Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

Η στενή ζωή του καλού και φθηνού Μ.




Από τα παιδικά του χρόνια ακόμα ο Μ. είχε μεγάλο πάθος με τη ζωγραφική. Όσοι τον γνώριζαν από παλιά  θυμούνται ένα παιδί που όταν δε ζωγράφιζε μιλούσε διαρκώς για ζωγραφική. Κι αργότερα όταν μεγάλωσε λίγο και άρχισε να κάνει τα πρώτα του μαθήματα ονειρευόταν να τη σπουδάσει την τέχνη και να γίνει επαγγελματίας ζωγράφος. Γι αυτό και έκανε ένα ένα όλα τα πράγματα που κάνουν όσοι θέλουν να ασχοληθούν πιο σοβαρά με τη ζωγραφική ή το σχέδιο.  Σπουδές, σκληρή δουλειά, συστηματική μελέτη της ιστορίας της τέχνης.

Ως ζωγράφος ο Μ. έφθασε σε ένα σημείο που να μπορεί να τα καταφέρνει πολύ καλά. Αφού πραγματοποίησε μερικές ατομικές εκθέσεις  και συμμετείχε σε περισσότερες ομαδικές είχε αντιληφθεί ότι είχε επαρκείς αρετές και δεξιότητες που του επέτρεπαν να ζωγραφίζει από εξαιρετικά πορτραίτα και τοπία μέχρι μοντέρνα ή αφηρημένα θέματα και περίπλοκες θεματικές εικονογραφήσεις. Κι αν τα πράγματα καλλιτεχνικά του πήγαιναν πολύ καλά δε συνέβαινε το ίδιο με τα οικονομικά του. Όσο ήταν εργένης όμως αυτό μάλλον δεν ήταν μεγάλο πρόβλημα μιας και τελικά  τα κουτσέφερνε βόλτα χωρίς να χρειάζεται την οικονομική συνδρομή κανενός.

Πριν από μερικά χρόνια ο Μ ερωτεύθηκε την Τασούλα, την οποία παντρεύτηκε και έκαναν ένα παιδί. Η γυναίκα του δε του ζήτησε ποτέ να εγκαταλείψει τη ζωγραφική,  χάριν ενός πιο προσοδοφόρου επαγγέλματος, αλλά του είπε ότι του έχει απόλυτη εμπιστοσύνη ότι τελικά θα έκανε αυτό που έπρεπε. Ο Μ όταν γεννήθηκε το παιδί του δε δυσκολεύθηκε όσο αρχικά φανταζόταν προκειμένου να πάρει την πραγματικά δύσκολη απόφαση να παραμερίσει την τέχνη του.
Έφτιαξε λοιπόν  ένα μικρό εργαστήρι και άρχισε να αναλαμβάνει μερεμέτια, βαψίματα, στοκαρίσματα και ελαιοχρωματισμούς σπιτιών και κτηρίων. Σιγά σιγά η φήμη του άρχισε να διαρρέει στην ευρύτερη περιοχή και όσοι τον μάθαιναν αυτομάτως τον σύστηναν ανεπιφύλακτα και κάπου αλλού για να επιβεβαιώνεται διαρκώς και διαρκώς το όνομα που είχε αρχίσει να καλλιεργεί. Του καλού και φθηνού.

Όσο βελτιωνόταν μάλιστα η οικονομική του κατάσταση κι η οικογένειά του είχε αρχίσει να τον βλέπει με μεγαλύτερη εκτίμηση, ο Μ δοκίμαζε την απροσκάλεστη γλύκα μιας αυτοπεποίθησης που δεν περίμενε ποτέ να νιώσει. Ένιωθε σα να εκτιμούσε μέσα στον εαυτό του τις κρυφές πτυχές κάποιου άλλου.  Τώρα, ο πατέρας του έπλεε σε πελάγη ευτυχίας και καυχιόταν ότι είχε ένα γιο που ήταν άριστος επαγγελματίας και συχνά πυκνά τον υπερασπιζόταν από όσους τον αποκαλούσαν μπογιατζή, τονίζοντας ότι ο γιος του αφενός είναι ελαιοχρωματιστής επιπέδου και αφετέρου ασκεί το επάγγελμά του με γνώσεις και υπόβαθρο ζωγράφου.

Αλλά και το φιλικό του περιβάλλον τώρα που έχει άρχισε να καταλαβαίνει τη δουλειά του και να τον θεωρεί  πιο κατανοητό και πιο προσιτό από ποτέ τον αγκαλιάζει με αισθήματα  φιλικά και συναδελφικά.

Τώρα, όσοι από τους φίλους του ή δεν έχουν ονειρευτεί ποτέ να κάνουν κάτι ξεχωριστό στη ζωή τους ή δεν έχουν εγκαταλείψει ποτέ κάποιο όνειρο για την εξυπηρέτηση της επιβίωσής τους, αντιμετωπίζουν τις επιλογές του Μ με μεγάλη συμπάθεια και καλοήθεια.

Αυτοί οι ίδιοι, που στην πλειοψηφία τους είναι ερασιτέχνες χαρτοπαίκτες, ταβλαδόροι ολκής, δεξιοτέχνες πάσης φύσεως κουμαριού, κινούμενοι αενάως μεταξύ καφενείου, πρακτορείου, γηπέδου και κυνηγετικής λέσχης,  είναι που καλώς ή κακώς έβρισκαν πάντα  μια δουλίτσα στη ζωή τους , άσχετα αν το έκαναν  με έναν μυστήριο ή και συχνά ανεξιχνίαστο τρόπο. Είναι οι ίδιοι  που έδιναν συμβουλές σε άτομα με σαφώς μεγαλύτερα τυπικά  προσόντα από τους ίδιους όπως καλλιτέχνες ή επιστήμονες του κύκλου τους να πάνε να γυρέψουν δουλειά στα χωράφια, αν λένε ότι δεν υπάρχουν δουλειές.
Ήταν οι ίδιοι που ήθελαν να δουν τον πολύ καλό επιστήμονα της παρέας τους να φοράει τις μπότες του αγρότη αυτοί που τώρα πνίγουν αλλά δεν κρύβουν την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι  ο Μ. επιτέλους φόρεσε  την ποδιά του μπογιατζή.
Ωστόσο, οι πραγματικές προθέσεις όλων αυτών των ανθρώπων, ή οι σκέψεις τους και η πιθανή υποκρισία τους μάλλον ήταν οι μικρότερες σκοτούρες για τον Μ.
Τώρα έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να συντηρήσει την οικογένειά του και να εξυπηρετήσει  τα συνεχώς αυξανόμενα έξοδά της. Και δεν είχε καθόλου μα καθόλου χρόνο για  να σκεφτεί ή να αξιολογήσει περαιτέρω  τις πιο πρόσφατες επιλογές του, αλλά ούτε όμως και για να βολιδοσκοπήσει τις ποικίλες αντιδράσεις που προκάλεσαν. Είχε τώρα να αμυνθεί απέναντι στις πρωτοφανείς επιθέσεις μιας αχαρτογράφητης και άγνωστης ζωής, χωρίς να καλλιεργεί προσδοκίες πέραν των προφανών. Δεν είχε χρόνο για να εξηγήσει σε όσους έμαθαν να αντιμετωπίζουν τα όνειρα ως μια πολυτέλεια ότι η εγκατάλειψή τους δεν είναι ούτε εφικτή ούτε ανώδυνη. Αλλά και παράλληλα άρχισε να σκέφτεται ότι πολλές φορές μέσα σ αυτή τη στενή ζωή κρύβεται μεγαλύτερη ασφάλεια και  αξιοπρέπεια από την αναμενόμενη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου