Σ ένα βρυσάκι προσκυνά/ το έρημο στιχάκι
να γίνει ποίημα λαχταρά/ που καίει σα φαρμάκι
στο στόμα αυτής που θα το πιει/ στ αυτί που θα τ ακούσει
μια νυσταγμένη χαραυγή/ χαμένη μες στο πούσι
κάθε Δευτέρα πέφτει εμπρός/ στα μάτια του ένα άστρο
ένα ρημάδι όλο φως/ ένα παρμένο κάστρο
την διαφορά των ήχων τους/ την παίζουνε στο σκάκι
άλλο το ποίημα του λέει/ κι άλλο το τραγουδάκι
μα το στιχάκι δεν μπορεί/ το πάθος να ημερέψει
ίδιο το βάθος μας, κι εσύ, του λέει, έχεις χαζέψει
αν ήσουν άστρο γνωστικό/ θά λαμπες εκεί πάνω
μα κούρασες τον ουρανό/ με το ρηχό σου πλάνο
πέρασαν χρόνια και καημοί/ μέσα απ το καλαμάκι
που ξεδιψούν όλοι μαζί/ ρουφώντας το στιχάκι
γέρασε δίχως να γευτεί τη μέθεξη της Χάλκης
μα λίγο πριν να ξεχαστεί του μήνεψε ο Μπάτης
όπως το πέταγμα του νου/ πουλάκια αντιγράφει
έτσι το ποίημα του γιαλού/ ζηλεύει το στιχάκι
πού χει στις πλάτες του φωνές/ που ξέρουν να πετούνε
γι αυτό μη νιώθεις ενοχές/ αν σε υποτιμούνε
άρα που καταλήξαμε;/ λευκή ισοπαλία
μόνη αυθεντία ο καιρός /τα υπόλοιπα παιδεία
το βάθος το αμέτρητο/ το δίνει αυτός που σκάβει
τραγούδι είναι ο αητός/ το ποίημα καράβι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου