Ησυχία τα πάντα
μέχρι
αύριο τουλάχιστον
δεν
είμαστε πια οι άνθρωποι που ξέραμε
ξαναβάλε
την μπουκάλα στο ερμάρι
όχι με
φούρια, όμως, με αγάπη
όπως
καθαρίζεις μ ένα πατσαβούρι
το
πιτσιλισμένο με το χυμένο κρασί παντελόνι μου
τράβηξε
τώρα τις κουρτίνες
και μη με
ξυπνήσεις, το νου σου
ιδού η
στάση μου, στόλισέ την
κι άσε με
να χαρείς
στη
βασιλεία της παρέας μας
σαν ένας
σκύλος με ροπή στα μαθηματικά
με μια
γάτα που γλύφει τις πατούσες της
στο
δέκατοέκτο πάτωμα
φιλύποπτες
σκιές τριγύρω
είσαι
τρελός, μου είπες
ξέρεις να
μου πεις;
ένας
τρελός που ακούει Μπαχ
με
καρφωμένη τη ματιά στην ουρά του
δικαιούμαι
κι εγώ την ησυχία μου, όμως
αν το
δεις από την πλευρά μου