Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Από την ανευθυνότητα στην διαπόμπευση!


«Πόσους άντρες νομίζετε ότι μπορεί να δεχτεί μια μέση πόρνη στη διάρκεια της σύντομης καριέρας της;» ρώτησα κάποιον που δούλεψε κάποτε για τον ελληνικό στρατό και που είναι  σήμερα  ένας απλός πρόωρος συνταξιούχος στο άνθος μάλιστα της ηλικίας του, και παράλληλα ένας μικρόψυχος παρατηρητής των συλλογικών δυσχερειών με εξαιρετικά πολυτελείς απόψεις πάραυτα. Ήθελα να έχω μια πιο πλήρη εικόνα σχετικά με το τι νομίζει ένας μέσος λειτουργός, που αυτοσυστήνεται ως άνθρωπος της πιάτσας, σχετικά με τις συνθήκες εργασίας αυτών των γυναικών, προτού μου εξηγήσει, γιατί θα έπρεπε να πάρουν «όλες δρόμο» με τη μέθοδο της σκούπας προτού τις δοθούν κάποιες ευκαιρίες να δοκιμάσουν την τύχη τους και σε ένα διαφορετικό πεδίο.  Υπολόγισε έναν τριψήφιο αριθμό, με έναν συντηρητικό υπολογισμό που με έκανε να καγχάσω υπαινικτικά.

  Ένας άλλος κύριος, που υπολόγισε τον αριθμό σε μερικές χιλιάδες,  βρέθηκε πιο κοντά στην αλήθεια των στατιστικών, αλλά όχι και στην ουσία της υπόθεσης που δεν είναι άλλη από τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των γυναικών που διαθέτουν ένα μέρος της ύπαρξής τους, το πιο αναλώσιμο και μακρινό από την ψυχή και το μυαλό τους, προς τέρψιν μας και δεν αρνήθηκε να συμμετέχει στην κουβέντα, αν και με κοίταξε με περιέργεια, σαν κάποιο που χώνει τη μύτη του στις συζητήσεις των άλλων, προτού μου εξηγήσει το δικό του προοδευτικό κατ αυτόν σκεπτικό, σύμφωνα με το οποίο, η Ελλάδα μπορεί να φιλοξενήσει μόνο ένα συγκεκριμένο αριθμό μεταναστών.
Συμφώνησα μαζί του, όπως κάθε λογικός άνθρωπος πιστεύω, αλλά άδραξα την ευκαιρία να τον ρωτήσω ποια ποιοτικά χαρακτηριστικά πιστεύει ότι θα έπρεπε να διαθέτουν αυτοί οι άνθρωποι που τελικά θα έμεναν στη χώρα, δηλαδή για παράδειγμα να είναι οι καλύτεροι, οι πιο καταρτισμένοι, οι πιο φιλότιμοι, οι πιο συνεπείς; δεν πήρα καμιά ξεκάθαρη απάντηση, πέρα από κάτι μισόλογα που επαλήθευσαν την άποψη που λέει ότι η μόνη αποδεκτή αλήθεια της κάθε εποχής είναι αυτή που επιβεβαιώνει τα στερεότυπά της.

Την στιγμή μάλιστα που τον άκουσα  να αναφέρει ότι θα προτιμούσε για το καλό της χώρας να παραμείνουν οι υγιείς, οι φιλότιμοι και αυτοί που θα σεβαστούνε περισσότερο από τους υπόλοιπους την ελληνική φιλοξενία, νιώθοντας τα μάτια των παρισταμένων σε κάθε τραπεζάκι της καφετέριας ν απομακρύνονται από τις οθόνες και τις μικροσυσκευές που τους απασχολούσαν και να συμμετέχουν νοερά στη συζήτησή μας, κατάλαβα ότι οι μετανάστες που θέλουμε να παραμείνουν στη χώρα είναι αυτοί που θα έπρεπε και θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στην ευημερία των πολιτών. Με απλά λόγια, αυτοί που δουλεύουν για ένα πιάτο φαΐ και όσοι πηδιούνται για 20 ευρώ από τα οποία οι ίδιοι επωφελούνται μόνο τα τρία ή τέσσερα.
Δεν πρόκειται για παραίσθηση του εμπύρετου εγκεφάλου μου ότι νιώθω πως αυτό που ονομάζεται συλλογική συνείδηση, και που αποτελεί επί της ουσίας μια μίνιμουμ συμφωνία επί τους κοινού συμφέροντος έχει επηρεάσει τη νευρικότητα των σκιών που φυλάνε τη κουβέντα μας και είναι έτοιμες να επέμβουν.

Αλλά αυτοί που παρακολουθούν μπορεί επίσης να είναι και ένα μέρος του προβλήματος.
Μερικοί από αυτούς που ενθουσιάστηκαν βλέποντας τις ελληνικές αρχές να διαπομπεύουν μια νεαρή οροθετική ρωσίδα ,  δημοσιεύοντας ανερυθρίαστα την φωτογραφία της δήθεν για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, ή που στάθηκαν σχεδόν ατάραχοι μπροστά στην απόφαση του ίδιου κράτους να μην παραβιάσει  σε καμιά περίπτωση την διακριτικότητα που  οφείλει στους πολίτες του, ακόμα και αν αυτοί εξαναγκάζουν με την επιβολή της δεσπόζουσας θέσης που κατέχουν μια γυναίκα να συνευρεθεί μαζί τους χωρίς προφυλακτικό.

 Σύντομα ακρωνύμια υποδεικνύουν που μπορεί να απευθυνθεί κάποιος που εξακολουθεί να αγοράζει σεξ αδιαφορώντας για την προστασία του εαυτού του και της κοπέλας, εξασφαλίζοντας εχεμύθεια και το είδος ασυλίας της ανωριμότητας που ποτέ δεν παραβιάζεται, αφαιρώντας από τις λεπτομερείς απογραφές που έχουν κάνει για τα πιθανά θύματα τις παράνομες ιερόδουλες που ήδη έχουν φωτογραφηθεί ως οι ένοχες τις υπόθεσης.

  Ο δρόμος λοιπόν που οριοθετεί την απόσταση από την ανευθυνότητα στην διαπόμπευση και που διασταυρώνεται κάθε τόσο πια με την περίφημη ρήση των ημερών: «Θα ψηφίσω ΚΚΕ ή Χρυσή Αυγή» είναι στρωμένος με χρωματιστά αγκάθια και μολυσμένα ροδοπέταλα. Όπως κι εμείς οι πολίτες, που κοιμόμαστε πια πολύ ελαφρά επαγρυπνώντας για να ακούσουμε τις φωνές των μεταναστών που πλησιάζουν, τα χτυπήματα στην πόρτα μας, τα τριξίματα της ιστορίας, ζώντας με προαισθήσεις της βίαιης παραβίασης της ιδιωτικότητάς μας, που θα εμπιστευόμασταν έναν Χρυσαυγίτη για να πάει το παιδί μας στο σχολείο περισσότερο από ένα μετανάστη, εμείς οι πολίτες που θέλουμε να λιντσάρουμε τους αποτυχημένους πολιτικούς για να τους προσφέρουμε μια σχεδόν ένδοξη διέξοδο που θα τους απαλλάξει από την τιμωρία τους να δικαστούν σύμφωνα με το σύνταγμα, για να μην υπάρχουν μάρτυρες της διάλυσης του κράτους δικαίου που κληρονόμησαν, εμείς οι πολίτες που υπηρετούμε τις τάσεις αστόχαστα και υπερασπιζόμαστε ακόμα και σήμερα τις ακαριαίες, σύντομες και ανέξοδες λύσεις, εμείς οι πολίτες που υπολογίζουμε και προσβλέπουμε στην διακριτικότητα του κράτους ακόμα και όταν υψώνουμε μνημεία ανευθυνότητας και λάβαρα ασυδοσίας.