Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Θα σου πω τι είχε συμβεί…(ΠΑΡΑΜΥΘΙ)

Μια φορά κι έναν καιρό
ένα ελληνικό χωριό
είχε ένα παπουτσή
γιο της Τζέσυ Παπουτσή;

κι ένα κοντινό χωριό
μα από πάντα εχθρικό
είχε άλλο παπουτσή
γιο του Χρήστου Παπουτσή;

είχαν ανταγωνισμό
παπουτσήδες γαρ κι οι δυο
το «τακούνι στο λεπτό»
έγινε «δυο στο λεπτό»

μα ο ένας παπουτσής
δε θα πω ποιος να το βρεις…
είχε κάπου ένα γνωστό
και του στέλνει μαγικό

κορδονάκι της γραμμής
που αν το δένεις δω πατείς
και πιο πέρα θα βρεθείς
μέχρι κύμινο να πεις

κορδονάκι σταυρωτό
που σε κάνει φτερωτό
τοπικής παραγωγής
προϊόν εξαγωγής

μα ο άλλος Παπουτσής
το άκουσε κι από νωρίς
έψαξε στο Google να δεις
για ευκαιρίες προκοπής

κάπου στην Ασία θαρρώ
παπουτσήδες χίλιοι δυο
είχαν βρει μια συνταγή
μία σόλα μαγική

πάταγες στην Αφρική
και βρισκόσουν στη Χιλή
μα είχε άλλο μυστικό
πιο πολύ σημαντικό

τότε ο ένας Παπουτσής
κλείνει τρένο αποβραδίς 
και πηγαίνει στο Σον Το
το περίεργο χωριό

συναντάει εκεί τον Ρις
ένα γέροντα που αν δεις
με παιδί μοιάζει μικρό
μέχρι δώδεκα χρονώ

θα σου πω ένα μυστικό
να το βγάλεις από δω
μία σόλα μαγική
άλλαξε όλη την τροπή

Μια φορά σε μια ζωή,
γίνανε όλοι αδελφοί
φίλιωσαν καλός, κακός,
το σκοτάδι με το φως

να μη βιάζεσαι πολύ,
 θα σου πω τι είχε συμβεί
είχε κοιμηθεί ο θεός
 και ανέλαβε ο γιος

σε μια πόλη μακρινή,
 οι φτωχοί κι οι προεστοί
νιώσαν μια έλξη μαγική,
 που δεν είχε εξηγηθεί

κι ένας πλούσιος στην Κω,
δίνει το ένα του νεφρό
για να σώσει ένα φτωχό,
 από βέβαιο χαμό

θα σου πω τι είχε συμβεί
να μη βιάζεσαι πολύ
είχε κοιμηθεί ο θεός
και κατέβηκε ο γιος

μα πληγώθηκε πολύ
απ τις πέτρες, τη βροχή
ξέχασε να περπατεί
κι όλο έπεφτε στη γη

για δουλειά ψάχνει απλή
βρίσκει ένα παπουτσή
τον φτωχό τον πιο πολύ
που τον παίρνει να τον δει

είχε μιαν επιστολή
θεϊκή συστατική
θα τον παίρναν για δουλειά
μέχρι και τα αφεντικά


βλέπει εδώ βλέπει εκεί
πιάνει ένα λευκό πανί
το σκληραίνει στη στιγμή
και το χώνει στη σχισμή

τον κοιτά ο παπουτσής
που ήταν πάντα επιρρεπής
στον καυγά και την βρισιά
και του δίνει μια σπρωξιά

τι παιχνίδια είναι αυτά;
ευτυχώς δε θες λεφτά
τι νομίζεις και θαρρείς;
πως τα ξέρεις όλα ευθύς;

«Φόρα τούτο και θα δεις»
το φοράει ο παπουτσής
και του δίνει δυο φιλιά
πατρικά και σταυρωτά

βγαίνει έξω ο παπουτσής
και γελά ολημερίς
αγκαλιάζει όποιον περνά
κι όποιον κάπου συναντά

«Ναι, ωραία όλα αυτά
μα θα βγάλω εγώ λεφτά;»
λέει ο Έλληνας ο ευθύς
ο γνωστός ο Παπουτσής

«τι με νοιάζουν τα φιλιά
η αγάπη δεν πουλά
εγώ ψάχνω εμπορικά
παπουτσάκια με φτερά»

«πήρα τρένο για να ρθω
στον αέρα δεν μπορώ
θα γυρίσω είπα ξανά
με παπούτσια φτερωτά»

τότε ο γέρος, ο μικρός
ξέρετε, ο νεαρός
τούπε: πάρτο και θα δεις
φόρα το και θα μου πεις»


«πάρτο αμέσως από εδώ
εγώ αυτό δεν το φορώ
άμα μάθω να αγαπώ
πως θα θέλω να πουλώ;»


τούπε ο Έλληνας κι ευθύς
πήρε τρένο επιστροφής
είχε κόμπο στο λαιμό
τσάμπα το ταξίδι αυτό;

γέλια άκουγε θαρρείς
κι όλοι ήταν ευτυχείς
μα όταν έφτανε κοντά
στην πατρίδα του ξανά

πρόσωπα είδε σκυθρωπά
κι ένιωσε ξανά καλά
κι ένιωσε ξανά ασφαλής
κι ίσως λίγο ευτυχής



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου