Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

ΓΕΦΥΡΟΠΟΙΟΣ

Η μάνα του, καθάριζε τη νύχτα το τραπέζι
Χριστούγεννα του 68 , μ ένα ρομάντζο ανοιχτό, και το πικάπ να παίζει

Ο πιτσιρίκος έβρεξε και πάλι το κρεβάτι,
"ποτέ ξανά", ορκίστηκε και απ την ντροπή βυθίστηκε σε άγρυπνο εφιάλτη

Κοντά στα ξημερώματα φωτιές τον πλησιάσαν
του Φρόιντ τα κυκλώματα, σαδομαζοχιζόματα, τυφλές τον ξεματιάζαν

Ο πιτσιρίκος τρόμαξε απ την καιροσκοπία
που έκρυβε το όνειρο, και λούστηκε στο κώνειο, του ιδρώτα τη χημεία

Προσπάθησε χαράματα τα μάτια του ν ανοίξει
μα εκείνα λες σφραγίστηκαν, σαν ύπνο να ορκίστηκαν, αιώνιο να σφίξει

Κλεισμένος στο αμπάρι , του μισάνοιχτου μυαλού του
ο πιτσιρίκος φώναξε: "ξυπνήστε με", και όρμηξε, στη θάλασσα του νου του

"Τα κάστρα των ονείρων μας γκρεμίζονται από μέσα"
μία φωνή του μήνυσε, μα ο μικρός κοκκίνισε, και κρύφτηκε στην πρέσα

Στην εφηβεία χάλαγε του σύμπαντος προσμίξεις
και στο στρατό κατάλαβε, πως ότι κι αν μετάλαβε του έφερνε αντενδείξεις…

Επαναστάτης ένιωσε κι ο γεφυροποιός
που δυο πατρίδες ένωσε και από φαρμάκι εκκένωσε τις μνήμες των Κολχόζ

Παντρεύτηκε και σκόρπισε στον κόσμο του γουρούνια
που υπηρέτησαν φετίχ και μια αρχέτυπη Ιουδήθ με κοφτερά τακούνια

Σαν γέρασε τον πέταξαν οι γιοι του σε μιαν άκρη
και τον μυρίσανε οι εχθροί, λίγο πριν αποσυντεθεί, στο νεκρικό κρεβάτι

Με αγωνία ανέλυσε τον θάνατο σαν έλος
μα η πόρτα που άνοιξε, μικρό, τον έβγαλε στο 68, των Χριστουγέννων τέλος

Αυτό που ζούμε σήμερα δεν έχει ιστορία
μας ονειρεύεται ο θεός, κι όσοι πεθαίνουνε στο φως, ξυπνούν των 13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου