Την ώρα που περπατάω στο δρόμο με πλησιάζει μια ηλικιωμένη, πλανόδια πωλήτρια και με ρωτάει: «συγγνώμη, κύριε, μπορώ να σας ρωτήσω κάτι, ευγενικά;»
Προσπαθώντας να καταλάβω αν όντως ισχύει αυτό που άκουσα, στην αρχή κρύβω ότι νοιώθω άναυδος: πράγματι μου είπε: «να σας ρωτήσω κάτι ευγενικά;» επαναλαμβάνω μέσα μου. Όταν βεβαιώνομαι ότι έτσι ακριβώς ειπώθηκε η φράση, η ψυχή μου ξαφνικά πλημμυρίζει αγάπη, ενδιαφέρον και κατανόηση για ολόκληρο τον κόσμο και νοιώθω ότι τα πάντα γύρω μου αποκτούν ένα καινούργιο νόημα πια. Σύγκρυο αρχίζει να κυριεύει ολόκληρη τη διαδρομή της ραχοκοκαλιάς, ιδρώνουν οι παλάμες μου, οι κρόταφοί μου πυρπολούνται!
Μα είναι τελικά δυνατόν να μου έχει προκαλέσει τέτοια συμπτώματα η ακρόαση μιας ασυνήθιστης διατύπωσης; Ένας αναπάντεχος τρόπος εκφοράς του λόγου, δηλαδή;
«Καπνίζεται, κύριε;» με ρωτάει έπειτα η γυναίκα.
«Όχι» απαντώ εγώ, «αλλά θα μπορούσα να το ξεκινήσω άμεσα, αν παραστεί πραγματική ανάγκη».
Επιστρέφοντας τώρα πίσω αισθάνομαι ότι ξαφνικά άλλαξε ολόκληρη η μέρα μου, ίσως κι ένα κομμάτι του εαυτού μου μαζί. Τώρα σκέφτομαι ότι ήμουν σχεδόν έτοιμος να χαρίσω σ εκείνη την ηλικιωμένη γυναίκα όσα χρήματα κρατούσα πάνω μου, κι ακόμα περισσότερο, όσα υπάρχουν στον τραπεζικό μου λογαριασμό.
Αρκεί να μπορούσα να ξανακούσω για πρώτη φορά μια τέτοια φράση:«Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι, ευγενικά;».
Σκέφτομαι επίσης ότι θα μπορούσα να της προσφέρω ακόμη και το μισό μου σπίτι ή να πάρω ένα δάνειο στο όνομά μου και μετά να της χαρίσω τα λεφτά.
Ωστόσο, εκείνη η ηλικιωμένη και τόσο ταλαιπωρημένη γυναίκα το μόνο που ήθελε από εμένα, δυστυχώς, ήταν να αγοράσω από την πραμάτεια της μονάχα κανα δυο αναπτήρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου