Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Ανάμεσα σε ζώντες και νεκρούς


Περιμένοντας το σκοτάδι κάπου εκεί έξω
ο νεκρός πολεμιστής ψάχνει την ομορφιά
σε μια διαύγεια της στιγμής με δύναμη αυξημένη
το πρωινό ακολουθεί κι η λίμνη ακολουθά

Από το βάθος βλέπει δυο μορφές να πλησιάζουν
η μια ανήκει σε νεκρό κι η μια σε ζωντανό
μαζεύει θάρρος όσο βρει, τα μούτρα τους τον σκιάζουν
κομμάτι του απόηχου γίνεται και γελά

τους δένει πίσω του μαζί, τους σέρνει μέρα νύχτα
και τους γυρνά εδώ κι εκεί σα σκλάβους τους κρατά
ο ζωντανός δεν αντιδρά σαν τον τσιμπά μια σφίγγα
μα ο νεκρός του την φυλά μια τέλεια μαχαιριά

μα επειδή νεκρός νεκρό δεν ξέρει να σκοτώνει
παρακαλά τον ζωντανό, που αρχίζει να πεισμώνει
"ένας νεκρός σε κυβερνά και σκλάβο σε κρατάει,
ψάχνει να βρει την ομορφιά στο θάνατο σε πάει"

μα ήταν πράγμα αδύνατο νεκρό να τον σκοτώσει
τα λένε τούτα οι νεκροί που έχουν ξανανιώσει
γι αυτό και αποφάσισε να μην ομολογήσει
τον δρόμο για την ομορφιά και άλλο να μη ζήσει

για ώρες καρφωνότανε για να πεθάνει μόνος
ανάσες απαρνιότανε και γλύκαινε ο φόνος
στο τέλος τα κατάφερε και πήρε τη ζωή του
τους χάρτες και τα οράματα της ομορφιάς μαζί του

τότε ο νεκρός πολεμιστής είχε νεκρούς να θρέψει
και τους αμόλησε γιατί οι νεκροί τρώνε για έξι
το όνειρο της ομορφιάς για πάντα είχε σβήσει
ούτε τα μάτια της καρδιάς θα τό χαν ανακτήσει

κι έβλεπες τρεις νεκρούς σε μια σειρά είκοσι μέτρα
κι ο πρώτος να τους βλαστημά, να τους πετά μια πέτρα
ο δεύτερος, ο πονηρός, ο πιο νεκρός απ όλους
κι ο τρίτος ο πιο νεαρός νεκρός να ρίχνει σβώλους

τότε ο παλιός πολεμιστής αρχίζει να δακρύζει
δάκρυα σα στάλες τις βρόχες στο λιγοστό του ρύζι
γυρνάει στον πιο νεαρό απ τους νεκρούς, τον τρίτο
και του πετά λίγο σανό για να χορτάσει ύπνο

εκείνον που αυτοκτόνησε για να μη μαρτυρήσει
τα μυστικά της ομορφιάς σε όποιον τα ζητήσει
και τώρα πιο χαρούμενος έμοιαζε από πρώτα
χοροπηδούσε σαν τραγί, φορούσε τρύπια μπότα

σε μια σειρά οι τρεις νεκροί ακόμα περπατάνε
ο πρώτος ψάχνει για ζωή, ο δεύτερος πού νά ναι;
ο τρίτος μοιάζει νάχει βρει αυτό που ψάχνει ο πρώτος
μα δεν μπορεί να εκφραστεί του πρώτου εκεί παρόντος

νά τος κι ο δεύτερος νεκρός που κάπου είχε πάει
τους πλησιάζει μ ένα φως, μαχαίρια δυο κρατάει
κι όπως κοιμούνται οι άλλοι δυο, τους κόβει τα κεφάλια
κι όταν ξυπνούν μες στο νερό νιώθουν τελείως χάλια

μα όταν σκοτώνεις το νεκρό, ξυπνά σα μεθυσμένος
που ήπιε ύπουλο ποτό και είναι ζαλισμένος
εκείνος τους εξήγησε πως τόχε παρακάνει
και πάει τρίτος στη σειρά κι ας είχε αυτός πεθάνει
πρώτος απ όλους τους νεκρούς που τού μειναν για φίλοι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου