Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Μια δεύτερη χαμένη γενιά


Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι κάποτε ήμουν ένας πολύ αισιόδοξος άνθρωπος. Σήμερα όμως που δεν διαθέτω τίποτα προς πώληση, δεν μπορώ να υποκριθώ ούτε αισιοδοξία, αλλά ούτε και κάποιο από τα παράγωγά της. Άλλωστε, τη χάνεις την αισιοδοξία σου, θέλεις δε θέλεις από την στιγμή που κλονίζεται η πίστη σου στους ανθρώπους. Ούτε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης , ούτε ένεκα των επιπτώσεών της, συμβαίνει. Μόνο από την ασυνέπεια λόγων και πράξεων, που είναι η υπ αριθμόν ένα αιτία αυτού του κλονισμού. Και τέτοιου είδους αστροπελέκια πυκνώνουν επικίνδυνα στην ζωή μας τον τελευταίο καιρό.

Εκφραστές τους είναι άνθρωποι κοντινοί, αγαπημένοι, καλοπροαίρετοι και καλόκαρδοι που ξέρεις όμως ότι δεν μπορείς να βασιστείς επάνω τους ούτε σε προσωπικό ούτε σε ηθικό ή επαγγελματικό επίπεδο, καθώς η ανασφάλεια και η ίδια η ζωή τούς εξωθούν στο να καλλιεργούν δεύτερες σκέψεις που συνήθως παίρνουν σάρκα και οστά εντελώς αναπάντεχα για να εκτροχιάσουν τη ζωή σου. Όχι ότι βρισκόσουνα και σε καμιά φοβερή τροχιά, αλλά τουλάχιστον ένιωθες την ύπαρξη κάποιου προορισμού, κάποιου δρόμου κάτω από τα πόδια σου. Να είναι τη μια μέρα, λοιπόν έτσι τα πράγματα και την άλλη αλλιώς, είναι μια δοκιμασία που καταρρίπτει τη μια βεβαιότητα μετά την άλλη και παγιώνει τη ρευστότητα που κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας.

Ανήκω σε μια γενιά που ενηλικιώθηκε σε μια εποχή, άχρωμη, αβασάνιστη, ουδέτερη και άγευστη, όπως ήταν η δεκαετία του 1990. Χαρακτηριστικά που έμελλε να σημαδέψουν τα κοινωνικά αντανακλαστικά της σε δραματικό βαθμό. Αποδείχτηκε όμως ότι ήταν μια γενιά ανθρώπων με ετερόκλητα πεπρωμένα, φορέας τεράστιων εκπλήξεων, τέτοιων που, μόνο το ελληνικό θαύμα, θα κατάφερνε να δικαιολογήσει. Σίγουρα θα έχει βγει χαμένος σήμερα όποιος είχε μπει τότε στη διαδικασία του να ποντάρει το ποιος πρόκειται να αποκτήσει ένα ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης και ποιος όχι, απ όλα εκείνα τα παιδιά που έτρεχαν στις τελευταίες αλάνες των πόλεων. Από μια άποψη είμαι σχεδόν χαρούμενος που οι τελευταίοι εκείνης της εποχής έσονται σήμερα πρώτοι, γιατί είναι ωραίο να βλέπεις κάποιον να πετυχαίνει εκκινώντας από μια αφετηρία που υπολείπεται από τη δική σου. Από την άλλη σκέφτεσαι ότι κι εσύ έκανες ότι χρειαζότανε για να πετύχεις κάποια από τα όνειρά σου, προσπάθησες όσο κι αυτοί, αν όχι περισσότερο, αλλά δεν κατάφερες ποτέ να ξεφύγεις από τη μιζέρια μιας απίστευτα συμβατικής καθημερινότητας. Κουράζεσαι να κατηγορείς την αναξιοκρατία, την φαυλοκρατία και την ευνοιοκρατία, για όσα σου συμβαίνουν, αλλά βαθιά μέσα σου ευτυχώς αναγνωρίζεις ότι είναι άδικο και να κατηγορείς για όλα αυτά μοναχά τον εαυτό σου.

Τελικά, όσοι από αυτούς κατάφεραν να χωθούν σε μια δημόσια υπηρεσία, συνήθως χωρίς εξετάσεις και άλλες τέτοιες περιττές διαδικασίες, ή όσοι κληρονόμησαν τη δουλειά του πατέρα τους πιθανότατα να μην αναλογίστηκαν ποτέ ότι κάποιοι συνομήλικοι τους ανήκουν σε μια υποκατηγορία σχεδόν χαμένη από χέρι. Που έκανε το λάθος να στραφεί στα γράμματα, στις τέχνες, τις επιστήμες, ή την τίμια καθημερινή δουλειά, να βασιστεί στις φτωχές δυνάμεις της και να ζήσει χωρίς καμιά απολύτως προοπτική, χωρίς μέλλον και δυνατότητα προγραμματισμού ακόμα και για τα αυτονόητα.

Μια υποκατηγορία ανθρώπων που έμαθε να εξαναγκάζεται σε εθελοντική εργασία, να αναμετριέται καθημερινά με το βιογραφικό της το οποίο ποτέ και για καμιά δουλειά δεν είναι αρκετό, να ζει με ορίζοντα ημέρας, εβδομάδας, μήνα, και να έχει να ελπίζει μοναχά σε μία διέξοδο προκειμένου να κερδίσει την συντριμμένη της αυτοεκτίμηση: στη μετανάστευση. Με λίγα λόγια, την απόφαση που θα της δώσει την ευκαιρία να αποδείξει στον ίδιο της τον εαυτό ότι οι τελευταίοι δεν έσονται πάντα πρώτοι με απολύτως αξιοκρατικά κριτήρια και τίμια προσπάθεια, όπως πιθανότατα υπονοεί η βιβλική ρήση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου