Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Ποιος δεν είσαι;


Τα χρόνια σαπίζουν σαν καυτές πατάτες πάνω στη ζυγαριά της ιστορίας. Αυτή είναι ίσως η μόνη και η πιο αδιαπραγμάτευτη ιστορικά συνθήκη που δεν αρνιούνται όσοι άνθρωποι εμπλουτίστηκαν με έναν μειλίχιο και αδιαπέραστο χαρακτήρα.

Τα υπόλοιπα είναι αυταρχικές φωνές, παραπλανητικοί θόρυβοι, άναρχες κραυγές και παραλυτικές οιμωγές, ένας ατελείωτος υποκειμενισμός, μπροστά από μια κατηφόρα γεμάτη πέτρες, σχίνα και αγκάθια, που διαδέχεται μια ανηφόρα γεμάτη από άτσαλα υποστυλώματα και ετοιμόρροπα αποκούμπια, ανερμάτιστα και αδικαιολόγητα διασκορπισμένα στον κατακερματισμένο χώρο.

Λένε ότι κανένας από εμάς, όταν συναντάει αυτοπροσώπως τη χαρά της ψυχραιμίας, δεν καταφέρνει να την λησμονήσει. Είναι μια από τις λίγες ήττες που δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να απολαύσει. Αυτήν την ήρεμη αποδοχή της ζωής με τα έτσι και τα αλλιώς της, την ανακουφιστική παραδοχή ότι κάποια πράγματα απλώς δεν γίνονται, τη στοχαστική λιτανεία του ευπροσήγορου ανθρώπου. Παρατηρείς ότι μια και μόνο λέξη περικλείει τόση πολλή ήρεμη φροντίδα στα σωθικά της. Ευπροσηγορία: μια γεμάτη διαδρομή, αιώνων, χιλιετιών, κάτω από βαθύσκια πλατάνια, δίπλα σε παγωμένα ρυάκια και μονοπάτια που αρνήθηκαν πεισματικά να διασταυρωθούν με λεωφόρους, που δεν υπέκυψαν στη χαρά του να ανακαλυφθούν, να καταπατηθούν και να εξυμνηθούν από τον πρώτο τυχόντα και αποφάσισαν να αυτοκαταργηθούν καταλήγοντας σε κάποιο πετρωμένο αδιέξοδο.
Μπορεί να τα συναντούσες αυτά τα μονοπάτια, μπορεί και όχι. Θα τα ακολουθούσες όμως μοναχά αν αναγνώριζες στις συστάσεις μεταξύ σας, την ήπια αλλά χειμαρρώδη υφή της ευπροσηγορίας.

Άλλωστε, ξέρεις, ότι υπάρχει κάτι που μετράει περισσότερο και από την διαδρομή ακόμα και από τον προορισμό. Είναι ο ίδιος ο δρόμος. Το αναλλοίωτο εκείνο κομμάτι της απόστασης που μας χωρίζει από τους στόχους και τις εμπειρίες μας. Από τη γνώση του εαυτού μας, μέσα από την κατανόηση της ιδιομορφίας του τρόπου που ο καθένας μας ξέρει να ταξιδεύει.

Κι έτσι έρχονται και φεύγουν τα καλοκαίρια με τις ξεκούραστες σκιές τους και τις γεμάτες προσμονές εφηβικές ενδυμασίες τους. Κι από πίσω τους ρέουν σαν ποταμάκια τα φθινόπωρα που μοιάζουν με γλυκές καλημέρες που δεν ειπώθηκαν ποτέ, υπακούοντας σε ένα πνεύμα ατολμίας και αιώνιας βιασύνης που αφήνει την ψυχή μας να παραδίδεται στους μικρούς και μεγάλους θανάτους της, ακανόνιστα, ατελεύτητα, μισο-ολοκληρωμένα και ατελώς ανεπτυγμένα. Είμαστε απλώς μισοειπωμένες φράσεις, γι αυτό είναι και τόσο πολύ σημαντικό το να προσπαθούμε να γίνουμε κατανοητοί, στο χρόνο που μας αναλογεί.

Εξάλλου, καμιά απολύτως προσθήκη δεν είναι ικανή να υποκαταστήσει τη χαμένη ευκαιρία των φθινοπώρων, που σαν εύθρυπτες δασκάλες που δεν καταφέρνουν να βάλουν σε πειθαρχία την τάξη τους εγκαταλείπονται μεταξύ σπασμένων γιαλών με ακανόνιστα σχήματα και αιχμηρά άλγη.

Θυσία στους οπωροφόρους χειμωνιάτικους ορίζοντες των μεγάλων δισταγμών και των δειλών εφορμήσεων, με τις απαρέγκλιτες διαδρομές, και τους δογματικά στοιχειοθετημένους κανόνες της θλιβερής οικειότητας που παράγει σιγουριά και θεμελιώνει τα ανοξείδωτα κάστρα και τις φιλικές γροθιές που υπόσχεται η μυροφόρα άνοιξη.

Κι έτσι, που επιστρέφουμε ξανά; Στη ζυγαριά της ζωής.
Σε μια παλιά συσκευή φτιαγμένη για να σε κλέβει ανερυθρίαστα ώστε να μην σε εξαπατήσει. Επιλέγοντας τα ζύγια για να σου υπονομεύσει τα περιθώρια, φυτεύοντας σα νάρκες τα αινίγματα που αρνείσαι να συναντήσεις, φτιάχνοντας το εύκρατο κλίμα για να σου δώσει ένα ισορροπημένο χαρακτήρα, και αφήνοντας μερικά από τα πιο σημαντικά υπόλοιπα στην διακριτική σου ευχέρεια.

Κι εκεί είναι που καταλαβαίνεις, σαν πας να ασκήσεις το δικαίωμά σου στην ελεύθερη βούληση, ότι κάθε φορά που πας να πιάσεις δυνατά κάτι με τα χέρια σου, εμφανίζεται μια ισόποση δύναμη να το τραβάει προς την αντίθετη κατεύθυνση και να προσπαθεί να σου το στερήσει για να το αποκτήσεις περισσότερο μέσα από την έλλειψή του.

Τότε είναι που προσδιορίζεις, στη θέα των πρώτων ξεραμένων φύλλων, την αρχή του φθινοπώρου και αποσαρθρώνεσαι ατενίζοντας ψυχολογικά τον κόσμο μέσα από διαφορετικούς φακούς, από ξεχωριστές εστιακές αποστάσεις, άξονες και γωνίες.
Φυγοπονείς και αισιοδοξείς ταυτόχρονα θωρώντας τη ζωή με βάση τα γεωλογικά κριτήρια εξιστόρησης και απελευθερώνεσαι από τις σκοτούρες της βιομέριμνας - και από το πεισματικό βάρος της καθημερινής βιοπάλης, προσωρινά ή μόνιμα-από εσένα μόνο εξαρτάται
Μετά χρησιμοποιείς έναν άλλο φακό, με μικρότερη εστίαση, αυτόν που μετρά τον κόσμο με ιστορικά κριτήρια και που σε τοποθετεί σαν κουκκίδα στην άμμο για να σε ακυρώσει στα μάτια σου, δίνοντάς σου την ευκαιρία να νιώσεις τη βίαιη αίσθηση του ποιος πραγματικά είσαι μα κυρίως του ποιος δεν είσαι.
Και για το τέλος ένας τρίτος φακός που σε βοηθά να ερμηνεύσεις τον κόσμο με βάση χρονογραφικά κριτήρια, προσφέροντάς σε την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσεις μέσα σ ένα ατελείωτο κοντινό πλάνο που σε μεγιστοποιεί μπροστά στο υπόλοιπο ντεκόρ.

Αυτό, μοιάζει να σου υπενθυμίζει ότι η ζωή είναι πάνω απ όλα η ευκαιρία σου στην αναπνοή και το πρωινό ξύπνημα, κάτι που θα το συνειδητοποιήσεις μοναχά αν απομακρυνθείς εκουσίως από το φακό για να συμπυκνωθείς όσο χρειάζεται ώστε να μπορείς να πάρεις τη θέση που πραγματικά σου αναλογεί στο βάθος του φλουταρισμένου σκηνικού.
Εκεί, όπου η αναπνοή είναι πάντοτε καθαρή και πλήρης και τα διαυγή και ηλιόλουστα πρωινά γεμάτα από μια ήπια ελπίδα και μια εμπιστεύσιμη αίσθηση αισιοδοξίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου