Τον εμπιστευόμαστε, τον παρακολουθούμε, τον θαυμάζουμε, τον παραδεχόμαστε, και μας αρέσει να τον βλέπουμε να εντρυφά σε όλα εκείνα τα θέματα που φτύνουν σαν κουκούτσια τα ειδησεογραφικά τμήματα των ιδιωτικών καναλιών. Ο λόγος για τον δημοσιογράφο Στέλιο Κούλογλου, του οποίου η ενδεχόμενη αποχώρηση από την ανεξάρτητη και αδέκαστη ΕΡΤ προκάλεσε σαφώς λιγότερο θόρυβο απ ότι της άρμοζε, καθώς ούτε την πολυτέλεια μιας πληθώρας δημοσιογράφων-ερευνητών αυτής της εμβέλειας και σοβαρότητας διαθέτουμε, ούτε και τη δυνατότητα να φιμωθεί μια φωνή που σφυρηλατήθηκε ακολουθώντας τον δύσκολο δρόμο της ενόχλησης των συμφερόντων και των κρατικών εξουσιών.
Χωρίς ακόμα να έχουν ξεκαθαρίσει οι λόγοι της πιθανής απομάκρυνσης του κορυφαίου δημοσιογράφου από την κρατική τηλεόραση (αν φυσικά ολοκληρωθεί) κι ενώ το βέβαιο είναι ότι εκτός της υψηλής ποιότητας των εκπομπών του, δεν συνέτρεχαν και λόγοι εμπορικότητας, καθώς από οικονομικής πλευράς αυτές ξεπερνούσαν σε αποδοτικότητα κατά πολύ τον ΜΟ της ΕΤ 1 (όχι ότι σε διαφορετική περίπτωση αυτός θα ήταν λόγος απομάκρυνσης), το μυστήριο της μη ανανέωσης της συνεργασίας με τον έμπειρο δημοσιογράφο περιπλέκεται ακόμα περισσότερο λίγες μόλις ημέρες μετά την δηκτική εκπομπή του για τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν κι ενώ βλέπουν το φως της δημοσιότητας τα μελλοντικά πρότζεκτ του που θα αφορούσαν, αν πραγματοποιούνταν, την πολιτική κατάσταση στην Κίνα και το ζήτημα της ακρίβειας.
Πρόκειται για μια απροκάλυπτη προσπάθεια φίμωσης μιας από τις ελάχιστες ανήσυχες και ανεξάρτητες δημοσιογραφικές φωνές του τόπου μας;
Κι αν ναι, είναι δυνατόν να πιστέψουμε πως οι λέξεις, Ρωσία, Κίνα, Ακρίβεια αποτελούν στις μέρες μας μεγαλύτερα ταμπού από τις λέξεις γεράκια του πολέμου, Γκουαντάναμο, μεταλλαγμένα, διαφθορά της αμερικανικής ηγεσίας, μυστικές φυλακές, βασανιστήρια κτλ και πως το ενδιαφέρον της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και οικονομικής διπλωματίας έχει μετατοπιστεί τόσο αποφασιστικά προς ανατολάς ώστε αποκτήσαμε εσχάτως και κάποια ακόμα «απαγορευμένα» θέματα;
Αν, ναι, αλίμονό μας και χαρά στην κρατική μας τηλεόραση! Η οποία, εδώ που τα λέμε, δεν έχει και πολλούς λόγους για να παινεύεται ότι προσφέρει στον ελληνικό λαό προγράμματα αντάξια της αποστολής της, τα οποία να αντιπαρέρχονται την λαίλαπα της ελαφρότητας και του αναμασήματος των ιδιωτικών καναλιών.
Παρακολουθώντας με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις, ευχόμαστε όλο αυτό το ζήτημα να παραμείνει στο επίπεδο μιας άκαρπης φημολογίας. Για το καλό της ελεύθερης έκφρασης και της πραγματικής ενημέρωσης, εκείνης δηλαδή που προσανατολίζει τον κόσμο στα ουσιώδη της επικαιρότητας.