Πάνω απ το χείλος έβγαζε
της πρώτης νιότης χνούδι
και την παντόφλα έσκαζε
σε κάθε είδος ζούδι
την προσευχή του έλεγε
σε μια ξυλογραφία
καπνοσακούλα έδενε
στην τσέπη του την κρύα
έφτιαχνε η μάνα κι έδινε
βαλσάμια, ξόρκια, τέτοια
μάγισσα ήταν κι έγδυνε
ανθρώπους πού χαν ντέρτια
χρήμα βαρύ στην τσέπη τους
δεν άφηνε να μείνει
με λόγια της παρηγοριάς
αλάφρυνε η ευθύνη
χαμήλωσε το φτυάρι του
και φάνηκε απ το λάκκο
και ο πελάτης του βγαλε
δολάρια ένα πάκο
ο γιος κείνης της μάγισσας
κηδευτικά απαγγέλλει
τα μάτια του λαμπύριζαν
τον έβλεπε η αγέλη
ξερό κλαδί ροδακινιάς
τον άγγιξε στον ώμο
αέρας φύσαγε, νοτιάς
σκόνη πυκνή στο δρόμο
το φτυάρι μέσα έχωσε
ίσαμε πόντους δέκα
και ακούμπησε το λείψανο
που ήτανε η γυναίκα
δεν άντεξε και ούρλιαξε
σηκώθηκε να φύγει
διπλώθηκε στα τέσσερα
κι ο άντρας τον τυλίγει
τα χρήματα απ την τσέπη του
με μια χεριά του παίρνει
τότε έφτασε κι ο δήμαρχος
να τσακιστεί του νεύει
τα γένια του ξεσκάλωσαν
και αστραποβολούσαν
τα χέρια του μαρμάρωσαν
σαν κάτι να κρατούσαν
σε λίγο συμπληρώθηκαν
οι πέντε συνεταίροι
να δουν στον λάκκο χώθηκαν
τι είχε καταφέρει
πέντε διαβάτες μια πομπή
και ακλόνητα τα μάγια
χαμένοι ψίθυροι ορφανοί
γεμίζουν τα σκοτάδια
ανασαιμιά της μάγισσας
φέρνει ο στριμμένος μπάτης
να κλείσει ο λάκκος την αυγή
προτείνει ο γέρο-ράφτης
άδειασε η μέρα από ζωή
την Κυριακή στη μία
αμίλητοι και ανενεργοί
φτάσαν στα ορυχεία
ο γιος κείνης της μάγισσας
τα μάζεψε και φεύγει
τα μάγια όμως της μάνας του
γινήκαν ήδη ζεύγη
χρονιά κακή, χρονιά κακή
μαυριδερά λεμόνια
ανθρώπου δόντι, χρυσαυγή
και τον Απρίλη χιόνια
αν πέθανε ή την σκότωσαν
καμιά νεκρή δεν ξέρει
κι αν την εξομολόγησαν
πριν φάει το μαχαίρι
αν πέθανε ή την σκότωσαν
καμιά νεκρή δεν ξέρει
τον γιο της τον ξεφόρτωσαν
σ ένα χαντακονέρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου