηριακές οθόνες τους.

Σκέφτομαι, όμως, ότι αυτού του είδους- ο άνθρωπος της οικονομίας- τελικά δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια της μονεταριστικής παντοκρατορίας, αυτών που μεταφέρουν κεφάλαια κατά το δοκούν και κινούν την άυλη πραγματικότητα μέσα από τα νήματα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Παρόλα αυτά, κάπως έτσι, θα φανταζόμουνα την αγορά προσωποποιημένη.
Αντανακλαστική, ενστικτώδη, νευρωτική, διχασμένη ,και χειμαρρώδη χωρίς ειρμό και λογική τάξη, παραδομένη στις παρορμήσεις της που την εξωθούν πρώτα να ενεργεί και έπειτα να σκέφτεται. Πανίσχυρη και φοβισμένη ταυτόχρονα Άρα εξαιρετικά επικίνδυνη. Συνηθισμένη στην ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία και άμαθη σε οποιαδήποτε μορφή ελέγχου, ανέγγιχτη από κανόνες και πλαίσια, εξαρτημένη από την αεικίνητη φύση της, κακομαθημένη σαν ξεροκέφαλο παιδί που οι φωστήρες γονείς της οικονομικής θεωρίας του επέτρεψαν να ρυθμίσει την κοινωνική ζωή, επηρμένη και υβριστική απέναντι στους ανθρώπους και τις ηπείρους.

Ένας μικρός πλανήτης, πλάι στον αληθινό, που πια λειτουργεί σαν δορυφόρος του, ελάχιστα μακιγιαρισμένος, συχνά καμουφλαρισμένος και προσωρινά επικυρίαρχος και δεσποτικός που επεκτείνει διαρκώς τον ζωτικό του χώρο σε πεδία όπως η πολιτική, η κοινωνία και ο πολιτισμός.

Ενδιαμέσως, -σχεδόν τυραννισμένος- παραδομένος στην ευλαβική μοιρολατρία που τον διακατέχει, και εγκλωβισμένος στα διαχρονικά αδιέξοδά του, περιορισμένος στους τέσσερις τοίχους της υπαρξιακής του αγωνίας που τον αλυσοδένουν πισθάγκωνα: τη φθορά, το φόβο, τον έρωτα και το θάνατο, με το κεφάλι του διαρκώς ματωμένο από τα χτυπήματα και τις παλινωδίες, ο άνθρωπος της καθημερινότητας ανεπίδεκτος από τα διδάγματα της ιστορίας, διακατέχεται από άγνοια των στοιχειωδών και εξακοντίζει το στιγμιαίο πάθος του για ευημερία και ασφάλεια σε μια διαρκή διαδρομή παράλυσης, μια λεωφόρο οπισθογυρίσματος.

Σ αυτές τις δήθεν ελεύθερες κοινωνίες, όπου ο φόβος και η εμπορευματοποίηση των σχέσεων τις έχουν αναγάγει σε αποκυήματα αλλοτινών ψευδαισθήσεων, οι επισφάλειες γίνονται τεράστιες όσο οι μεγάλες αξίες, τα παραδοσιακά υποστυλώματα κι οι αρμοί των κοινωνικών αρθρώσεων μοιάζουν πια με απλές, βολικές συντομεύσεις, που όμως δεν παραπέμπουν σε καμιά ουσιαστική συνθήκη. Μόνο ο άνθρωπος του χρηματιστηρίου μοιάζει να διαπνέεται από κάποιο πνεύμα αληθοφάνειας, τον κυνικό ορθολογισμό, προσπαθώντας να εναρμονιστεί με τους αριθμούς που επισκιάζουν κάθε ίχνος πραγματικής αναζήτησης.

Εκεί, λοιπόν, στο ναό του χρήματος, είναι που όλα τα συστατικά της οικονομίας ισορροπούν σε μια εύθραυστη αρμονία: την έλλειψη διαύγειας, ανθρωπιστικής αίσθησης, την ζωή κάτω από το πρίσμα πραγματικών ή φανταστικών απειλών, τις νοσηρές χρηματιστηριακές φοβίες, την εγκατάλειψη της εμπιστοσύνης στον άνθρωπο, την απουσία αναπαραστατικής ικανότητας, την ενίσχυση της πρόσοψης και την μείξη των πιο ευφάνταστων παραδοξοτήτων για την δημιουργία ενός σήματος παγκόσμιας εμβέλειας.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Οι απόψεις ενός κλόουν (του Χάινριχ Μπελ)


«Οι απόψεις ενός κλόουν» του Χάινριχ Μπελ είναι ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεότερης γερμανικής λογοτεχνίας γύρω από τα οφέλη και τις οδύνες της απελευθέρωσης από τα δεσμά της σύμβασης και της αστικής υποκρισίας, γύρω από την επαναστατική παιδικότητα των αδέσμευτων χαρακτήρων και ακόμη γύρω από την μετεξέλιξη που υπέστησαν οι άνθρωποι και οι κοινωνίες κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της θρησκείας και του δυτικού πολιτισμού, που προάγει την οικιστική αποχαλίνωση και την ηθική ασβεστοποίηση των αξιών.
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας ο κλόουν Χανς Σνιρ, έχοντας εγκαταλείψει τις ανέσεις, τις παροχές και την καλβινιστική ασφάλεια που του προσέφερε η εύπορη οικογένειά του και έχοντας εγκαταλειφθεί από την μοναδική γυναίκα που κατάφερε ποτέ να αγαπήσει την Μαρί, ζει λιτά και περιεκτικά, άλλοτε περιδιαβαίνοντας εντός του και άλλοτε στα υποφωτισμένα σοκάκια της μεταπολεμικής Γερμανίας, αναζητώντας διακαώς το επόμενο νούμερό του, επιθυμώντας να συμφιλιωθεί με τις νευρώσεις του, να χαλυβδώσει την ευαισθησία του, να τιθασεύσει την οργή του και να αντιπαραβάλλει την αδιαπραγμάτευτη και αφοπλιστική ειλικρίνειά του έναντι της απροσμέτρητης υποκρισίας των καιρών του.
Είναι ένας κλόουν, αρκετά ταλαντούχος και έξυπνος, που απεχθάνεται το στημένο στυλιζάρισμα και τις καλοσχεδιασμένες πόζες των διανοουμένων της εποχής, και παράλληλα ένας φανατικός αγνωστικιστής με συνείδηση δύσκαμπτη και ανορθολογική, που αδυνατεί να διατυπώσει το μονοδιάστατο ορθό λόγο της εποχής του χωρίς να στραμπουλίξει τη γλώσσα του.
Η κοινωνία που τον περιβάλλει είναι γεμάτη τρύπες και ο ίδιος επιχειρεί να ανορθώσει ένα ηθικό ανάστημα που δεν γίνεται κατανοητό από τους σύγχρονούς του.
Έτσι, ο μοναχικός Χανς, είναι ένας ήρωας που δεν φοβάται ούτε την κατάπτωσή του, ούτε και την σωματική του φθορά, καθώς είναι απαλλαγμένος από τα βαρίδια των προκαταλήψεων ή και από την ανάγκη να είναι οπωσδήποτε συμβατός με το περιβάλλον του, παραμένοντας ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές, ένας άνθρωπος της επιλογής και της ευθύνης έστω και αν οδηγείται έξω από το σύστημα, έξω από ολόκληρο τον κόσμο του.
Η γραφή του Χάινριχ Μπελ είναι καυστική, πνευματώδης και έντονα σαρκαστική με συνέπεια να μην ενδιαφέρεται να προσεταιριστεί με αμφιλεγόμενα αφηγηματικά μοτίβα το κοινό του, και να μην αναζητά ούτε χρυσές ισορροπίες, ούτε μαγικούς συγκερασμούς. Αντίθετα, η αβίαστη ροή του λόγου του έχει βρει ένα πολύ άνετο κανάλι επικοινωνίας πάνω σ ένα σταθερό σκελετό σύνθεσης που βασίζεται στην πυκνότητα του αφηγηματικού του ύφους, την οξυδέρκειά του και την αυτοσχεδιαστική του διάθεση.

Ο ήρωάς του δεν ταυτίζεται ούτε με τα προνόμια αλλά ούτε και με τις προοπτικές της μεταπολεμικής Γερμανίας που αναζητά με πυρετώδη ακρίβεια μια ταυτότητα αποδεκτή από τον υπόλοιπο κόσμο, ισορροπώντας μεταξύ της μεταφυσικής επούλωσης των πληγών και της καπιταλιστικής αναδιάταξης.
Με μοναδικό μπούσουλα τον καθρέφτη του παρόντος και τις μνήμες να μην ξεχωρίζουν από τις παραισθήσεις και τα ιδεογράμματα της αναδυόμενης επιχειρηματικής τάξης, ο Μπελ απεικονίζει καλλιτεχνικά έναν κόσμο που έρχεται για να αναγάγει την αμνησία σε μέγιστη αξία και την ασυνέπεια λόγων και πράξεων δηλαδή την ευέλικτη συνείδηση σε ηθικά αναγκαία συνθήκη επιβίωσης και εξέλιξης.
Γι αυτό και ο ήρωάς του, ο υπερευαίσθητος και ανεξάντλητος Χανς Σνηρ, σε όλη τη διάρκεια του καθημερινού του βίου αναγνωρίζει στα βαθιά ανεξίτηλα τραυματικά ίχνη που του εμπιστεύεται η ζωή, τους οιωνούς μιας εποχής που ανατέλλει για να προσφέρει ανεπανάληπτες ευκαιρίες σε όσους επιθυμούν να εγκιβωτιστούν σε ένα σύστημα που εξευτελίζει την διαφορετικότητα και καταδυναστεύει τη ροπή προς την ευαισθησία και τη σκέψη, προτάσσοντας τους πλέον δραστικούς τρόπους για την μεταμόρφωση του ανθρώπου από έλλογο πλάσμα σε αναζητητή της επίγειας και υπέργειας εξουσίας και του χρήματος.

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Δυο μέρες δίχως σήμα

Τα ζάρια στάθηκαν ανάμεσα στο πέντε και το έξι
κι εσύ αντί να καταλάβεις πως σου μίλησε η στιγμή
παίρνεις μια κάμερα και θέλεις στο Youtube αυτό ν ανέβει
και η σελίδα σου αρκούντως να φανεί

σε ερεθίζουν πιο πολύ οι απομιμήσεις
και πως βαριέσαι την αληθινή ζωή
αναπαράγεις ότι παίζουν οι ειδήσεις
παρακαλώ αυτούσιο να μεταφερθεί

φτιάχνουνε τώρα μια εφαρμογή της ώρας
που θα μπορεί με το μυαλό να κατεβεί
οι πιο ηλίθιοι της κάθε μίας χώρας
θα σε καθοδηγούνε για το καθετί

την ζύμη πέταξες ψηλά και έχει μείνει στον αέρα
κι εσύ αντί να καταλάβεις πως κάτι έχει να σου πει
κολλάς την κάμερα στο μάτι και μας κάνεις όλους πέρα
αυτό στο Facebook δεν έχει λες ακόμα ειπωθεί

καλά που υπάρχει και η Vodafone κι αντέχεις
την ομορφιά και την αξία πού χεις βρει
δυο μέρες δίχως σήμα είσαι και απέχεις
κι η ερωτική μου μπαταρία εξασθενεί

Σε μια αυτοσχέδια κουζίνα

Απ το φελλό φαινόταν καθαρά η μάρκα η ακριβή
απ το μπουκάλι του κονιάκ πού χε αφήσει
σε μια αυτοσχέδια κουζίνα, σ ένα αραχνιασμένο πι
με την φωτιά ακόμα να μην έχει σβήσει

φτυστός ο γέρος της, βαμμένη σαν τη μάνα της ξανθιά
μια καγκελάριος χωρίς καμιά εξουσία
σαν τις μαντόνες του Μπαρόκ
σαν homo sapiens που γερνά
σχολνάει απόψε πιο νωρίς η λειτουργία

και κάπου κάπου κοκκινίζει
με κάτι ανέκδοτα φθηνά
που εκείνος βάζει τα προσόντα του στην πρίζα
μα πάντα τον υποστηρίζει
όσο πολύ κι αν την πονά
που τ όνομά της έχει βγει απ την μαρκίζα

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Dream House (Το σπίτι των Ονείρων)



Νεοϋορκέζος, επιμελητής εκδόσεων, εγκαταλείπει την στρωμένη καριέρα του για να κερδίσει περισσότερο χρόνο κοντά στην οικογένειά του, που μετακομίζει σ ένα νέο σπίτι γεμάτο με δυσάρεστες μνήμες.

Όχι τυχαία, αυτά τα «όνειρα» ξεκινούν με την παράθεση μιας συστάδας εικόνων που τονίζουν την οικογενειακή γαλήνη και ευτυχία. Ο Sheridan δεν κινηματογραφεί απλά την επιστροφή του μπαμπά στο σπίτι ή την σταθερότητα και την ασφάλεια που αυτή συνεπάγεται. Μας κάνει μάρτυρες του πλεξίματος μιας άθραυστης οικογενειακής σχέσης. Μας προειδοποιεί για τον πόνο που μπορεί να προκαλέσει η ακύρωση μιας αλληλουχίας στιγμών που διαπνέονται από αγάπη και συνέπεια.

Με τις κεραίες του απενεργοποιημένες απέναντι σε κάθε εξωτερικό ερέθισμα και τις διόδους διαφυγής όλες σφραγισμένες ερμητικά, ο πατέρας στρέφεται με τρομακτική προσήλωση προς την οικογενειακή θαλπωρή σα να κοιτάζει βαθιά μέσα του.

Έτοιμος να αρνηθεί την ταυτότητά του, να πακεταριστεί σε μια συμπιεσμένη γαλήνη και να πληρώσει ως τίμημα μιας ανεξιχνίαστης απειλής το να μάθει να συμβιβάζεται με την απώλεια της αλήθειας.

Σε εύθραυστα κοντινά πλάνα η γυναίκα-σύντροφος να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για την επιστροφή του προστάτη τους στο σπίτι και τα δυο μικρά κοριτσάκια να ανακαλύπτουν μυστικές κρύπτες και δυνατότητες παιχνιδιού που δεν χωρούσαν στα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα της μεγαλούπολης.
Θα είναι, όμως, και τα πρώτα, που θα διακρίνουν την απειλή πίσω από τα θολά τζάμια του σπιτιού. Σαν μικρές Πυθίες, νομίζεις.

Ο φόβος που τώρα κυριεύει κλιμακωτά τα σώματά τους και ο σφυριχτός παγωμένος αέρας που βιτσίζει τα γυμνά κλαδιά των δέντρων αποτελούν το προοίμιο μιας ανατροπής που δεν έχει επέλθει πιο πριν.
Σαν τις ξελιγωμένες παρεμβολές του άθικτου τμήματος μιας διάνοιας σ ένα τσακισμένο μυαλό.
Τροφοδοτικές θαρρείς. Κατευθυντήριες.

Από τη φορτωμένη με υποχρεώσεις και ευθύνες Νέα Υόρκη, σ ένα χιονισμένο θέρετρο σαν κι αυτό, απομακρυσμένο από τις συμβατικές επιταγές της παγκοσμιοποιημένης αμερικανικής μητρόπολης, ο δρόμος μοιάζει να είναι στρωμένος με αγκάθια, αίμα και οιωνούς.

Το σπίτι εγκιβωτίζει ένα μεγάλο μυστικό , που όταν αποκαλυφθεί θα ενσκήψουν ένα σωρό πιεστικά ερωτήματα, μερικά από τα οποία θα προσπαθήσουν να εξιχνιάσουν την αδιαφορία των γειτόνων να συντρέξουν την απειλούμενη οικογένεια.

Με αφορμή ένα άκρως επίκαιρο θέμα- όπως είναι η ένοπλη βία στην Αμερική και όχι μόνο- ο Ιρλανδός ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής τοποθετεί το θέμα του ακριβώς στο σημείο της διατομής του κοινωνικού σύμπαντος με το προσωπικό, προσθέτει μεταφυσικές υπόνοιες και καταπιάνεται με ένα ψυχολογικό θρίλερ, δίνοντας σάρκα και οστά σε έναν ακόμη χαρακτήρα της ευθύνης και της αποστολής, μέσα από μια ύπουλα μειλίχια ιστορία για την πανταχού παρούσα βία και τις καταστροφικές συνέπειές της στις ζωές των ανθρώπων, με σφιχτό σενάριο, ώριμη σκηνοθεσία, καλοφροντισμένα κάδρα, εξαιρετική φωτογραφικά, υποφωτισμένη ατμόσφαιρα με λίγα φώτα να αντανακλούν στους τοίχους, ζωηρές σκιές και κορεσμένα χρώματα, αλλά και πετυχημένη ηχητική επένδυση.

Η τυχαιότητα, που δεσπόζει στην ιστορία ως δύναμη που ενισχύει την ανάγλυφη δομή του κόσμου και η απουσία ηθικών διλημμάτων συμβαδίζουν πειθήνια με τους ακαριαίους ρυθμούς της μοίρας.

Όχι τυχαία, λίγο πριν το τέλος ένας ποταμός διάσπαρτων αναμνήσεων συναντά την αλληλουχία που προστάζει η κατανόησή τους και οι χαρακτήρες αποτυπώνονται ως ατόφια, ανθρώπινα πλάσματα, που αντιστέκονται στην ακύρωση και αποζητούν την διόρθωση της στρέβλωσης και την αποκατάσταση της αλήθειας, μια γνώριμη εμμονή του σημαντικού σκηνοθέτη.

Έτσι, ξεπροβάλλουν ολόγυμνοι, απροστάτευτοι και σημαδεμένοι από τη μοίρα, αλλά και παράλληλα απαλλαγμένοι από το βάρος του ανεξιχνίαστου, ούτως ώστε να πράξουν ξανά το χρέος τους απέναντι στη ζωή και να κοιτάξουν μπροστά.


ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ: 7/10



Σκηνοθέτης: Jim Sheridan
Παίζουν: Daniel Graig, Rachel Weisz, Naomi Watts

Τρομερές εισαγωγές

Τα καράβια για να βρουν
το νησί τους θέλουν χάρτη
κι όλα όσα ειπωθούν
να μην βγαίνουν απ τον φράκτη
θέλουν οι άγονες γραμμές
για να ανθίσουν δρομολόγια
και οι άγονες στιγμές
μετρημένα θέλουν λόγια

τρομερές εισαγωγές
για μικρό «κυρίως θέμα»
όταν λάμπουν οι φωνές
το περίσσευμα είναι ψέμα
τρομερές εισαγωγές
για μια τόση δα ουσία
ο χρυσός και οι σιωπές
ίδια απέκτησαν αξία

κλείνεις δώδεκα λεπτά
γύρω γύρω από το θέμα
θέλει το όνειρο μαγιά
και τα λόγια σάρκα κι αίμα
κλείνεις δώδεκα λεπτά
σε ανύπαρκτα λιμάνια
είναι λίγα τα πολλά
και θλιμμένη η περηφάνια

τρομερές εισαγωγές
για μικρό «κυρίως θέμα»
όταν λάμπουν οι φωνές
το περίσσευμα είναι ψέμα
τρομερές εισαγωγές
για μια τόση δα ουσία
ο χρυσός και οι σιωπές
ίδια απέκτησαν αξία

Για ένα «γεια» έχει επιστρέψει

Ούτε μοσχάρι θα σφαζόταν
ούτε χαρά θα καμωνόταν
για την επιστροφή του ασώτου
στα μέρη του έρωτα του πρώτου

με χέρια αδέξια να πλύνει
από της μοναξιάς τη δίνη
δυο πιάτα δίχως να τα σπάσει
πάλι το στοίχημα να χάσει

γύρισε ο άσωτος στα μέρη
που του χαν στήσει το καρτέρι
μα έχει διακόψει κάθε σχέση
στα τάρταρά τους δεν θα πέσει

για ένα «γεια» έχει επιστρέψει
και δεν του παίρνουν άλλη λέξη
μόνο τυχαία θα τον βλέπουν
κακό γι αυτόν όσοι προβλέπουν

πέταξε μια χούφτα χαλίκια
για τα στερνά τα συχαρίκια
φυλετική βόρεια μύτη
στίχοι βουνίσιοι από την Κρήτη

ανοιχτοκάστανη παλάμη
διπλά αγκίστρια στο καλάμι
του ασώτου σύμπλεγμα εφόδου
στο άγριο γλέντι της εξόδου

κόκκινο της σκουριάς στα χείλη
με τα πολλά μείναμε φίλοι
σχέση αδιάφορη και πλήξη
σαν κάθε θέμα πού χει λήξει

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Κει που γεννιούνται οι μύθοι

Ο ουρανός κατέβηκε
κάτω απ τα σύννεφά του
και η σελήνη βρέθηκε
ξάφνου στο αγκάλιασμά του

στου κόσμου το καθρέφτισμα
όλα διπλά έχουν γίνει
του ουρανού το ψεύδισμα
αγάπησε η σελήνη

ο νόμος όταν απλωθεί
της φύσης και καρπίζει
ανοίγουν οι στερνοί κρουνοί
και η στιγμή γυαλίζει

ο σκίουρος δεν κιότεψε
όταν στο παραμύθι
ο λύκος τον συνόδεψε
κει που γεννιούνται οι μύθοι

ο σκίουρος δεν κιότεψε
και βαλανίδια τρώει
κι ούτε η ζωή λιγόστεψε
μόνο το ανθρωπολόι

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Πίνακας

Πίνακας γόνιμων μερών
μιας φύσεως εκτροτικής
παιδιά των κρίνων των λευκών
και της παλιάς μαιευτικής

πίνακας άπορων νεογνών
μιας αλυσίδας τροφικής
γιορτή της μνήμης των καρπών
της άδειας σκέψης της λειψής

πίνακας μαύρος σχολικός
με κιμωλίες τσιριχτές
κλείνει του Αιόλου ο ασκός
μένουν απ έξω οι μαθητές

πίνακας όψιμων νεκρών
με τις παλάμες σφαλιστές
επιθανάτιων εντριβών
λάδια στις σάρκες τις γλυφές

Από τη λύση ως το πρόβλημα

Δεν είμαι τύπος ερμηνευτικός
όποιος κατάλαβε, κατάλαβε
δεν μου αρέσει να εξηγώ τα πως
έφριξε όποιος με ανάλαβε

ξέχασα να μιλώ για χρήματα
βαρυστομάχιασα και τρέχω
σκαρώνω αδιάκοπα αινίγματα
δεν με διαβάζουν μα το αντέχω

αν αντιστρέψεις τα συνθήματα
θα πέσουνε ψιλά απ τις τσέπες
ζαμπόν, σαλάτες και μηνύματα
και γρουσουζιά χωρίς καθρέπτες

προβάρω ρόλους μα η παράσταση
δίχως κοινό δεν ξεκινάει
σαν μαριονέτα σε διάσταση
τα νήματά της που πετάει

και από τη λύση ως το πρόβλημα
η διαδρομή είναι για μένα
σαν μαραθώνιος δίχως νόημα
και τα έπαθλα όλα ραγισμένα

Μποναβεντούρα

Η ψυχή μου κινδυνεύει
μού χουν μείνει χίλια πέσος
κάτι εμπρός της ανιχνεύει
τηλεφώνα μου αμέσως

ψυχική αιμορραγία
κωμική αδιαφορία
Αυγουστίνος και χαρτούρα
Ρωμαϊκή, μποναβεντούρα

αλφαβήτα διορθωμένη
των Λατίνων ειμαρμένη
χίλια πρόσωπα η θεότης
ποδηλάτης η ανθρωπότης

αν δεν πέσεις δεν μαθαίνεις
τις πληγές σου πώς να δένεις
να σηκώνεσαι δεν ξέρεις
αν δεν πέσεις και υποφέρεις

νερωμένα καφεδάκια
και μπαγιάτικα κουλούρια
κρώζουν άγρια κοράκια
πίνουν αίμα τα τσιμπούρια

επιστράτευσα ευκολίες
κόντρα στις παλιές δειλίες
η ψυχή μου κινδυνεύει
τον εαυτό της παζαρεύει

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Κάτω η χούντα του ESET



Photo: "Μ ένα μουστακάκι μοιάζει του Γιωργάκη"


Ζητήσαμε από τον Χάρη Καραγκουνίδη (37 ετών-οικιακά) να μας πει τη γνώμη του για το περίφημο antivirus ESET Nod 32 και ακούστε τι μας είπε: (αληθινή μαρτυρία)

«Μετά από προτροπές αρκετών φίλων μου, αποφάσισα να δοκιμάσω το antivirus ESET Nod 32. Στην αρχή νόμιζα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Γρήγορα αντιλήφθηκα ότι ο υπολογιστής μου είχε βαρύνει υπερβολικά ενώ επιβραδύνθηκε και κάθε μου ενέργεια σχετική με την πλοήγηση στο διαδίκτυο. Ένιωθα βέβαια ασφαλής αλλά τι να το κάνω. Στη συνέχεια κατάλαβα ότι δεν μου άνοιγε ούτε τα αρχεία torrent ούτε και ορισμένα προγράμματα απαραίτητα για τη δουλειά μου. Μια φορά μάλιστα που προσπάθησα να μπω σ ένα σάιτ όπου υπήρχε μια φωτογραφία με μια κοπέλα που φορούσε ένα φουστάνι που έφτανε μέχρι λιγάκι πάνω από το γόνατο της, το ESET μου μπλόκαρε την ενέργεια. Τέτοια καταπίεση έχω να νιώσω από την εφηβεία μου. Είναι σχεδόν αυταρχικό, δεσποτικό, απολυταρχικό, δεν το αντέχω άλλο. Γνωρίζω ότι κάποτε τα παιδιά έφευγαν από το σπίτι τους για να ζήσουν μακριά από τους γονείς τους. Σήμερα φεύγουν για να ζήσουν μακριά από το ESET. Θα το άλλαζα ευχαρίστως με το παλιό μου antivirus.
Πως αισθάνομαι μετά από τρεις μήνες χρήσης του antivirus ESET Nod 32; Σαν πενηντάχρονος που ζει ακόμα με τη μάνα του…

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Κάιν (του Ζοσέ Σαραμάγκου)


Το ότι ο Κάιν καταπίνει εδώ και αιώνες τα συναισθήματα οργής και μίσους που τρέφει για τον θεό είναι σχεδόν προφανές και αυταπόδεικτο στο στεφανωμένο με τις δάφνες των βραβείων νόμπελ ομώνυμο βιβλίο του αξεπέραστου αφηγητή Ζοσέ Σαραμάγκου.
Γι αυτό και δεν διστάζει να του τα λέει «τσεκουράτα» κάθε φορά που τον συναντάει σε κάποιον από τους κακοτράχαλους δρόμους της ιστορίας.

Αυτό, όμως, που κυρίως, του καταλογίζει είναι ότι σαν δημιουργός του κόσμου συμπεριφέρεται συχνά πυκνά με την ίδια βαναυσότητα και σκληρότητα με χιλιάδες αμαρτωλούς ανθρώπους από αυτούς που θέλει να εξολοθρεύσει για να καθαρίσει το δημιούργημά του, τη γη.

Κι ο θεός από την πλευρά του βρίσκει το μάστορά του στο πρόσωπο του ανθρώπου που σκότωσε τον ίδιο του τον αδελφό, υπό την επήρεια μιας ζήλιας και μιας αιδούς σχεδόν συμπαντικής ή θεόσταλτης.

Για τον τραχύ και αψίθυμο Κάιν, τον απαλλαγμένο από κάθε θεολογικό πάθος, όλοι οι άνθρωποι είναι για να τους φτύνεις πατόκορφα. Μόνο έτσι καταλαβαίνουνε. Από την κριτική του όμως δεν εξαιρείται ούτε ο ίδιος ο θεός που δεν διστάζει ούτε για μια στιγμή να κάψει τα αθώα παιδάκια στα Σόδομα , υπακούοντας στην τεμπέλικη και εγκληματική αρχή της συλλογικής ευθύνης.

Έτσι, σ αυτή τη μεγάλη διαδρομή που διατρέχει τους αιώνες, ο Κάιν περνάει δια πυρός και σιδήρου, διατηρώντας μια λανθάνουσα τρυφερότητα και έναν σεβασμό για την ανθρώπινη ζωή παρότι αδερφοκτόνος.

Και ο λόγος για τον οποίο παρακολουθεί από τόσο κοντά όλα τα επεισόδια της βιβλικής μυθολογίας είναι για να απελευθερώσει από τον φλοιό της υποκρισίας τον μίσχο της ανθρώπινης ψυχής.

Και με τον τρόπο του απαιτεί από τον θεό να γίνει περισσότερο ελεήμων, αν θέλει να δώσει το καλό παράδειγμα σε έναν λαό που συμπεριφέρεται σύμφωνα με αυτά που βλέπει, διδασκόμενος σκληρότητα και βία από το παράδειγμα της φύσης και της ίδιας της ιστορίας.

Φυσικά δεν προκύπτει ούτε ψήγμα συνεννόησης, παρά μόνο μια διαρκής διαπάλη μεταξύ ενός εξεγερμένου ανθρώπου και ενός θεού με εξαιρετικά ευέλικτη συνείδηση που κομπάζει ασύστολα κάθε φορά που παθιάζεται με την παντοδυναμία του.

Ο Ζοζέ Σαραμάγκου γράφει τον «Κάιν» , το βιβλίο που έμελλε να είναι το τελευταίο του για να ξαναγράψει τη Βίβλο από μια διαφορετική σκοπιά κι αφού η ιστορία έχει πια συμπληρώσει αρκετούς κύκλους επανάληψης ώστε οι άνθρωποι να αλληλογνωρίζονται πια αρκετά καλά μεταξύ τους.

Ένα βιβλίο από αυτά που γράφονται με μια ανάσα που απαιτεί όμως μερικές δεκάδες χρόνων περισυλλογής για να μετατραπεί σε δημιουργική πνοή.

Ρίξε νερό στο άγνωστο

Αφού τα βράδια χάνεσαι
στου Αιγαίου τους σαπφείρους
και σαν ψαράκι πιάνεσαι
στα δίχτυα του νοτιά
σκέφτηκα στα χωρίσματα
να πιω με δύο φίλους
που από σαράκι τρώγονται
για μια σκληρή καρδιά

αφού ζητάς το αδύνατο
σε κοντινά ταξίδια
το πεπρωμένο κίνα το
που ρίσκα αποζητά
σκέφτηκα κι ονειρεύτηκα
ονειρικά στολίδια
και σαν φιλί ξοδεύτηκα
σε χείλη σφαλιστά

φώτισε τα σκοτάδια σου
προτού το κάνει άλλος
για να μη δουν τα μάτια σου
ασχήμια κι ερημιά
γέμισαν τα πηγάδια σου
μα είναι ο κουβάς μεγάλος
ρίξε νερό στο άγνωστο
και αγάπη στα παλιά

Έτσι που καθάρισες

Έτσι που καθάρισες το μήλο σου
το μισό σχεδόν πήγε χαμένο
φλούδια και καρπός ριγμένα γύρω σου
κι ένα πιάτο εμπρός σου λερωμένο

έτσι που καθάρισες τις μνήμες σου
οι μισές σχεδόν πήγαν χαμένες
φλούδια από χρόνια που οι δίνες σου
ρούφηξαν στου νόστου τους αδένες

έτσι που καθάρισες τα μάτια σου
σβήστηκα μαζί με τις βαφές σου
χάθηκαν τα ίχνη από τα χάδια σου
κι από τις βαριές αναπνοές σου

Ξευτο-πρόοδος

Στα κατεχόμενα, ορισμένοι προοδευτικοί τουρκοκύπριοι, τίθενται πλέον ανοιχτά υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας-ψευδοκράτους.

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Τελευταίος μαθαίνει ο ενδιαφερόμενος!


Ξεκίνησε ασθμαίνοντας η διαβολοβδομάδα της ελληνικής κυβέρνησης και της χώρας ολόκληρης. Μέσα σ ένα κυκεώνα αμφιλεγόμενων και αντιφατικών πληροφοριών, σχετικά με τις προθέσεις του γαλλο-γερμανικού άξονα, νωρίς το μεσημέρι ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου είχε συνάντηση με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κάρολο Παπούλια, ανανεώνοντας τους δραματικούς τόνους των ημερών. Λίγο αργότερα, κατά την έξοδό του από το προεδρικό μέγαρο, μοιράστηκε μαζί μας τις δικές του απενοχοποιημένες πια ανασφάλειες και αγωνίες σχετικά με το άγνωστο ταξίδι της χώρας. Το ανθρώπινο πρόσωπο της εξουσίας σε εκδοχή αποκαμωμένη και κουρασμένη από την αναμονή, τις αμφιβολίες, ίσως και τις ενδοευρωπαϊκές ταπεινώσεις που δεν φαίνεται να ξεχωρίζουν πολίτες από πολιτικούς ηγέτες, είναι εμφανώς ανεπιθύμητο για την όραση.

Το τοπίο μουντό, βαριά φθινοπωρινό ή πρόωρα χειμωνιάτικο, σχεδόν βαλτωμένο αλλά σίγουρα ασορτί με τις διαθέσεις μας. Ακόμα και τα μεγάλα εσωτερικά μέτωπα της χώρας με τις απεργίες, τις καταλήψεις και τα βουνά από τους σορούς των σκουπιδιών να έχουν ενοποιήσει αρχαιολογικούς και μη χώρους, την ίδια την τύχη μας, να υποχωρούν στο παρασκήνιο. Στον χορό των κινητοποιήσεων μπαίνουν και τα ΜΜΕ κλείνοντας ακόμα περισσότερο τη στρόφιγγα της ήδη ελλιπούς ενημέρωσης.
Άραγε, τις επόμενες ημέρες, θα αναρωτιόμαστε: τα μύρισες τα νέα;

Δικαιωματικά όλα αυτά περνούν σε δεύτερη μοίρα. Τώρα τον τόνο των εξελίξεων δίνει μια αίσθηση επίμονης αναμονής και περιέργειας μπροστά στο αφανέρωτο μέλλον. Στο τι μέλλει γενέσθαι που κρύβει τόσο περιπαικτικά το πρόσωπό του.
Άραγε για μια έκπληξη λιγότερο ή περισσότερο επώδυνη;
Έχοντας ως δεδομένο ότι τα βάσανά μας δεν πρόκειται ούτε να εξαντληθούν ούτε καν να περιοριστούν διατηρούμε ανέπαφο το δικαίωμα να μάθουμε ποιοι ακριβώς σχεδιασμοί εξυφαίνονται για την Ελλάδα και το χρέος της. Με απλά λόγια ποιες είναι οι σκέψεις της Ευρώπης για να αντικαταστήσει τις αποτυχημένες επιλογές της στην προσπάθεια να μπει ένας πάτος στο βαρέλι και λίγο στέρεο έδαφος κάτω από τα πόδια μας. Αλλά κυρίως, αν η ανακούφιση ενός λαού βρίσκεται στο πεδίο των προτεραιοτήτων τους.


Την ίδια ώρα, συνεχίζεται ακάματη η παρέλαση των επαϊόντων της οικονομικής επιστήμης και διοίκησης στις τηλεοπτικές πασαρέλες, συσκοτίζοντας ακόμα περισσότερο το σκηνικό. Τα φώτα τους βαριά, αντιφατικά και αντικρουόμενα, τροφοδοτούμενα περισσότερο από πρόδηλες επιθυμίες παρά από μια τεκμηριωμένη αίσθηση επιστημοσύνης και οι δογματισμοί να κουρνιάζουνε ανήμποροι και καταβεβλημένοι. Το γενικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς ούτε τι γίνεται, ούτε, κυρίως, τι συνέπειες θα υπάρχουν απ όσα μέλλονται να γίνουν. Εδώ το εύρος των στησιμάτων και την επιδεικτικών κινήσεων των χεριών δεκάδων κλαδικών επαγγελματιών της οικονομίας απογυμνώνει περισσότερο το βασιλιά της συνέπειας. Κάθε φορά που αναγκαζόμαστε να πάμε λίγο παραπέρα από το φαίνεσθε κάτι αδιευκρίνιστο συμβαίνει και μας καθηλώνει σε επικοινωνιακού τύπου γλαφυρές αφωνίες. Τυχαιότητα εύκολα εξηγήσιμη.

Αλλά τελικά και η θεωρία αποδεικνύεται λειψή μπροστά στις επιταγές της πραγματικής ζωής και σίγουρα θα ευγνωμονεί την εποχή και τους Έλληνες, για την συνεισφορά τους στην βελτιστοποίηση των διαστάσεών της, εφόσον θα χρειαστεί να ρίξει τα φώτα της για να ξεστραβώσει ή να στραβώσει περισσότερο τις μελλοντικές γενιές.

Για τους πολίτες το κουράγιο δεν φτάνει, καθώς η φοροκόπωση, η ανασφάλεια και η έλλειψη προοπτικής έχουν αποδυναμώσει και τις τελευταίες ικμάδες αντίδρασης.
Όμως και άλλη επιλογή δεν φαίνεται να έχουν τουλάχιστον προς το παρόν. Τσινάνε, τσιγκλίζουν, αμφιρρέπουν και εξουθενώνονται αλλά τελικά το πικρό ποτήριον το πίνουν γουλιά γουλιά .
Βράζουμε, όμως, όλοι στο ίδιο καζάνι; Δεν θα το έλεγα, καθώς το ζοφερό περιβάλλον μπορεί να είναι ενιαίο, αλλά οι αντιθέσεις παραμένουν αντιθέσεις και οι αδικίες και ανισότητες εξίσου χτυπητές και σε περιόδους τέτοιων βαθιών κρίσεων.
Πάντα κάποιοι περνούν καλύτερα από τους υπόλοιπους, πάντα κάποιοι έχουν δουλειά και κάποιοι άλλοι όχι. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα, αλλά το ότι η αδικία οξύνεται σε βαθμό ανυπέρβλητο από το γεγονός ότι στη χώρα που βαρυγκωμά η ταλαιπωρία δεν ξεχωρίζει τους ικανούς από τους ανίκανους ή τους δουλευταράδες από τους τεμπέληδες. Είναι τυφλή και άδικη και βαθιά αναξιοκρατική όπως και η ευμάρεια η δίδυμη αδελφή της στις καλές εποχές. Μακάρι να ταυτίζονταν οι πιο ευμαρείς με τους πιο καταρτισμένους και ικανούς, θα ταν μια παρηγοριά για όλους.

Συνολικά, το προοίμιο του πειράματος φαίνεται να συναντά το τέλος του. Τώρα βλέπουμε όλοι καθαρά ότι στην ελληνική κοινωνία είχε φορεθεί ένα μαντήλι κι αφού τις έγιναν δυο τρεις απανωτές στροφές προκειμένου να απολέσει την αίσθηση του προσανατολισμού τώρα την οδηγούν μπροστά σ ένα σκηνικό που από μέρα σε μέρα αναμένεται να έχουν οικοδομήσει. Στο νέο τους αριστούργημα.
Αμφιβάλλω όμως σθεναρά για το γεγονός ότι δεν πρόκειται να δούμε τους μυωπικούς, ανερμάτιστους και αποστειρωμένους οραματικά ηγέτες που αποδεδειγμένα δεν βλέπουν πέρα από την μύτη τους, να ζητούν την συμβολή της τυφλόμυγας για την εξακρίβωση του σκηνικού που θα αποκαλυφθεί.
Άλλωστε, αυτό θα γίνει τμηματικά, ενώ είναι πασιφανές ότι και το βάθος μιας απόστασης μπορεί να εκτιμηθεί και να σταθμιστεί ως μέγεθος σε σχέση με την προοπτική, μόνο από όσους κληθούν να το διατρέξουν. Δηλαδή, από όλους εμάς.

Ανθίσανε τα μάταια

Κάτι τους θυμίζεις
έτσι ματωμένος
όπως ψιθυρίζεις
γιατί τόσο μένος

γιατί είναι ο μπάτσος
τόσο ερεθισμένος
μοναχός και φάλτσος
καταϊδρωμένος

ανθίσανε τα μάταια
χαθήκανε οι αιτίες
μικρύνανε τα μάτια
και οι ουτοπίες

κάτι τους θυμίζεις
πού χανε ξεχάσει
μια πληγή αγγίζεις
πού χανε σκεπάσει

κάτι τους θυμίζεις
όσο συνεχίζεις
κάτι τους θυμίζεις
όσο πολεμάς

σύντομο το κέρδος
βροχεροί οι χρόνοι
μέσα στην αγχόνη
κάθε πιστωτή

χώρα που πεθαίνει
νιότη που λυτρώνει
δεν είμαστε μόνοι
κάτι υπάρχει εκεί

δεν θα πολεμήσεις
για τους βολεμένους
και κονομημένους
συνδικαλιστές
ούτε για τους πλούσιους
ούτε για τους ξένους
μα για την ζωή σου
κόντρα σε ληστές

τούτο εδώ το χρέος
θα γεννήσει κι άλλα
χρέη πιο μεγάλα
πιο εικονικά
το δικός σου χρέος
είναι μία στάλα
βγες από τη γυάλα
ρίξου στα βαθιά

Μοιραστήκανε οι ρόλοι

Δυο λογής ανθρώπους
έφτιαξε ο θεός
μερακλής ο ένας
ο άλλος τυπικός
ποιον έχει αγαπήσει
ούτε ξέρω πιο πολύ
μα μονάχα ένα πράγμα είναι γκαραντί

μοιραστήκανε οι ρόλοι, μοιραστήκανε
και βραβεύθηκαν οι κώλοι που πιαστήκανε

δυο λογής ανθρώπους
έφτιαξε ο θεός
πίθηκος ο ένας
ο άλλος πιο σκυφτός
ποιον έχει αγαπήσει
ούτε ξέρω πιο πολύ
μα μονάχα ένα πράγμα είναι γκαραντί

μοιραστήκανε οι ρόλοι, μοιραστήκανε
και βραβεύθηκαν οι κώλοι που πιαστήκανε

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Μόνο όσοι πολέμησαν

Μόνο όσοι πολέμησαν γεύτηκαν την ειρήνη
κι όσοι σε ειρήνη έζησαν για πόλεμο έχουν γίνει

κάποιες φωνές υπάρχουν για να σε παρηγορούνε
κάποιες σκιές σαν χάνεσαι να σε καθοδηγούνε
κάποιοι κλεμμένοι στόχοι, κάποια όνειρα χαμένα
πάνω απ το ναι και τ όχι, ακροβάτες στην αρένα

κάποιες βαθιές ανάσες στην καρδιά μιας τρικυμίας
κάποιες στριμμένες φάτσες υποκινητές της βίας
όλα τυφλά σημάδια μιας κρυμμένης επιστήμης
σαν να ζητάμε πόλεμο στην πλάτη της ειρήνης

σα να πεινάμε πάλι για ανένδοτους και μάχες
σα να γεννάμε πάλι στο μυαλό μας αυταπάτες
σαν να ζητούμε κάτι για ν αλληλοφαγωθούμε
πόλεμος μας χρειάζεται για ν ανακουφιστούμε

μόνο όσοι πολέμησαν γεύτηκαν την ειρήνη
κι όσοι σε ειρήνη έζησαν για πόλεμο έχουν γίνει

Don’t Be Afraid Of The Dark (Μη φοβάσαι το σκοτάδι)


Το έτος είναι το 2011 ή κάτι κοντά σ αυτό. Χώρος δράσης της ταινίας είναι το Rhode Island όπου ο Alex (Guy Pearce) μαζί με το νέο του αμόρε την Kim (Kate Holms) και την μικρή Sally (Bailee Madison) την κορούλα του, μετακομίζουν σε ένα υπό ανακατασκευή επιβλητικό αρχοντικό του 19ου αιώνα, που είναι έτοιμο να τους υποδεχτεί. Εκεί τα πράγματα δεν πάνε ούτε στραβά, ούτε ίσια, απλώς περίεργα. Η μικρή Sally ακούει φωνές κι όταν ένα παιδί ακούει φωνές πρέπει να το παρακολουθείς πολύ στενά εξόν κι αν είναι ο Ιησούς ή ο Αϊνστάιν, οπότε και καλείς τους φίλους του και του κάνεις πάρτι. Η μικρή παρασύρεται από την περιέργεια που συνεπάγεται η ηλικία της, αλλά αντί να περιοριστεί μόνο στην αναζήτηση του μυστηριώδους θησαυρού που τα παιδιά θεωρούν ότι μπορεί ή και επιβάλλεται να κρύβεται στα συρτάρια ενός τέτοιου σπιτιού, ανοίγει το υπόγειο και ανακαλύπτει ότι πίσω από τις αρχέγονες φωνές που την καλούν σε βοήθεια κρύβονται σκοτεινά πλάσματα που επιβουλεύονται τη ζωή της.
Δεν μπορείς να μοιραστείς πολλά γι αυτήν την ταινία, στην οποία δίνεται βαρύτητα στο θέμα εμπιστοσύνη και σύνδεση σε ανερμήνευτες συνθήκες πίεσης. Η ανθρώπινη ζωή σε συνδιαλλαγή με το απόκοσμο, πολύ εύκολα στοχοποιείται και παρακάμπτει από την πορεία της. «Αν κοιτάς την άβυσσο επίμονα, θ αρχίσει να σε κοιτάζει κι αυτή, κάπως έτσι δεν το είπε ο Νίτσε; Τι συμβαίνει όμως αν ακούς την άβυσσο;
Σήμερα το φαινόμενο των ταινιών με σκοτεινά μυστηριώδη σπίτια απασχολεί λιγότερο κόσμο απ όσο στο παρελθόν και προσφέρεται λιγότερο ως θέμα για τον κινηματογράφο.
Προφανώς, οι δημιουργοί της ταινίας, στους οποίους συγκαταλέγεται από θέση παραγωγού και συν-σεναριογράφου και ο πολύς Guillermo Del Toro είχαν κατά νου την απλούστερη μορφή του ξύλινου φόβου με την οποία γαλουχήθηκαν μερικές γενιές θεατών, προσαρμοσμένη στην αποδεκατισμένη συναισθηματικά εποχή. Και πόνταραν στο γεγονός ότι ο αρχέγονος φόβος όπως και τα αιώνια ερωτήματα δεν μπορεί, παρά να αντιμετωπιστεί με ενδιαφέρον και συγκατάβαση από το κοινό. Έλα, όμως, ντε, που δεν…. Τελικά, μοιάζει σα να τσιμπάς με αποστειρωμένες βελόνες ένα ναρκωμένο σώμα, κάτι παρόμοιο που συμβαίνει άλλωστε και με τα μεγάλα ερωτήματα που αποζητούν επίκαιρες απαντήσεις.
Η ταινία που αποτελεί πειραγμένη διασκευή του βρετανικού τηλεοπτικού horror «Don't Be Afraid Of The Dark», πάσχει από έλλειψη πρωτοτυπίας-τι πρωτότυπο- απλοποίηση, και προβλέψιμη γραμμικότητα. Διαθέτει, όμως, ατμόσφαιρα, και δεν μπορείς να αρνηθείς ούτε ότι έχει κάποιες στιγμές με αρκετή αγωνία, καθώς, όπως και να το δεις, ένα απροστάτευτο παιδί που απειλείται, από έναν απροσδιόριστο κίνδυνο, αποτελεί πάντα ένα θέμα για τα αντανακλαστικά μας. Από το σκηνοθέτη Troy Nixey.

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Θα πάω Αστραλία

Μανούλα να με ντύσεις
καλά προτού να φύγω
απ όλα θα ξεφύγω
με μία δρασκελιά
μανούλα θα σου στέλνω
και κάρτες κάθε λίγο
στο skype θα μιλάμε
και θά μαστε κοντά

θα πάω Αστραλία
θα πάω αστραλία
γιατί η εφορία
εκεί έχει καρδιά
το ένα είναι ένα
το τρία είναι τρία
θα πάω Αστραλία
καλή τύχη παιδιά

αδέλφια χαιρετάω
και γκόμενες αφήνω
θα βρω εκεί που πάω
άλλες πιο τρυφερές
το Σάββατο πετάω
πικρό κρασί δεν πίνω
πατέρα σου αφήνω
λογαριασμούς αν θες

θα πάω Αστραλία
θα πάω αστραλία
πολιτική εξορία
σαν τον Καραμανλή
δεν βρήκα για Σεϋχέλλες
δεν βρήκα για Γαλλία
θα πάω Αστραλία
που υπάρχουν και γνωστοί

Αυστραλία

Σε μια μικρή βαλίτσα
πυκνά όσα χωράνε
τα υπόλοιπα θα πάνε
με μεταφορική
κι αντίο ελλαδίτσα
μαζί κι όσα πονάνε
τα δάκρυα δεν κυλάνε
τα στέγνωσαν καιροί

σου πήραν την ψυχή σου
σου πήραν το κεφάλι
μα τώρα η φυλακή σου
ξανά είν ανοιχτή
η απόφαση δική σου
η Αυστραλία μεγάλη
μακριά από μια χώρα
αποκαρδιωτική

μα κρίμα που δεν ξέρεις
πως μπήκες στο κανάλι
και τούτο εδώ το χάλι
το έφτιαξες κι εσύ
μαζί μ όσους εκλέγεις
σαράντα χρόνια πάλι
αντάλλαγμα ζητώντας
αντί πολιτική


σε μια μικρή βαλίτσα
με ρούχα εργασίας
μια βίζα απελπισίας
στο άγνωστο ζητάς
κι αντίο ελλαδίτσα
της ανυποληψίας
της φαύλης σωτηρίας
της κρατικής λαδιάς

σου έδωσε το δίκτυο
ελπίδες μαζεμένες
για κοινωνίες ξένες
που ανθρώπινα γερνούν
μα εκεί οι υποχρεώσεις
θα είναι δεδομένες
και νομικά δεμένες
τα αστεία δεν περνούν


μα κρίμα που δεν ξέρεις
πως μπήκες στο κανάλι
και τούτο εδώ το χάλι
το έφτιαξες κι εσύ
μαζί μ όσους εκλέγεις
σαράντα χρόνια πάλι
αντάλλαγμα ζητώντας
αντί πολιτική

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Ξέρει τι κάνει…


Είναι γνωστό τοις πάσι ότι αν κάτι καίει τον Βενιζέλο αυτή είναι η περίφημη και αδιαπραγμάτευτη υστεροφημία του. Για το λόγο αυτό μην παραξενευτείτε καθόλου, αν προτείνει την επέκταση του μέτρου της εργασιακής εφεδρείας για όλους τους ιστορικούς του μέλλοντος έως το 2070.

Η αισιόδοξη πλευρά της τρόικα


Μεγαλύτερη ευελιξία και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις με επέκταση της εργασιακής εφεδρείας και στα αισθηματικά μας ζητήματα θα προτείνει η τρόικα στην κυβέρνηση προκειμένου: α ) να αποκτήσει μεγαλύτερα ερείσματα στην ελληνική κοινωνία και β) να ανοίξει περαιτέρω η αγορά των διαζυγίων που βρίσκεται σε ύφεση τα τελευταία χρόνια.

Τοκετός

Κράτα μικρή απόχη
μπροστά στη λίμνη αυτή
η εποχή δεν το χει
πολύ να κλονιστεί

κράτα δυο πήχες σύρμα
κάπου θα χρειαστεί
ετούτο εδώ το νήμα
δύσκολα θα κοπεί

ξεκίνησε ο αγώνας
στη μαραθώνια γη
και πάγωσε ο αιώνας
προτού ξημερωθεί

ξεκίνησε ο αγώνας
τα λάβαρα στη γη
ετούτος ο χειμώνας
δεν θα χει επιστροφή

κράτα μικρό καλάθι
γεμάτο να φανεί
η ανθρωπιά υπάρχει
μίκρυνε η ζωή

κράτα δυο δράμια ελπίδα
μήπως και ζητηθούν
φτώχεια πικρή και χλίδα
πως θα συμπορευτούν;

Ακούστηκε στο σώμα
ο πρώτος ο σπασμός
μακρύς θα είναι ακόμα
αυτός ο τοκετός

ακούστηκε στο σώμα
βαθιά μια προσταγή
το άγριο ετούτο χώμα
θα σβήσει ή θα σπαρθεί

Stitches (A Memoir) του David Small


Η θερμή υποδοχή που επεφύλαξε η παγκόσμια λογοτεχνική κριτική στο Graphic Novel του David Small «Stitches» ( στην Ελλάδα κυκλοφορεί στα Αγγλικά) δικαιολογείται εν μέρει από περισσότερους του ενός λόγους. Ο σημαντικότερος, κατ εμέ, είναι ότι με αυτό το αυτοβιογραφικό βιβλίο ο συγγραφέας και εικονογράφος, καταδύεται με αυταπάρνηση και πόνο στα εξαιρετικά ψυχρά νερά της παιδικής του ηλικίας, για να ανασύρει μνήμες δυσάρεστες και ενοχλητικές όσο σχεδόν και το μυστικοπαθές οικογενειακό περιβάλλον μέσα στο οποίο έζησε.
Η οικογένειά του μοιάζει μ ένα κλειστό, μικροαστικό κύκλωμα, σχεδόν δυσλειτουργικό, που χαρακτηρίζεται από μια εγγενή αδυναμία έκφρασης. Αυτό αποτυπώνεται γλαφυρότατα μέσα από πρόσωπα βλοσυρά, ανικανοποίητα, ανέκφραστα και παγωμένα, τα οποία, έχοντας ερμητικά κλειστά τα διπλά παραθυρόφυλλά της ψυχής τους, αποπνέουν άκαμπτο δογματισμό, αρρώστια, μιζέρια και καταπιεσμένα ένστικτα. Εν ολίγοις, φαίνεται σαν να μην είναι κανένας ευχαριστημένος με τη ζωή του ενώ παράλληλα να χρεώνει με όλη την δυστυχία του κόσμου τα ίδια του τα παιδιά , που απορροφούν σαν σφουγγάρια τις εκπομπές ανεκπλήρωτης ματαίωσης των γονιών τους.
Με τη χρήση ταπεινών εκφραστικών εργαλείων όπως ένα θαυματουργό πενάκι κι ένα ευέλικτο πινέλο και με λίγο υδατοδιαλυτό μελάνι για τις πανέμορφες διαγραμμίσεις και τις εφιαλτικές σκιές
ο David Small περιγράφει με εικαστική απλότητα και αφαίρεση μια μικρή κόλαση μικροτήτων , παρερμηνειών και παρεξηγήσεων όπως την βιώνει ένα ευαίσθητο και ταλαντούχο παιδί, γεμάτο με αναπάντητα ερωτήματα και ανεξιχνίαστους φόβους.
Το ντεκόρ είναι κλινικό, μουντό και αδυσώπητα ουδέτερο, ενώ σ ένα δεύτερο επίπεδο ένα βιομηχανικό αστικό περιβάλλον υψώνεται πάνω από τις ζωές των ανθρώπων δικαιολογώντας κάθε έλλειψη ευαισθησίας και ενδιαφέροντος, κάθε αμεριμνησία και αμέλεια.
Η ιστορία έχει χαρακτηριστικά τραγωδίας κάτι που ενισχύεται από τον εξαιρετικό ρυθμό με τον οποίο ξετυλίγεται το κουβάρι της, ενώ, απεναντίας τα σκίτσα δίνουν ένα πιο ανάλαφρο και ανακουφιστικό τόνο μέσα από γραμμές που συχνά δεν παίρνουν πολύ στα σοβαρά τον εαυτό τους, εμπνεόμενες από την σχεδιαστική επάρκεια και δεινότητα του δημιουργού τους και μιλώντας τη γλώσσα μιας καθ όλα άχαρης και φορτισμένης από πεπιεσμένα συναισθήματα παιδικής ηλικίας.
Αμφιρρέποντας ανάμεσα στην επικρατούσα αντίληψη περί διαπαιδαγώγησης των παιδιών και στην πραγματικότητα των εξαιρέσεων που μολύνουν τον κανόνα, το βιβλίο θίγει με εξαιρετική ακρίβεια περίπλοκα ζητήματα όπως η υγεία, η αγάπη και η έλλειψή της , οι ενοχές και η διατήρηση της οικογενειακής συνοχής μέσα σ ένα περιβάλλον που σε εκμαυλίζει για να καταπιέσεις τις υποχρεώσεις σου και να ζήσεις όσο πιο έντονα σηκώνει το πορτοφόλι σου τις απεριόριστες καταναλωτικές δυνατότητες, σηματοδοτώντας τη λήξη μιας ενηλικίωσης που μεθοδεύει τη δική της σωτηρία μέσα από την διαμοίραση των συσσωρευμένων φορτίων της.
Αλλά κυρίως αμφισβητώντας ευθέως αντανακλαστικές πεποιθήσεις αιώνων και θέτοντας ζωηρές αμφιβολίες σχετικά με την αυτονόητη και αδιαπραγμάτευτη φύση της οικογενειακής αγάπης.

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Νηρηίδα

Δυο κύματα καφέ της Αμοργού
υψώθηκαν στο χείλος του γκρεμού
και φτιάξανε σπηλιές και μονοπάτια
και μία γέφυρα που πάει αλλού

τι θά βαζε ο Νώε στο σκαρί του;
αν σε αγάπαγε κι ήσουν μαζί του
δεν θα υπήρχαν ζώα ούτε ανθρώποι
μόνο του Κάιν οι απότομοι οι τρόποι

κι εγώ βαθιά στα βιβλικά σου μάτια
κοιτάζω κόσμους πού γιναν κομμάτια
πάνω στη ρίζα του κακού κοιμάμαι
κι όλο πιο λίγα πράγματα φοβάμαι

μάγισσα, ξωτικό και Νηρηίδα
γέρασε και η τελευταία ελπίδα
μα οι ελπίδες μόνες τους γεννιούνται
όταν ξυπνούν μαζί δυο που αγαπιούνται

Μάλλον σκιάχτηκε από το επιτόκιο


Αν όπως πολύ συχνά διατείνεσαι , δεν έβαλες τα προσόντα σου στον τόκο, μήπως γίνεται να τα βάλεις στον κόπο;

Εναλλακτική πραγματικότητα (του David Ambrose)


Μια πτώση από τη στέγη του σπιτιού του, ένα παραλίγο αυτοκινητικό δυστύχημα κι ένα πολύ έντονο προαίσθημα τραγωδίας για τριπλότυπη επανάληψη του κακού κατά τη διάρκεια μιας επαγγελματικής συνάντησης, ωθούν τον Ρικ Χάμιλτον, επιτυχημένο επιχειρηματία στον τομέα των εκλεκτικών εκδόσεων και ευτυχισμένο οικογενειάρχη να τα βροντήξει όλα επιτόπου προκειμένου να ακολουθήσει το νήμα της προδιάθεσής του. Κάθε λεπτό που περνάει το μυστήριο περιπλέκεται ακόμα περισσότερο, καθώς η πραγματικότητα τού αρνείται διαρκώς και περισσότερα πράγματα από αυτά που ο ίδιος θεωρεί αυτονόητα και θεμελιώδη την ώρα που μια άλλη εναλλακτική εκδοχή βάζει τη ζωή του στις διπλές ράγες ενός εφιάλτη.
Γραφή κινηματογραφική, συμπυκνωμένη καλά μελετημένη με ήρωες που συνδέονται με εξαιρετική ακρίβεια μεταξύ τους για να υπηρετήσουν μια καλά δομημένη πλοκή. Η ιστορία που μας αφηγείται ο David Ambrose είναι γοητευτική, καταδεικτική της μυστηριώδους δύναμης του σύμπαντος, για το οποίο κατά τα φαινόμενα τίποτα δεν είναι απραγματοποίητο. Ο Ambrose ξανοίγεται σε άγνωστα ύδατα, βουβά και ακατοίκητα και καταπιάνεται με ένα υλικό ακόμη αδιάγνωστο και μυστηριώδες όσο και η καρδιά της κβαντικής μηχανικής, προσφέροντας ένα θρίλερ για τις διαφορετικές προσωπικότητές μας που συνυπάρχουν σε μία κεντρική και τις δυνατότητες απελευθέρωσής τους στα δικά τους ξεχωριστά πεπρωμένα.
Για τον ήρωα του μυθιστορήματος, που κινείται μεταξύ ρεαλισμού και επιστημονικής φαντασίας, το θέμα δεν είναι να συμβιβαστεί με μια επικαλυπτόμενη πραγματικότητα, ή να πιστέψει ότι μπορεί ανενδοίαστα και αυτόβουλα να πατά μια στη μία και μια στην άλλη βάρκα των εναλλακτικών του διαδρομών, αλλά να αποδεχτεί ότι σε όλη του τη ζωή ή τουλάχιστον μέχρι να φτάσει στο ένδοξο κατώφλι των γηρατειών, θα είναι ανίκανος να μοιραστεί ένα βίωμα, που ο κόσμος των αισθητών δεν μπορεί να αντικρίσει με τα περιορισμένα μέσα του. Έτσι ένας μυστηριώδης άνεμος απειλεί να σαρώσει τη φωτιά της αυτογνωσίας, την γλυκιά γοητεία των συμπτώσεων, τις παγιωμένες συνήθειες και διαθέσεις, επιτείνοντας ένα αίσθημα ερημιάς και εγκατάλειψης.
Πλέον το παζλ των ανθρώπων που τον περιζώνουν μεταλλάσσεται σ ένα αγνώριστο ψηφιδωτό, όπου τα οικεία πρόσωπα γίνονται άγνωστα, αδιάφορα ή και επιθετικά.
Τότε, ο διάλογος, ανάμεσα στην επιστήμη και την ανθρώπινη ψυχή γίνεται αέναος και τα αποτελέσματά του ποικίλουν. Άλλοτε προσανατολίζουν την ανθρώπινη συνείδηση προς πιο σαφείς κατευθύνσεις, ορίζοντας το περίγραμμα και το σχήμα της με καθαρές οριογραμμές. Και άλλοτε πάλι την βυθίζουν σ ένα κυκεώνα αναπάντητων ερωτημάτων, αναφορικά με την προέλευση, την φύση και τον προσανατολισμό του είδους.

Έτσι, όταν τα πράγματα δυσκολεύουν ή ξεστρατίζουν επικίνδυνα, όταν η επιστήμη αδυνατεί να απαντήσει σε κάτι που την ξεπερνάει κι όταν η τέχνη διευρύνει τις μετρήσιμες δυνατότητες επιλογής δια των βασιλικών οδών, της φαντασίας και του ονείρου, το σύμπαν αποκτά μια εφιαλτική, εξωκοσμική και καθαρά εγκεφαλική όψη με αποτέλεσμα οι άνθρωποι που συναισθάνονται την πολυπλοκότητα των διαδρομών του να χρειάζεται να εξοπλιστούν μ ένα πρωτόγνωρο κουράγιο και υπομονή για να αντιμετωπίσουν τα καχύποπτα βλέμματα των επιστημόνων σε αντιδιαστολή με τα πανικοβλημένα μάτια των οικείων τους.

Και στην κατακλείδα να αιωρείται ένα μεγάλο ερώτημα: άραγε είναι δυνατόν να μπορέσουμε να κατανοήσουμε την συμβατική πραγματικότητα του μικροπεριβάλλοντός μας δίχως συνυπολογισμό του απροσμέτρητου και αχαρτογράφητου συμπαντικού χώρου;

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Πρέπει να προχωρήσεις...


Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη στους αγαπημένους μας ήρωες του “LOST” μετά το τέλος της περιπέτειάς τους:

Ο Λοκ συναντά τον Άνθιμο και χάνει την πίστη του
Ο Χιούγκο αγοράζει το «Ελληνικό» για να φτιάξει ένα τεράστιο συγκρότημα πολυτελών κατοικιών και να προσελκύσει στην Ελλάδα ξένους επενδυτές, αλλά μετά από λίγα χρόνια τα πουλάει όλα για να μπορέσει να πληρώσει το φόρο ακίνητης περιουσίας.
Ο Τζιν αναλαμβάνει να κάνει ταχύρυθμα μαθήματα Αγγλικών στον Βενιζέλο.
Ο μαύρος καπνός αποταμιεύεται σε ελβετική τράπεζα
Ο Σαγίντ αναλαμβάνει ρόλο κλειδί σε υπηρεσία είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών γνωστής τράπεζας και δέχεται δελεαστική πρόταση από το ελληνικό δημόσιο
Ο Τζέισον παίρνει το Νόμπελ Οικονομίας για την μελέτη του με τίτλο: Ελληνική Οικονομία: «Τετραγώνισαν τον φαύλο κύκλο και μπήκανε σε φαύλο τετράγωνο»
Ο Τζέιμς γίνεται πλούσιος παραχωρώντας διαλέξεις με τίτλο: Πώς να απαλλαγείτε από τη μυωπία μεταξύ 2ου και 3ου κύκλου
Η Κέιτ ανταλλάσει χειραψία με τον Παπανδρέου , ο οποίος ξαφνικά θυμάται τα πάντα (τα βολέματα από το παράθυρο, το ντάντεμα των συνδικαλιστών, το λαϊκισμό, την παρωχολογία). Το ένιωσες κι εσύ;
Ο Ρίτσαρντ αράζει στη Μύκονο όταν διαπιστώνει ότι στην Ελλάδα δεν βγαίνεις πια στη σύνταξη ούτε 600 ετών
Ο Τζακ αφιερώνει ολόκληρη τη ζωή του για να καταλάβει τι έγινε στο τέλος.

Αποστάσεις

Γύρισε ο χρόνος
δύο δέκατα πιο πίσω
σ ένα βλέμμα σου που πέρασε από δω
βρήκα το κουράγιο
μια αγκαλιά να σου ζητήσω
πριν σ αφήσω δακρυσμένη στο σταθμό

σφύριξε το τρένο
κι ο καπνός του ζωγραφίζει
μια καρδιά πελαγωμένη και μισή
πίσω απ τα γυαλιά μου
ένα δάκρυ ξεχειλίζει
που το μάζευα ολόκληρη ζωή

δεν θα σε φιλήσω
δεν αντέχω να σε βλέπω
να μικραίνεις στον ορίζοντα μπροστά
άργησε το τρένο
με κοιτάς και σου επιτρέπω
να μη πεις ούτε αντίο ούτε γεια

όταν θα επιστρέψεις
μ ένα φως ευλογημένο
θα με βρεις στην ίδια θέση να μετρώ
πόσο θα αντέξεις
να με έχεις κρατημένο
μακριά απ όσα θέλω και ποθώ

τρέμουνε τα μάτια
με φοβίζουν οι αποστάσεις
και οι καταστάσεις που μας ξεπερνούν
δυο λειψά κομμάτια
που θα δίνουν εξετάσεις
μέχρις ότου μια φορά να ενωθούν

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Ελπίδα φτιάχνεις

Ελπίδα φτιάχνεις από το πλευρό σου
από τον φίλο και τον αδελφό σου
ελπίδα φτιάχνεις από την κουλούρα
από το φίδι πού γινε μαγκούρα

ελπίδα φτιάχνεις από τη συνήθεια
που σημαδεύεται από μια αλήθεια
ελπίδα φτιάχνεις απ τα οράματά σου
απ τα κρυμμένα και τα σφάλματά σου

ελπίδα φτιάχνεις απ την παρουσία
που λείπει πιο πολύ απ την απουσία
ελπίδα φτιάχνεις απ τις αναμνήσεις
απ όσα έζησες για να εξηγήσεις

ελπίδα φτιάχνεις απ τη χαραμάδα
που μια ζωή ξεφεύγει η Ελλάδα
ελπίδα φτιάχνεις απ τους ηττημένους
που ξεπεράσανε τους βραβευμένους

ελπίδα φτιάχνεις απ τον έρωτά σου
που ξέρει ότι θά ρθει η σειρά σου
ελπίδα φτιάχνεις από κάθε αξία
που δεν την άγγιξε η ανοησία

ελπίδα φτιάχνεις ζώντας με τα λίγα
χωρίς σπαθί μα πάντα με ασπίδα
ελπίδα φτιάχνεις στ άγρια τα δάση
με το κομμάτι σου που είχες χάσει

ελπίδα φτιάχνεις ψάχνοντας για ελπίδα
να ξαναγίνει ο τόπος σου πατρίδα
ελπίδα φτιάχνεις όταν κάτι λείπει
και δεν αντέχεις των παιδιών τη λύπη…

Το Αιγαίο ανήκει στα πετρέλαιά του


«Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του», δήλωσε πρόσφατα σε τουρκικά μέσα ενημέρωσης, ο Γιώργος Νταλάρας, με αποτέλεσμα να έχει ξεσπάσει, ανοιχτά της Σάμου, πόλεμος μεταξύ του ελληνικού τόνου και της τουρκικής σαρδέλας.
Εγώ, πάντως, θα προσθέσω ότι το τραγούδι ανήκει στα μικρόφωνά του.

Αίτημα φιλίας

Πως σε λένε στ όνειρό σου;
πως σε ονόμασε ο νουνός σου;
πως σε είπε ο παπάς της ενορίας;
έχεις όνομα δικό σου;
άλλο απ το βαφτιστικό σου;
μήπως είσαι θεατής στην ιστορία σου;

πως σε φώναζαν οι φίλοι;
όταν άνοιγαν τα χείλη;
να ξοδέψουν μια απαίδευτη οντότητα;
ποιος σε έκανε ρεζίλι;
ποιος σε ξέχασε στην πύλη;
να φυλάς σκοπιά χωρίς αμοιβαιότητα;

αν σε έστειλε η πλήξη
αν το θέμα έχει λήξει
αν δεν ξέρεις την ποινή της τιμωρίας σου
αν περάσει το μεθύσι
στων ανθρώπων το μελίσσι
δεν θα γίνω σχολιαστής της υστερίας σου

μη βιαστείς να μου απαντήσεις
έχω κι άλλες ερωτήσεις
τα λιμάνια αν δεν σου αρέσουν τα απάνεμα
αν δεν βγήκες στις ειδήσεις
από φίλο αν δεν με σβήσεις
θα υποστείς στο Google ένα καλό ρουφιάνεμα

Μεμάς speaking (Περί κουρέματος)

Γιωργάκη, δεν θέλουν τα μαλλιά σου: θέλουν το μουστάκι σου

Όλα στο βυθό

Κυμάτιζες κοιτάζοντας τον ήλιο
να πνίγει τις λεπίδες του στο αδειανό ποτήρι
και να αφρίζουνε γλυκά οι φωταψίες
στο ραγισμένο πάτο του γυαλιού

κι εμένα όταν με ρώτησες κι είχα χορτάσει
τα δάκρυα της πηγής και του έρωτα τα μάτια
τα σύμφωνα που ακολουθούν τα βήματά σου
και τα δίχτυα στην πλώρη των χειλιών σου

στα κάδρα όπως απλώνονται τα τυφλά δάχτυλα
να ψαχουλέψουνε τις τρίχες των θαλασσινών μαλλιών σου
κι ένα τραγούδι χρυσαφί στο σκοτεινό βυθό
που ένα άλογο αλλόκοτο ιππεύει

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Μικρά διαλείμματα αξιοπρέπειας


Το σταυρόλεξο της επόμενης ημέρας μοιάζει να απευθύνεται αποκλειστικά σε εξαιρετικά αδίστακτους λύτες. Κυρίως σε αυτούς που προκειμένου να επιτύχουν τον επιθυμητό συνδυασμό λύσεων δεν διστάζουν να αναθεωρήσουν, να προσθέσουν, ή να αφαιρέσουν τετραγωνάκια από την ευφυή γραμμική κατασκευή.

Αναμένοντας, όμως, ένα έτος σημαδεμένο από τη μια, με βιβλικές προβλέψεις για καταστροφές ανυπολόγιστης αξίας που δήθεν προμηνύει η εκδικητική έξαρση της φύσης, και παράλληλα από την άλλη οικονομικές εξελίξεις ανυπολόγιστου βεληνεκούς που πρόκειται να καθορίσουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κληθούμε να πορευτούμε κατά τις επόμενες δεκαετίες, τοποθετημένο ως ορόσημο τόσο υπαινικτικά στις παρυφές μιας συνοικιακής εσχατιάς που τη σάρωσε ένας απρόσκλητος χείμαρρος ασυδοσίας και ορθολογικού τυχοδιωκτισμού, έχουμε να αντιπαραθέσουμε μόνο το σθένος της λογικής και την δοκιμασμένη αντοχή της ευαισθησίας. Τα μόνα όργανα αντίστασης και πλοήγησης που διαθέτει ο σύγχρονος άνθρωπος.

Άγνωστο, ακόμα, απρόβλεπτο και εντελώς αχαρτογράφητο παραμένει το 2012, και από άποψη, πολιτική, οικονομική, περιβαλλοντική, ηθική. Θα είναι ένα ακόμα έτος ακύρωσης, μήπως ματαίωσης των ισχνών προσδοκιών που έχουν απομείνει ως απολειφάδια στις ζωές μας, ή ένα έδαφος κινούμενο και πληγιασμένο όσο και τα ακροδάχτυλα των πελμάτων που θα αποτολμήσουν να το διατρέξουν; Ακόμα και η άνοιξη των υποτιθέμενων πλεονασμάτων του κ. Μόσιαλου, μοιάζει να απέχει χρόνια, αντί για μόλις λίγους αποκαμωμένους μήνες, ακόμα και η περίφημη τελική ευθεία πριν από το αόρατο νήμα τερματισμού και το αδιευκρίνιστο τέλος, μοιάζει να μην έχει ξεκαθαρίσει το τι είναι αυτό ακριβώς που πρόκειται να τελειώσει, αφού σίγουρα δεν θα είναι οι θυσίες και η λιτότητα, ενώ και ο χρόνος έχει εξελιχθεί πια σε ένα εξαιρετικά σχετικό μέγεθος.
Μ αυτά και μ αυτά, η πολύπλευρη ελληνική κόπωση γίνεται πια ορατή από κάθε σημείο του πλανήτη.
Στο εσωτερικό, την ανιχνεύεις σαφώς ευκολότερα μέσα από τα καταπονημένα πνευμόνια των πολιτικών που έχουν εξαντληθεί να εκτοξεύουν πεπιεσμένο αέρα με κατηγόριες, νουθετήσεις και παλαιοκομματικές καταλογίσεις μέχρι τις μωρολογίες των καφενείων που εξανεμίζονται για να διασταυρωθούν στον αέρα με το άρωμα των χαρμανιών και πιο χαμηλά κάτω στην κοινωνία όπου ακόμα και τα πρέπει και τα δεν πρέπει, τα φταις και τα φταίω, έχουν καταχωνιαστεί, ξεπουπουλιασμένα και απορροφημένα σε κάποια παλιά εργοτάξια ακυρωμένων συμβολισμών, για να απελευθερώσουν περισσότερο χώρο σε πιο χειροπιαστά, υλοποιήσιμα και αυτονόητα σχήματα.

Έτσι, λοιπόν, κυλά η ζωή όλων μας μεταξύ των προεόρτιων και μεθεόρτιων των επικείμενων δόσεων, με συνεχείς ταπεινώσεις εθνικές και προσωπικές στο όνομα μιας διφορούμενης εξύψωσης. Με τους πολίτες να ξημεροβραδιάζονται μπροστά στους δείκτες τους καταναλώνοντας άπληστα απαισιοδοξία και πανικό για λίγες μόνο αιχμές στοχευμένης πληροφόρησης, μια στάλα τσιμέντου ασφάλειας για να παγιώσουν λίγα μόλις τετραγωνικά μέτρα σχεδίων και προγραμματισμών, γύρω από τα βασικά και αυτονόητα. Και στα μεθεόρτια να αναζητεί ο συντετριμμένος πολεμιστής, με τις δυνάμεις του να έχουν τρωθεί και την αξιοπρέπειά του να έχει μπει ενέχυρο, λίγες μόνο στιγμές ξεκούρασης και αποστασιοποίησης μακριά από τον συστημικό κυνισμό, ενός αδιασαφήνητου πολιτεύματος, λαστιχένιου, εύκαμπτου και προσαρμοστικού, για να αποστρέψει το βλέμμα του από μια καθημερινότητα που όχι μόνο στερείται έμπνευσης, φαντασίας και ελπίδας αλλά μοιάζει να ενοχλείται και από αυτά και να τα αποστρέφεται.


Αυτή την ώρα λοιπόν, που το καινούργιο ψιθυρίζει τις προσταγές του αποκλειστικά και μόνο στα αυτιά των κυβερνώντων, οι οποίο τα έχουν κάνει μούσκεμα στην διαχείριση της ευθύνης που επωμίστηκαν και που η κοινωνία έχει διαρραγεί στα επιμέρους συστατικά της με τα μέλη της να αιφνιδιάζονται πρωτόγνωρα κάθε φορά που τυχαίνει να διασταυρώνονται τα βλέμματά τους στον ουδέτερο χώρο, κλεισμένοι ο καθένας σ ένα μικρόκοσμο αφορολόγητο και απροσπέλαστο με το μίνιμουμ ασφάλειας που δικαιούται να αιωρείται αδιαπραγμάτευτο και αναπόσπαστο πάνω από τα κεφάλια μας , ετούτη η άσκηση επιβίωσης γενικεύεται και αγκαλιάζει ολοένα και πλατύτερα στρώματα του πληθυσμού, τροφοδοτώντας τη μνήμη με μικρές σκελίδες τόνωσης και αποφασιστικότητας που χρειάζεται το ανθρώπινο πνεύμα για να εμψυχωθεί από ιδέες που φιλοδοξούν να το βγάλουν από το τέλμα και την μοιρολατρία.

Εξάλλου, η ζωή είναι πάνω απ όλα. Πάνω και από τις οικονομικές δυσκολίες, και από τις ανέχειες ακόμα και από τις καταστροφές, τις απώλειες και τα αδιέξοδα. Κι όταν το γενικό έχει αποδείξει επανειλημμένως ότι διαθέτει τους δικούς του τρόπους για να υποτάξει το μερικό στη βούλησή του, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να παραιτείται από την υποχρέωσή του να συσπειρώνει, να ενισχύει και να τροφοδοτεί την ύπαρξή του με ελπίδες ραντισμένες με αίμα και πόνο.

Παραλλαγή

Ακόμα κι αν μου εύχεσαι να βρω ζωή
και στα στενά σου εγώ κλωθογυρίζω
θα είναι μόνο μια απλή παραλλαγή
αυτού που έπρεπε εγώ να ζήσω

ακόμα κι αν τα ίχνη μου τα έσβησες
μ ένα σφουγγάρι και δυο χέρια ξένα
να σβήσεις δεν μπορείς αυτά που έζησες
κι αυτά που ονειρεύτηκες με μένα

ακόμα κι αν ο πόλεμος σταμάτησε
ακόμα κι αν δεν έφτασε η ειρήνη
αυτό το ενδιάμεσο δεν κράτησε
και ό,τι έμελλε δεν έχει γίνει

Μικρές τσιμπιές

Μικρές τσιμπιές για να θυμάσαι
πως όταν κλέβεις τη φωτιά
μόνος μπροστά σε όλα θα σαι
δε θα κοιμάσαι άλλο πια

μικρές τσιμπιές της δυστυχίας
για να ξεχάσεις κάθε αρχή
την άκρη κάθε αποτυχίας
κάθε αγιάτρευτη πληγή

μικρές τσιμπιές για να κοιτάξεις
πως πάντα υπάρχει επιλογή
κι αν δεν μπορέσεις να πετάξεις
υπάρχουν δρόμοι και στη γη

μικρές τσιμπιές, σαν φώτα ευθύνης
για ν αρχινήσεις τη σπορά
για προφητεία που αφήνεις
να εκπληρώσει άλλη γενιά

Φύλλο συκής

Πάνω στο έβδομο βουνό
υπάρχει ένα σημείο
μ ένα δρομάκι φιδωτό
που κόβεται στα δύο

το ένα προς μια εκκλησιά
το άλλο προς μια ερημιά
δυο μονοπάτια που αρκούν
όσα υπάρχουν να σου πουν

υπάρχει σχέδιο ή απλώς
είναι τυφλός ο οδηγός;
τυχαία τάχα όλα αυτά;
ή μήπως φταίνε τα γραφτά;

πάνω στο έβδομο βουνό
μία μηλιά αντέχει
κάποτε έβγαλε καρπό
κι ο κόσμος τώρα τρέχει

απαγορεύτηκε η ζωή
μες απ το δάγκωμά του
ντροπή η αλήθεια η γυμνή
φύλλο συκής θανάτου

υπάρχει σχέδιο ή απλώς
είναι τυφλός ο οδηγός;
τυχαία τάχα όλα αυτά;
ή μήπως φταίνε τα γραφτά;

Μ ένα ασύνδετο τουφέκι

Τι αποκόμισες απ την αυγή, εσύ;
φυλακισμένη σ ένα πέτρινο κεράσι
ν ακούς πουλιά να τιτιβίζουν γοερά
με κάτι ράμφη από το κρύο μεταλλικά

πρωινό εγερτήριο, τα βλέφαρα σκορπάνε
τι έμαθες γι αυτούς που καρτεράνε
πυκνή βροχή από το νότο ξεμακραίνει
σκόνη ανθρώπινη στα κόκκινα νερά

μες στο χαντάκι μ ένα ασύνδετο τουφέκι
συρματοπλέγματα δια βίου καρφωτά
μυρίζω ανάσες επιζώντων κι αποθέματα υγρά
και μυρωδιά απ το πρωτόπλαστο τσουρέκι

ΕΙΝΑΙ

Είναι μακάβρια σημάδια στο κενό, τρύπες γυμνές
σημάδια ζωηρά, χαλκομανίες της βροχής
βρώμικα απόνερα καθάριας στιγμής
και γλάροι άυπνοι στα θλιβερά κατάρτια

σημάδια ένοχα σε φως αθωωτικό
μια ραγισμένη λίμα στα ματωμένα χέρια
σημάδια ξέστρατα, ταμπέλες νοερές
για δυο περάσματα που σφίχτηκαν σαν φίδια

είναι κι ο άνθρωπος κι οι έγνοιες του οι στερνές
οι αφρισμένες ήττες οι γλυκές μαρμαρυγές
τα δισκοπότηρα που γέμισαν με χώμα
και οι φαντάροι που δραγούμισαν γιορτές

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Πλάνητας και φυγάς


Πλάνητας και φυγάς
μέσα στον κόσμο σου γυρνάς
μνήμη δεν έχεις άλλη
από του σώματός σου
δάκρυα της χαράς
μέσα στο μούστο της καρδιάς
άδειασε το κρασί
είναι ο παράδεισός σου


χώμα των εραστών
που καταβρόχθιζαν θαρρείς
τ άνομα των ληστών
και των χεριών τους τις ρυτίδες
πεταλωμένες γάτες
κι ότι πιο τρελό θα δεις
μα σε μια μέρα μέσα
θα ξεχάσεις όσα είδες

σίτεψε ο παράδεισος
κι η κόλαση γερνά
ένα καινούργιο σχέδιο
υφαίνεται στο κρύο
ψάρια μικρά η άβυσσος
και τέρατα γεννά
τίποτα δεν μαθαίνεις
πριν το ύστατο αντίο

δρόμοι και μονοπάτια
σαρκοφάγα απ τον καιρό
κάτι να πολεμάς
σου φέρνει πάντα ο αέρας
πέτρινα σκαλοπάτια
σ ένα αμίλητο βουνό
βουρκώσανε τα μάτια
της αντίπαλης ημέρας

Επεξεργασία

Φτιάξε μία εμπειρία
με πολλά προσθετικά
χίλια κάδρα μια ιστορία
γοητεύει η ψευτιά


φτιάξε μια φωτογραφία
χίλια φίλτρα θελκτικά
δίχως επεξεργασία
όλα μοιάζουνε μουντά

βάλε χρώμα και στις λίμνες
στα λιμάνια στα βουνά
βάλε χρώμα και στις μνήμες
να τις δείξεις στα παιδιά

σάρκα πλαστική και αίμα
στον προθάλαμο μπροστά
βάλε στης ζωής το τέρμα
δυο εφέ μονωτικά

θέλει η εικόνα τη ζωή της
μακριά απ τη ζωή
οι ρυτίδες είναι εχθροί της
σύμμαχός της η σιωπή

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Πάω να φτιάξω το σπίτι του κυρίου Όουεν!


Ένα καλοκαιριάτικο μεσημέρι πέντε μικρά κορίτσια χαλάνε κυριολεκτικά τον κόσμο!
Όχι εγώ είμαι η Πάτυ, όχι εγώ είμαι, όχι εγώ είμαι η Ζοσεφίνα, όχι εγώ είμαι, όχι εγώ είμαι η Αντονέλα όχι εγώ είμαι, κόντευαν να μαλλιοτραβηχτούν. Τελικά επεμβαίνω εγώ και φωνάζω:
-Εεε κορίτσια , γιατί κάνετε τόση φασαρία. Δεν μπορείτε να παίζετε πιο ήσυχα;
Μου εξηγούν ποιο είναι το πρόβλημα και ποιες ήταν εχθές η Πάτυ, η Αντονέλα και η Ζοσεφίνα και αναλαμβάνω να μοιράσω εγώ τους ρόλους για να ησυχάσουν.
Λοιπόν, λέω, σήμερα θα είσαι εσύ η Πάτυ, εσύ, η Αντονέλα και εσύ η Ζοζεφίνα.
Και μεις ποιες θα είμαστε; ρωτούν τα δύο κοριτσάκια που απέμειναν χωρίς ρόλο.
Γιατί πνίγεστε σε μια κουταλιά νερό; λέω εγώ. Εσύ θα είσαι η Μαίρη, εσύ η Λόρα και γω ο κύριος Τσαρλς Ίνγκλις.
Και τι θα κάνεις εσύ; με ρωτάνε όλες μαζί.
-Εγώ; εγώ, θα πάω να φτιάξω το σπίτι του κυρίου Όουεν.