Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

Η δαιμονοποίηση του επαγγελματισμού


Πριν από αρκετά χρόνια τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης συνήθιζαν να χαρακτηρίζουν αθλητές όπως ο Νίκος Γκάλης, ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Παναγιώτης Φασούλας ή ο Μπάνε Πρέλεβιτς , ως στυγνούς επαγγελματίες, που αγωνίζονταν μονάχα για τα χρήματα και το προσωπικό τους συμφέρον. Κατά κοινή ομολογία όμως οι προαναφερθέντες αθλητές, όχι μόνο διέπρεψαν στο άθλημά τους, αλλά έγραψαν και τις πιο λαμπρές σελίδες στην ιστορία των ομάδων που αγωνίστηκαν.Από τις αρχές της δεκαετίας του 80 κιόλας, το να χαρακτηριζόταν κάποιος ως στυγνός επαγγελματίας αποτελούσε μια μομφή, την οποία συνήθιζαν να καλλιεργούν οι επαγγελματίες παράγοντες και οι εξαρτημένες εφημερίδες για να τιθασεύσουν τις διαρκώς αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις των σταρ της εποχής. Στον αντίποδα, συνάδελφοί τους που δεν μπορούσαν ούτε στη σφαίρα της φαντασίας να αγγίξουν τα στάνταρ της απόδοσής των μεγάλων αθλητών, χρησιμοποιούσαν με περισσή δεξιοτεχνία το όπλο του επικοινωνιακού λαϊκισμού για να κτίσουν καριέρες και να εξασφαλίσουν επίσης εξωπραγματικά για την εποχή τους συμβόλαια.Αυτοί πουλούσαν οπαδοφροσύνη, χάιδευαν τα αφτιά των φιλάθλων της ομάδας, την οποία κάθε φορά τύχαινε να υποστηρίζουν από τα παιδικά τους χρόνια, παραχωρούσαν πηχυαίες δηλώσεις που εξέθρεφαν το οπαδικό συναίσθημα και πυροδοτούσαν σκόπιμες εντάσεις, διαχωρισμούς και πολώσεις.Τελικά, αυτοί καταγράφηκαν στην συνείδηση του κόσμου ως αθλητές που έπαιζαν για τη φανέλα και αγαπούσαν την ομάδα.Η σύγκρουση μεταξύ αυτών των δύο αντιμαχόμενων νοοτροπιών φθάνει έως τις ημέρες μας, όπου ο παραδοσιακός λαϊκισμός έχει περάσει από τα πολιτικά μπαλκόνια στην καθημερινότητα των πολιτών.Κάποιοι ελάχιστοι εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως ψυχροί επαγγελματίες, απλώς και μόνο επειδή επιθυμούν να κρίνονται ναι να αμείβονται βάση της εργασίας τους. Αυτοί, συνήθως μιλούνε ελάχιστα, δεν κολακεύουνε τους οπαδούς, δεν πουλάνε συναίσθημα, ούτε και ψεύτικες προσδοκίες. Παράλληλα, η άλλη πλευρά εξακολουθεί να καλύπτει το κενό αξίας, ικανότητας και προσόντων που τη χαρακτηρίζει με λόγια και κινήσεις που αγγίζουν το θυμικό του κόσμου.Τελικά, ο παρασιτικός λαϊκισμός αποτελεί το μεγαλύτερο βαρίδιο και στον χώρο του αθλητισμού. Αντίθετα, ο επαγγελματισμός, ως αξία βελτίωσης και προόδου, εξακολουθεί να τρομάζει και να προκαλεί αποστασιοποίηση και ψυχρότητα. Οι ομάδες αρέσκονται να στηρίζονται σε παίκτες και προπονητές που δηλώνουν υποταγή και στρατιωτική πειθαρχεία στο μεγαλείο της ιστορικής πορείας του συλλόγου. Συνέπεια αυτής της νοοτροπίας είναι το γεγονός ότι όλοι αυτοί που έχουν έρθει, απλώς για να κάνουν καλά τη δουλειά τους, που δεν υπήρξαν ποτέ οπαδοί της συγκεκριμένης ομάδας, που δεν είναι πρόθυμοι να χαϊδέψουν τα αφτιά κανενός διαθέτουν ελάχιστη πίστωση χρόνου για να αποδείξουν την αξία τους. Εμφανώς η πίεση που ασκείται επάνω τους αντανακλά την αρχική καχυποψία και ως συνέπεια η έννοια του επαγγελματισμού που βασίζεται σε υψηλές εργασιακές αρχές και τεχνογνωσία εξακολουθεί να παραμορφώνεται και να κακοποιείται . Παράλληλα και οι ίδιοι οι επαγγελματίες λαϊκιστές (αθλητές ή προπονητές) υπονομεύουν την καριέρα τους γνωρίζοντας το πόσο πολύ θα δυσκολευθούν να βρουν εφάμιλλη δουλειά, αν κάτι δεν πάει καλά στο μέλλον, σ ένα επαγγελματικό περιβάλλον που κρίνεσαι για τις ιδέες και τα συναισθήματά σου και όχι γι αυτό που μπορείς να κάνεις. Στη διαμόρφωση αυτού του κλίματος συμβάλλουν τα μέγιστα και οι παραδοσιακές φόρμες διοίκησης των σωματείων που προκρίνουν το συναίσθημα έναντι του εξορθολογισμού και την ασφάλεια έναντι του μακροπρόθεσμου αποτελέσματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου