-Τι έχεις πάθει ρε Στέφανε και έχεις κατεβάσει τέτοιες
πλερέζες; Του λέει ο φίλος του ο Παύλος
-Τι να έχω πάθει ρε Παύλο. Η γυναίκα μου η μέγαιρα φταίει
που με ταλαιπωρεί απ το πρωϊ μέχρι το βράδυ.
-Κύριε Στέφανε, μήπως μπορείτε
να μου εξηγήσετε τον λόγο για τον οποίο τον τελευταίο καιρό η απόδοσή σας έχει πέσει κατακόρυφα; του λέει λίγο αργότερα ο προϊστάμενος του.
-Η γυναίκα μου φταίει κύριε διευθυντά. Όλη μέρα γκρίνια και
παράπονα είναι. Δεν την αντέχω άλλο. Μού χει κάνει τη ζωή μαρτύριο, λέει ο Στέφανος.
-Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι ρε Στέφανε του λέει λίγο αργότερα
η συνάδελφός του, η Μαρία που τον
ψιλολιγουρευόταν. Τι έχεις, μου λες;
-Τι να έχω ρε Μαρία; Εκείνη η στρίγγλα , η αναίσθητη, η απάνθρωπη
η γυναίκα μου φταίει για όλα. Ξέρεις, τι είναι να γυρίζω στο σπίτι στις έξι και
μισή και να πρέπει να διαβάσω τα παιδιά και να πάω και για ψώνια; Δεν αντέχω άλλο
μαζί της, θα σκάσω
Γυρίζοντας στο σπίτι του ο Στέφανος περνάει από το περίπτερο για να πάρει τα τσιγάρα του.
Όπως του δίνει το πακέτο ο περιπτεράς δε θα μπορούσε να μη
παρατηρήσει ότι ο Στέφανος ήταν και πάλι κατσουφιασμένος. Παίρνει το θάρρος
λοιπόν και τον ρωτάει.
-Τι έχεις Στέφανε, αγόρι μου, πρώτη φορά σε βλέπω τόσο άσχημα;
-Τι να έχω ρε Γιάννη; του λέει. Δεν τα ξέρεις; Η γυναίκα μου
με έχει καταντήσει ένα ψυχικό ράκος. Ξέρεις πόσο καιρό έχω να κάνω σεξ; Ξέρεις
πόσα χρόνια έχω να ακούσω από το στόμα της μια γλυκιά κουβέντα;
Κατά τις έξη και μισή πήρε να νυχτώνει, όταν ο Στέφανος γύριζε
το κλειδί της εξώπορτας και έμπαινε στο σπίτι του. Στο σαλόνι η γυναίκα του αμίλητη
να βλέπει τηλεόραση. Στο δωμάτιο τα παιδιά του να τρέχουν και να τσιρίζουν με
τα ποδαράκια τους να χαρχαλιάζουν πάνω στο καλολουστραρισμένο δάπεδο.
Τότε, ο Στέφανος της δίνει ένα φιλάκι στο μάγουλο και της λέει:
Γεια σου αγάπη μου. Μάντεψε για πια μιλούσα όλη τη μέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου