Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

The voice: Ο πιο σύντομος δρόμος προς την αφάνεια


Άρθρο. Όταν  ένας καλλιτέχνης απευθυνόταν σε κάποιο από τα talent shows της εποχής, πριν από μερικά χρόνια, για να κυνηγήσει το όνειρό του  ήξερε ότι είχε κάποιες βάσιμες ελπίδες να ριζώσει στην ελληνική μουσική σκηνή. Σήμερα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η ελληνική μουσική, όση έχει απομείνει, δε συγκροτεί πια σκηνή, και εμφανίζει σχεδόν μηδενικές προοπτικές απασχόλησης. Οι νικητές των talent shows αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπόλοιποι.  Επειτα από μια περίοδο εκτεταμένης δημοσιότητας, οιθ συμμετέχοντες βυθίζονται σε πλήρη και αδιέξοδη αφάνεια.  

Γιατί πλήρη; Επειδή το κοινό διψάει διαρκώς για νέα πρόσωπα και σχεδόν ποτέ δε δίνει δεύτερες ευκαιρίες,. Κι αυτό πρέπει να είναι εξαιρετικά βασανιστικό αν αναλογιστεί κανείς το ψυχικό κόστος της γρήγορης  μετάβασης από τη μια κατάσταση στην άλλη. Παρόλα αυτά η θεμιτή ελπίδα κάποιου ότι θα τα καταφέρει εκεί που απέτυχαν οι προηγούμενοι  λειτουργεί ευεργετικά για το τηλεοπτικό σύμπαν. Όλοι δουλεύουν για την παραγωγή. Η εξυπηρέτηση του τηλεοπτικού προϊόντος είναι το μόνο απτό αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, μαζί  φυσικά με την διεύρυνση της επιρροής των συμμετεχόντων στα κοινωνικά δίκτυα. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι απτό, σωστά;

Συνέπεια μιας  τέτοιας κατάστασης άγονης και αντιπαραγωγικής στο έδαφος της οποίας κανένα βλαστάρι  δε μοιάζει ικανό να ανθήσει, όσο δυνατό κι αν είναι, τα εναπομείναντα σόου μάλλον λαϊκίζουν όταν υπόσχονται ακόμα καριέρες και συμβόλαια σε  ανθρώπους που διψούν για δόξα και αναγνώριση.

Υπάρχει όμως και άλλος δρόμος, λιγότερο φωτεινός, όμως τουλάχιστον προσανατολισμένος προς μια κατεύθυνση. Είναι  ο δύσκολος και αργός δρόμος , οποίος για ένα καλλιτέχνη που θέλει να διανύσει μια μεγάλη απόσταση πάνω σε μια τέτοια κινούμενη άμμο είναι επιλογή εκ των ουκ άνευ. Όσο πιο αργός μάλιστα κι όσο πιο δύσκολος τόσο το καλύτερο. Γιατί ασυνείδητα πια το κοινό  κατατάσσει τους καλλιτέχνες σ αυτούς που ήρθαν για να φύγουν και σ αυτούς που έρχονται για να επιμείνουν. Και τα κριτήρια του δεν είναι καθόλου ποιοτικά. Αφορούν στον τρόπο με τον οποίο ο κάθε καλλιτέχνης διαχειρίζεται και προστατεύει την εικόνα του. Ο καλλιτέχνης, ειδικά σ αυτή την εποχή, πρέπει να υπονοεί περισσότερα απ όσα εμφανίζει. Να κρύβει περισσότερα π όσα δείχνει. Να λέει λιγότερα από αυτά που έχει να πει. Αν ο καλλιτέχνης σήμερα δεν αναγκάσει το κοινό να αναρωτηθεί για εκείνον, το μέλλον του θα είναι βραχύβιο. Εξάλλου η σχέση είναι ερωτική. Μήπως δεν ερωτευόμαστε κυρίως τις αχαρτογράφητες περιοχές του άλλου, αυτές που ακόμη μας κινούν την περιέργεια;

  Τελικά, όμως, πόσα χαμένα ταλέντα πρέπει να σπαταλήσουμε σα χώρα προτού κατανοήσουμε ότι η γρήγορη και θεαματική εκτίναξη κάποιου τον οδηγεί  σε αυτοανάφλεξη, αναλωσιμότητα και θάνατο καλλιτεχνικό και τη χώρα σε διαιώνιση της πλήξης της; Πότε θα κατανοήσουμε ότι ούτε μας εξυπηρετεί αλλά ούτε και μας τιμά σαν κοινωνία να αντιμετωπίζουμε σαν θέαμα την πορεία ενός ταλέντου προς την οριστική και αμετάκλητη εξαφάνισή του;

Πότε θα αρχίσει να μας απασχολεί  σε μια ηθική βάση η απαξίωση ενός ταλέντου, αντί να μας ψυχαγωγεί ή να μας διασκεδάζει;  Γιατί αυτό δεν είναι στην πραγματικότητα που διεγείρει τη φαντασία του μέσου θεατή; Το χρονικό δηλαδή της γέννησης της ανόδου και της πτώσης ενός αστεριού; Ή διαφορετικά, η υπόσχεση μιας  σύντομης και πυκνής  ιστορία αναλωσιμότητας με αρχή μέση και απέραντο τέλος, δεν είναι που τον καθηλώνει στην οθόνη του ξανά και ξανά;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου