Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

Η αποτυχημένη εξέγερση των απλών προτάσεων του «Αλχημιστή» ενάντια στα αποφθέγματά του (ΠΑΡΑΜΥΘΙ)

Ήταν μια φορά ένα βιβλίο, τόσο μικροκαμωμένο και γυαλιστερό που φαντάστηκε ότι κρύβει μέσα του τη σοφία όλου του κόσμου.
-Να έχετε το νου σας όταν με κρατάτε, έλεγε στα δάχτυλα των αναγνωστών του. Μη μ αφήνετε. Γιατί αν πέσω κατά γης και σκιστώ, θα σκοτεινιάσει όλη η βιβλιοθήκη, τόσο σημαντικό που είμαι.

-Έλα έλα, μη παινεύεσαι τόσο μοναχό σου! έλεγαν τα διπλανά βιβλία, που το ζήλευαν λιγάκι είναι αλήθεια, μα την έκρυβαν καλά τη ζήλια τους γιατί  είχαν κι αυτά το δικό τους επίπεδο και δεν ήθελαν σε καμιά περίπτωση να δείξουν μικρότητα.

 Ένα βράδυ, όμως, όχι ιδιαίτερα βροχερό, όπως συνηθίζεται  στα χριστουγεννιάτικα παραμύθια, ένα από τα διπλανά βιβλία «Ο Ηγεμόνας» του Μακιαβέλι, αποφάσισε να δώσει ένα καλό μάθημα σ αυτό το ξιπασμένο βιβλίο και γι αυτό θέλησε να βάλει λόγια μέσα στις σελίδες του για να σπείρει τη διχόνοια.
 Το βράδυ, λοιπόν, που όλα τα κεφάλαια του «Αλχημιστή» κοιμόντουσαν για τα καλά, ο «Ηγεμόνας» έστειλε ως απεσταλμένη του μια ολόκληρη παράγραφο, η οποία μιλούσε για κάνα τρίωρο με μεγάλη πειθώ για τις διακρίσεις μεταξύ των τάξεων και τη μεγάλη λογοτεχνική αδικία που επικρατεί στον κόσμο των βιβλίων.

Και φυσικά, λέγοντας αυτά τα πράγματα σε μια παρέα από απλές προτάσεις του Αλχημιστή, η παράγραφος του Ηγεμόνα, ήξερε καλά ότι είχε σπείρει το ζιζάνιο της διχόνοιας, άρα πως η αποστολή της είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία.
Το επόμενο πρωί μεγάλη αναταραχή επικρατούσε στις σελίδες του Αλχημιστή. Οι απλές προτάσεις έδειχναν αγριεμένες και βιαστικές και κινιόντουσαν πέρα δώθε νευριασμένα.
-Η παράγραφος από το διπλανό βιβλίο, μας άνοιξε τα μάτια, λέγανε όλες μαζί. Μας έκανε να δούμε ότι ενώ εμείς οι απλές προτάσεις τραβάμε πάντα το κουπί της αφήγησης , όλη η δόξα πηγαίνει στην τάξη των αποφθεγμάτων.

-Να απαιτήσουμε ακρόαση φώναξε μια πρόταση που λεγόταν ( Ο ουρανός γέμισε με χρώματα γλυκά, μενεξεδένια).

-Να ορίσουμε αντιπροσώπους μας και να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας, φώναξε μια άλλη πρόταση που τη λέγανε (πίσω από την εκκλησία στεκόταν ένας άντρας μοναχός).

-Που να καταλάβει ο κόσμος την αξία μας, όταν τα αποφθέγματα μπαίνουν ακόμα και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Αυτό το είπε μια φράση που λεγόταν (η ζωή θέλει δύναμη και σιγουριά) και που οι υπόλοιπες απλές φράσεις την αντιμετώπιζαν με κάποια καχυποψία επειδή πίστευαν ότι κατάγεται από ευγενική γενιά και θα μπορούσε να είναι ακόμα και πράκτορας των αποφθεγμάτων.

Για τέτοιους μικρούς λόγους έλλειψης εμπιστοσύνης του ενός για τον άλλον, όταν βρέθηκαν τελικά στην αίθουσα του θρόνου, λίγο αργότερα, ένιωθαν μεν καμάρι και περηφάνια, μαζί όμως και με κάποιο φόβο, που τελικά όμως δε στάθηκε τόσο δυνατός ώστε να τους κάνει να υποχωρήσουν από τις διεκδικήσεις τους.

 Τότε, ένα ένα τα αποφθέγματα άρχισαν να μπαίνουν στην αίθουσα του θρόνου, φορώντας κάτι χρυσοποίκιλτα φορέματα με τεράστιες ουρές.

 Και επειδή ήταν πολύ εντυπωσιακά και προκαλούσαν κάποιο μικρό θαυμασμό ακόμα και στους ορκισμένους εχθρούς τους, μία από τις απλές προτάσεις η «γυναίκα σιδέρωσε το τσαλακωμένο πουκάμισο» ζήτησε από α αδέλφια της να κρατηθούνε καλά, για να μην κιοτέψουν. Μα η κατοπινή πρόταση άρχισε να χώνεται στα γλυκά και στα ξινά της παραγράφου, σα να μην ήθελε πια να σηκώσει το κεφάλι της, σα να άρχισε να μαζεύει σιγά σιγά το ανάστημά της.
Όταν όλα τα αποφθέγματα λοιπόν πήραν τη γνώριμη θέση τους μέσα στην αίθουσα του θρόνου και λίγο προτού προαναγγελθεί η είσοδος του βασιλιά των αποφθεγμάτων, μια από τις πιο γενναίες από τις απλές προτάσεις κατάλαβε ότι είχε αρχίσει να τις κυριεύει ο φόβος και σκέφτηκε για μια στιγμή ότι ήταν μεγάλος λάθος να πάρουν μαζί τους όλες αυτές τις παθητικές προτάσεις και κυρίως τα δειλά και αναποφάσιστα επιρρήματα.

Μια στιγμή μετά ο ιππότης προανήγγειλε την είσοδο του Βασιλιά των αποφθεγμάτων και όλοι προσκύνησαν στο άκουσμα του ονόματός του.
Η αυτού μεγαλειότης του βιβλίου ο "Αλχημιστής" (Όταν θέλεις κάτι πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις)

Μετά ακολούθησε απόλυτη ησυχία μέχρι το βασιλικό απόφθεγμα να ανεβεί στο θρόνο του.
Κατόπιν ζήτησε να του διαβάσουν την ημερήσια διάταξη της συνέλευσης και οι απλές προτάσεις γρήγορα κατάλαβαν ότι το αίτημά τους δεν ήταν καν μέσα σ εκείνα που είχαν αναγνωστεί.
Μα έξαφνα μια απλή πρόταση που την έλεγαν (το νερό κύλησε στο στενό αυλάκι) σηκώθηκε όρθια και φώναξε: -Θέλουμε ισότητα, θέλουμε ελευθερία, θέλουμε δικαιοσύνη.
Μεγάλη αναταραχή προκλήθηκε στην αίθουσα του θρόνου μέχρι που ξαφνικά ο βασιλιάς των αποφθεγμάτων επέβαλλε την απόλυτη σιωπή με μια κοφτή κίνηση των χεριών του.
Έπειτα κάτι ψιθύρισε στο αυτί ενός χαμηλόβαθμου αποφθέγματος που λεγόταν (όλα επιτρέπονται εκτός από το να διακόπτεις μια εκδήλωση αγάπης) και εκείνο χτύπησε τα χέρια του και έδωσε διορία μισού λεπτού στις απλές προτάσεις, μέχρι να αποχωρήσουν από την αίθουσα.
Ξαφνικά, κράχ έκανε μια πόρτα και ξεχύθηκαν μέσα οι φρουροί του βασιλιά, οι οποίοι ήταν όλοι ένας κι ένας μιας  και αντλούσαν την καταγωγή τους από την περίφημη γενιά στρατιωτικών της προστακτικής έγκλιση.

Αχ τι φόβο που είχαν νιώσει ξαφνικά οι καημένες οι απλές προτάσεις προτού καν αρχίσουν να απομακρύνονται μια μια. Φυσικά πρώτες έφυγαν αυτές της παθητικής φωνής, και ακολούθησαν καταπόδας εκείνες που είχαν μέσα τους τα «ίσως» τα «αν» και τα «μπορεί».
Μετά άρχισαν να φεύγουν οι απλές προτάσεις περιγραφικού χαρακτήρα, που για να πούμε και του στραβού το δίκιο, δεν είχαν και μεγάλη εκτίμηση στον εαυτό τους.

Τελευταία έμεινε πίσω μόνο μια πρόταση που λεγόταν «τα έχω χάσει όλα» που είναι αλήθεια ότι δεν είχε και τίποτα να χάσει. Γι αυτό φώναξε: «Ζήτω οι απλές προτάσεις. Κάτω τα αποφθέγματα».
Τότε ο βασιλιάς των αποφθεγμάτων διέταξε έναν φρουρό να την συλλάβει αμέσως εκείνη την αυθάδικη φράση και να τη στείλει πίσω στον τυπογράφο για να θανατωθεί.
Έτσι κι έγινε, τελικά, καλοί μου φίλοι. Κι όπως μου είπαν μετά από καιρό, εκείνη η καημένη  η πρόταση που αντικαταστάθηκε βίαια από μια άλλη που λεγόταν (ό,τι ήταν να χάσω το έχω χάσει), έλεγε μονολογώντας  την ώρα που την έσβηναν: -γρουσούζικο πράγμα η αντίσταση.

Αυτά συνέβησαν εκείνη την ημέρα, μέχρι να αποκατασταθεί πλήρως η τάξη στο βιβλίο (Αλχημιστής) το οποίο έμαθε από τα λάθη του και σταμάτησε να ξιπάζεται τόσο ανοιχτά, αποκτώντας καλές σχέσεις ακόμα και με τον «Ηγεμόνα» του Νικολό Μακιαβέλι. Κι έτσι τα δυο βιβλία βρίσκονται ακόμα εκεί που τά χαν βάλει, αν δε τά κλεψε κανείς από κει πέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου