Καλύτερη συγκυρία για να λανσάρει το καινούργιο του σουξέ, «Το πουλάω το σπίτι» δε θα μπορούσε να διανοηθεί ο Γιάννης Πάριος, σε μια περίοδο που κυριαρχεί στην ελληνική επικαιρότητα το θέμα της πώλησης του ΟΤΕ, του «σπιτιού» δηλαδή των ελληνικών τηλεπικοινωνιών κι όπου τα κόμματα διασταυρώνουν στο κοινοβούλιο τα ξίφη τους, υποκινούμενα ως συνήθως από ένα καθαρά πατριωτικό ενδιαφέρον, αλλά, ωστόσο, κινούμενα πάντοτε στις αντίθετες άκρες της διελκυστίνδας της αντιπαράθεσης.
Η υπόθεση της πώλησης του ΟΤΕ στην γερμανική Deutsche Telekom δεν καταφέρνει να επισκιαστεί ούτε από την παράλληλη απόψυξη της διαδικασίας συνταγματικής αναθεώρησης, που επιχειρεί αυτές τις ημέρες ο κ. Καραμανλής για να διαπιστώσει σύντομα όπως δείχνουν τα πράγματα ότι αυτή δεν πρόκειται τελικά να πραγματοποιηθεί σε διάστημα μικρότερο της πενταετίας, κι αν μάλιστα ο ίδιος ή το κόμμα του θέσει αργότερα σε εφαρμογή αυτό το ιδιότυπο «μανιάτικο» που υπονόησε κατά τη διάρκεια της χθεσινής του ομιλίας στο κοινοβούλιο, μπροστά σε οποιαδήποτε μελλοντική προσπάθεια συνταγματικής αναθεώρησης, σε περίπτωση που ναρκοθετηθεί η σημερινή, τότε το σύνταγμά μας δεν αναμένεται να αλλάξει μέσα στις επόμενες τετραετίες, μ ότι θετικό ή αρνητικό μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Εκεί, ωστόσο, που δεν χρειάζεται την ουσιαστική συναίνεση της πλειοψηφίας του σώματος των βουλευτών ο Έλληνας πρωθυπουργός δείχνει να προχωράει αταλάντευτα με βήματα πιο τολμηρά απ όσα επιχείρησε άλλος πρωθυπουργός τις τελευταίες δεκαετίες.
Όλα, ωστόσο, κινούμενα προς την κατεύθυνση των ιδιωτικοποιήσεων και μιας υποτιθέμενης τόνωσης της ελληνικής ανταγωνιστικότητας σε διεθνές επίπεδο, την ώρα που η αιτιολόγηση της πώλησης του ΟΤΕ στον γερμανικό κολοσσό, στο όνομα της ενεργητικότερης συμμετοχής της Ελλάδας στο διεθνές τηλεπικοινωνιακό γίγνεσθαι, μοιάζει με σχήμα οξύμωρο, καθώς δε θα είναι η Ελλάδα αυτή που θα συμμετάσχει σ αυτό, αλλά μια γερμανική επιχείρηση που θα εδρεύει στην πατρίδα μας και θα επιχειρεί στα Βαλκάνια.
Συνεπώς, κινούμαστε και πάλι σ αυτήν την υπόθεση, μέσα σ ένα πλαίσιο που οριοθετείται από δύο κλασικές επιλογές, που είναι η επιλογή της απόλυτης αδράνειας από τη μια και η υπερβολή της ακραίας βιασύνης από την άλλη, που σημαίνει σε αδρές γραμμές πως είτε θα «κοσκινίζουμε» για ολόκληρες δεκαετίες ένα θέμα προτού καταλήξουμε σε μια οριστική απόφαση, είτε θα το "ξεπετάμε", βιαστικά και ασυλλόγιστα πολλές φορές, μη λαμβάνοντας υπόψη ουσιαστικές παραμέτρους, όπως στην περίπτωση του ΟΤΕ, το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας και της διαχείρισης των πληροφοριών, που ελάχιστα θίχτηκε στον υποτυπώδη δημόσιο διάλογο που πραγματοποιήθηκε για το θέμα τις προηγούμενες ημέρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου