Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Από την αδιαφορία στην αγανάκτηση και από τον φραπέ στα μανιφέστα: το χρονικό των χαμένων ενδιάμεσων βημάτων


Λουφαδόροι και αγανακτισμένοι στο στρατό ήταν σχεδόν πάντα τα ίδια πρόσωπα. Ήταν, μάλλον, τυχαίο.

Θεωρώ ότι υπάρχει ένα δεδομένο που πρέπει να το λάβουμε υπόψιν μας: ότι απαξιώνει κανείς πλήρως το πολιτικό σύστημα μόνο όταν κάποτε εξαρτήθηκε πολύ από αυτό ή όταν επένδυσε υπερβολικά επάνω του। Κι ότι διατηρεί μια πιο ψύχραιμη και ανεκτική στάση, ελπίδας, και κριτικής αναμονής, μόνο όταν έχει μάθει να βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις για να υλοποιήσει όνειρα, προοπτικές και συνθήκες προόδου για τον ίδιο και τους συνανθρώπους του।

Από την άλλη, η τηλεοπτική αγανάκτηση είναι ένα εντελώς υποκειμενικό συναίσθημα. Και ως εκ τούτου αρκετά βολικό, καθώς όλοι κατανοούνε έναν αγανακτισμένο και όλοι τον αφήνουνε στην ησυχία του. Όμως, η ιστορία μοιάζει λίγο με τον ψόφιο κοριό και τον στρατιώτη που υποκρίνεται τον νεκρό για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού.

Θυμάμαι ότι στο στρατό όταν πηγαίναμε να σκάψουμε ένα λάκκο πάντα ο αγανακτισμένος του «γερμανικού νούμερου» την γλίτωνε με μια υποτυπώδη καθαριότητα του θαλάμου. Επίσης διαχρονικά θυμάμαι ότι οι μεγαλύτεροι λουφαδόροι που συνάντησα στη ζωή μου ήταν ταυτόχρονα και οι πιο αγανακτισμένοι. Η πραγματική, όμως, αγανάκτηση είναι ένας εξαντλητικός βρασμός ψυχής που εξασθενίζει και τον πιο δυνατό οργανισμό όταν υφίσταται για περισσότερο από μερικές ώρες. Με παραπλήσιο τρόπο τέτοιο είναι και το αίσθημα της ικανοποίησης μιας ανάγκης ή ακόμα και της ίδιας ευτυχίας. Κάτι το οποίο από 1000 διαφορετικούς ανθρώπους θα εξηγείται πάντοτε με ισάριθμους διαφορετικούς τρόπους. Διαχρονικά, όμως, πάντα έχει και κάποια πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι η συγκέντρωση ενός μεγάλου ψυχικού φορτίου στα σπλάχνα ενός ανθρώπου, που είναι πιεσμένος από μια κατάσταση και δεν βλέπει καμιά δυνατότητα διαφυγής στον ορίζοντα. Τέτοιοι άνθρωποι μπορεί να είμαστε εμείς, οι διπλανοί μας ή οι γείτονες, έχοντας χάσει την δουλειά μας, χρωστώντας και μη μπορώντας να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας ή και για χίλιους δυο άλλους λόγους
Το δεύτερο συνηθισμένο χαρακτηριστικό είναι η αγανάκτηση που συναντά κανείς στα πληγωμένα παιδιά με τη μορφή θυμού ή απόλυτης άρνησης, όταν δεν τους γίνεται κάποιο χατίρι, ή όταν τους υπόσχεσαι κάτι και υποχωρείς. Ένα τρίτο χαρακτηριστικό είναι η έλλειψη γνώσης, ή η αδυναμία κατανόησης των δεδομένων που προέρχεται από μια σειρά από βολικά στερεότυπα που επιτρέπουμε κατά καιρούς να κατακλύζουνε τη σκέψη μας. Πόσοι από εμάς άλλωστε, δεν συναντήσαμε στη ζωή μας ανθρώπους, οι οποίοι κάποια στιγμή έγιναν αποδέκτες ορισμένων λογικών απαντήσεων ή παραμέτρων που δεν γνώριζαν και είδαν την αγανάκτησή τους να καλμάρει ή και να διοχετεύεται σε πιο προφανείς επιλογές;
Συνοπτικά η αγανάκτηση είναι ένα ασχηματοποίητο συναίσθημα που παραμένει ως τέτοιο σκόπιμα πολλές φορές για να μην αποκαλυφθεί το πραγματικό περιεχόμενό του, το οποίο συχνά εντάσσει και τον ίδιο τον φορέα του στη δημιουργία και τη λύση του προβλήματος. Και ο αγανακτισμένος δεν φοβάται απλώς μήπως αποκαλυφθεί η συμμετοχή του στη δημιουργία του προβλήματος, αλλά κυρίως ανησυχεί για το δεύτερο σκέλος, τη συμβολή του στη λύση.
Θέλω να πω ότι για παράδειγμα ένας αγανακτισμένος οδηγός γνωρίζει από πρώτο χέρι, ότι κάθε φορά που βάζει μπρος τη μηχανή του αυτοκινήτου του, θα συναντήσει στους δρόμους της πόλης μια ανυπόφορη κατάσταση, χωρίς όμως να συνειδητοποιεί ότι και ο ίδιος συμβάλλει σ αυτήν με το να χρησιμοποιεί καθημερινά το όχημά του.
Και φυσικά χωρίς να είναι πρόθυμος να εγκαταλείψει την αγαπημένη του συνήθεια.

Από εκεί και πέρα κοινωνιολογικά η κοινωνική αγανάκτηση ανιχνεύεται στην κορυφή μιας κλίμακας συναισθημάτων που ξεκινούν από την αδιαφορία, την συμμετοχή, το αίσθημα της προδοσίας, την τσατίλα, τον θυμό, την οργή κτλ.
Η υπερπήδηση των ενδιάμεσων στάσεων για ένα άλμα από το πρώτο στάδιο στο τελευταίο είναι όμως πραγματικά ένα αξιομνημόνευτο γεγονός, που σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έφτασαν απευθείας στην αγανάκτηση χωρίς να εκφράσουν εν τω μεταξύ τα ενδιάμεσα συναισθήματα τους.
Σχηματικά θα έλεγα ότι μοιάζει με το να ξυπνάει ένα πρωί ένας αδύνατος άνθρωπος και να διαπιστώνει ότι ήδη έχει ξεπεράσει τα 120 κιλά και ταυτόχρονα να μην μπορεί να διανοηθεί πως τα απέκτησε τρώγοντας-όπως θυμάται από τις τελευταίες ημέρες- μόνο σαλάτες και ελαφρά επιδόρπια.
Ε, κάτι τέτοιο δε γίνεται. Όπως δεν γίνεται και το να νιώσεις ξαφνικά αγανακτισμένος, αν δεν έχεις νιώσει πρώτα συμμέτοχος, τσαντισμένος, θυμωμένος οργισμένος κτλ, επειδή δεν νοείται συνολικά όψιμη συνοδοιπορία στην αγανάκτηση.
Σημαίνει ότι πιθανότατα και εσύ ελαφρώς αδιαφόρησες, όταν το έβλεπες όλο αυτό το πράγμα να εξελίσσεται και να παίρνει τη μορφή χιονοστιβάδας που θα καλύψει τα πάντα.
Και αδιαφόρησες για διαφορετικούς πιθανότατα λόγους από τον διπλανό σου στις πλατείες της αγανάκτησης, που μπορεί να έπιανε και δύο χιλιάρικα ως υπάλληλος σε κάποια Δ.Ε.Κ.Ο και που τώρα εμφανίζεται λογικά κατ αυτόν αγανακτισμένος για τις περικοπές που έχει υποστεί το εισόδημά του ή για το γεγονός ότι πρέπει πια να εργάζεται τις ίδιες ώρες που εργάζονται και οι υπάλληλοι στον ιδιωτικό τομέα.
Αδιαφόρησες σίγουρα για διαφορετικούς λόγους και από όλους αυτούς τους συναδέλφους σου στις πλατείες που έκλεβαν και που κλέβουν συστηματικά το κράτος ή που είχαν αναπτύξει με τα κόμματα μια σχέση δούναι και λαβείν η οποία σήμερα μοιάζει να έχει χρεοκοπήσει και να μην τους εξυπηρετεί πια.
Τέλος αδιαφόρησες σίγουρα για διαφορετικούς λόγους, και με όσους επένδυσαν πάνω στην αναξιοκρατία, που σπούδαζαν και δε σπούδαζαν που πήραν ένα πτυχίο το οποίο δεν ανταποκρινόταν σε ισοδύναμο επίπεδο γνώσεων με τον τίτλο του, αλλά και με δικιά τους ευθύνης και που φυσικά δεν είχαν κανένα απολύτως λόγο να απαιτούν την αλλαγή ενός σκηνικού που τους βόλευε απίστευτα από όλες τις πλευρές.
Από την στιγμή λοιπόν που αδιαφόρησες για τόσο διαφορετικούς λόγους με όλους αυτούς που έφεραν μαζί με τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου την χώρα στο σημερινό της χάλι πως μπορείς και αγανακτείς μαζί τους για τους ίδιους λόγους;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου