Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Θέλεις να αλλάξεις τα πράγματα στον τόπο σου; γίνε καλύτερος…

Συλλογικότητες χωρίς συλλογικό αίτημα και διεκδικήσεις αναποτελεσματικές, ούσες διεκδικήσεις επί δανεισθέντων και όχι επί παραχθέντων.

Η μάχη μεταξύ συναισθήματος και λογικής στην Ελλάδα καλά κρατεί. Και κλιμακώνεται ως μια για μακραίωνη, βαθιά και πολύ πονεμένη επιβίωση. Μια ιστορία, που προϋπήρχε της ίδρυσης του νέου ελληνικού κράτους ακόμα και της θεμελίωσης του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Μιλάμε ,επί της ουσίας για ένα δίπολο, που επέφερε μια εσωτερική σύγκρουση ιδεών, την οποία με εξαιρετική γλαφυρότητα περιέγραψαν καλλιτέχνες, διανοούμενοι και συνολικά ανθρώποι του πνεύματος, προδιαγράφοντας τη μοίρα τόσο του ελληνικού λαού, όσο και της λειτουργίας του κράτους.

Στα πρακτικά λοιπόν αυτής της μάχης, μπορούμε να δούμε να αναφύονται διαφόρων ειδών στερεότυπα και προκαταλήψεις, όπως για παράδειγμα, αυτά που θέλουν τον απολύτως συναισθηματικό άνθρωπο, αυτόν δηλαδή που αποφασίζει για το καθετί με αποκλειστικό γνώμονα τα συναισθήματά του να αναπτύσσει ένα συλλογικό ενδιαφέρον πιο έντονο και ουμανιστικό από τον άνθρωπο της λογικής σκέψης και πράξης। Από εκείνον δηλαδή που αναγνωρίζει ότι υπάρχει και μια αντικειμενική πραγματικότητα, πέραν της υποκειμενικής, που υπακούει μάλιστα σε ορισμένους σαφείς, ρητούς και αδυσώπητους φυσικούς κανόνες, προσπαθώντας να εξυπηρετήσει όσο το δυνατόν περισσότερες ατομικότητες κι η οποία θέλουμε δε θέλουμε παίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή μας με τρόπο μάλιστα άμεσο και διαμορφωτικό। Ένας από αυτούς είναι ότι για παράδειγμα, το γεγονός ότι ενώ οι ανθρώπινες ανάγκες είναι απεριόριστες, τα μέσα που υπάρχουν για την κάλυψή τους είναι πεπερασμένα, είναι αναμφισβήτητο। Αυτή λοιπόν η συνθήκη που απασχόλησε όλες τις μεγάλες φιλοσοφικές τάσεις του καιρού μας για να προκύψουν τελικά οι πολιτικές και οικονομικές θεωρίες που γέννησαν μέσα από τις απαντήσεις που έδινε η καθεμιά σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να διανέμονται ο πλούτος και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές τα σημερινά αδιέξοδα αλλά και πολλούς από τους δρόμους διαφυγής, είναι μόνο ένα απλό παράδειγμα της αντικειμενικής δυσκολίας των καταστάσεων। Και θεωρώ ότι μόνο αναγνωρίζοντάς την μπορεί ένας λαός να διεκδικήσει πραγματικά ένα καλύτερο επίπεδο βιώσιμης ευημερίας και κοινωνικής ανάπτυξης। Ουσιαστικοποιώντας τις ανάγκες του και διεκδικώντας τη χρήση των πλουτοπαραγωγικών πηγών που θα δημιουργήσει και θα θελήσει πραγματικά να εκμεταλλευθεί ο ίδιος। Γιατί και η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών ενέχει μια ευθύνη που δεν αποδείξαμε ως λαός ότι είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε.

Ασυναίσθητα, λοιπόν, τις περισσότερες φορές που προέκυπταν κάποια διλλήματα εθνικού ή επιτακτικού χαρακτήρα προκρινόταν η λύση της εξυπηρέτησης του κοινού συναισθήματος μέσα από την κολακεία του εθνικού θυμικού, πάνω στην οποία θεμελιώθηκε τόσο η κρατικοδίαιτη οικονομία, όσο και οι παρασιτικές νοοτροπίες και οι πελατειακές σχέσεις. Έτσι γεννήθηκαν τόσο ο κοινωνικός παλιμπαιδισμός, όσο και ο λαϊκισμός, η ασφαλής καταφυγή των απαίδευτων, των ανερμάτιστων και των φυγόπονων, που σήμερα απαντάται παντού, στην κοινωνία, την τηλεόραση και την πολιτική τάξη με συνέπεια την αδυναμία χειραφέτησης ενός λαού που εναπόθεσε όλες τις ελπίδες ακόμη και τα όνειρά του στα χέρια ενός κράτους που όχι μόνο κατόπιν δεν υποστηρίχθηκε με την εφαρμογή των νόμων και των κανόνων που διέπουν μια ευνομούμενη κοινωνία, αλλά και υπονομεύτηκε συστηματικά

Εξάλλου, η αποδοχή της λογικής σκέψης ως μεθοδολογίας αντιμετώπισης των προβλημάτων μας είναι ένας δρόμος σαφώς δύσκολότερος από τον υπάρχων καθώς απαιτεί την προσαρμογή τού κάθε μέλους μιας κοινωνίας σε γενικότερους κανόνες από αυτούς που επιτάσσει το προσωπικό του συμφέρον. Ιδιαίτερα δε αν το μέλος της κοινωνίας έχει συνηθίσει να βλέπει το κράτος ως μια προέκταση της οικογενειακής του θαλπωρής.
Τότε, ακριβώς είναι που προκύπτει το αίσθημα της προδοσίας και της απογοήτευσης που αισθάνεται κάποιος που δανείστηκε όνειρα και προσδοκίες από την εκάστοτε εξουσία για να τα επενδύσει κατόπιν ως ζωτική ενέργεια και συναισθήματα στο κράτος και τους φορείς του.
Ούτε αξιόπιστος οδηγός λοιπόν επιβίωσης, μπορεί να θεωρηθεί το συναίσθημα από μόνο του, χωρίς την ορθή σκέψη, ούτε και παράγοντας δημιουργίας ευαισθησίας, όπως στρεβλωμένα θεωρούμε. Στην πραγματικότητα το άτομο που πλημμυρίζεται από τα συναισθήματά του, επενδύοντας στον πολλαπλασιασμό της ισχύς τους μέσα απόκλειστικά από συλλογικές ζυμώσεις και κινητοποιήσεις αποφεύγει να βελτιώσει τον εαυτό, που κατ εμέ είναι η μεγαλύτερη κοινωνική προσφορά που μπορεί να επιδείξει ένα άτομο που προτάσσει το συλλογικό έναντι του ατομικού ενώ επί της ουσίας αδιαφορεί για το πρόβλημα του διπλανού του.
Γι αυτό και από τα σημερινά κινήματα λείπουν κυρίως τα συλλογικά αιτήματα όσο κι αν με τέτοια μοιάζουν αυτά που με ασαφή, ουτοπικό και περιγραμματικό τρόπο εκφράζονται μέσα από τα ηρωϊκά συνθήματα που κινητοποιούν τις μάζες.
Και δε συμφωνώ καθόλου ότι ούτε σημαίες ούτε λάβαρα υπάρχουν σε κάποιες μορφές κινητοποιήσεων που με μεγάλη ευκολία αγκάλιασαν τόσο τα κόμματα όσο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Απλώς, αυτές είναι εσωτερικές, προσωπικές και ιδιωτικές παντιέρες που δεν είναι καθόλου της στιγμής να εκτεθούν σε κοινή θέα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου