Ένα παιδί κρατούσε μια παλιά φλοκάτη
κι είχε μια μόλυνση από καιρό στο μάτι
η μάνα του έπλενε στη σκάφη απ το πρωί
κανείς δεν ήξερε μετά τι θα συμβεί
το σύννεφο άνοιξε παράθυρο ιστορία
ο ήλιος έσκαγε από την αγωνία
γέμισε η θάλασσα κι η σάπια κουπαστή
από καράβια που τα όριζε η ζωή
μπήκαν στις βάρκες υπακούσανε το νόμο
πήραν με δάκρυα της προσφυγιάς το δρόμο
η μάνα ξέχασε την πόρτα ανοιχτή
τους υποδέχθηκε πατρίδα ασθενική
Πέρασαν χρόνια εκατό, γύρισα πίσω
τη μόλυνση από το μάτι σου να σβήσω
και στη φλοκάτη που κρατούσες σαν παιδί
έναν λεκέ στη
σκάφη έτριψα να βγει
Και τώρα έρχομαι από εκείνη την πατρίδα
ψάχνοντας ρίζα ψυχική, βρίσκω λεπίδα
πως να εξηγήσω μία έλξη καρμική
για μία πόρτα που ξεχάστηκε ανοιχτή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου