Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2011

Η Θεσσαλονίκη δεν απελευθερώθηκε ποτέ




Τα μίντια της Θεσσαλονίκης το είδαν ως σκάνδαλο. Ωραία. Μπράβο στα μίντια της Θεσσαλονίκης. Το περιέγραψαν λιτά, περιεκτικά και απέριττα, αναπαράγοντας την απόφαση του πειθαρχικού οργάνου της ΕΠΟ, κατόπιν το σκέπασαν μ ένα νυσταγμένο ωστόσο, πηχυαίο τίτλο και το παρέδωσαν στην δημοσιότητα, κατατάσσοντάς το, καλοσύνη τους, σε ένα από τα τρανταχτά σκάνδαλα εις βάρος του Ηρακλή, χωρίς περαιτέρω σχολιασμούς και διευκρινήσεις. Μούδιασμα, άγνοια, αδιαφορία; Στην Αθήνα τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Μπράβο και στα μίντια της Αθήνας που είναι τουλάχιστον πιο ειλικρινή.
Εκεί είπαν ότι το δευτεροβάθμιο όργανο της ΕΠΟ, αποφάσισε ότι το τριτοβάθμιο διαιτητικό όργανο, είναι αναρμόδιο για να αποφανθεί για την υπόθεση του Ηρακλή και μετά… Λιβύη και Καιρός. Έλα , όμως , που το τριτοβάθμιο όργανο όχι μόνο αποφάνθηκε, αλλά και εξακολουθεί να υποστηρίζει την απόφανσή του.
Τέσσερις μήνες ψυχικής φθοράς και σωματικής ταλαιπωρίας για ένα τόσο άδοξο και πικρό φινάλε είναι ένα πρώτης τάξεως μάθημα για όλους μας. Μια σπουδή στον αχαλίνωτο κυνισμό. Αναρωτιέμαι, μάλιστα, αν οι Λίβυοι αντάρτες αισθάνονται αυτήν την στιγμή μεγαλύτερο μένος για το κανταφικό καθεστώς απ όσο εμείς για το αθηναϊκό κατεστημένο.

Φυσικά και δε μιλάμε εδώ για ποδόσφαιρο, όπως αφελώς θα ισχυριστούν ορισμένοι. Ποτέ δεν το κάναμε. Το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να είναι παρά η αφορμή για να μιλήσεις για δικαιοσύνη, και πολιτική. Ειδικά αυτό το ποδόσφαιρο. Μιλάμε όμως σίγουρα για τη χώρα που μας επιβάλλει το ένα χαράτσι μετά το άλλο, που μας επιμερίζει τα χρέη των εθνικοφρόνων λωποδυτών της, που μας στερεί κάθε προοπτική, μιλάμε για τους πλούσιους της χώρας που αντί να θέτουν τα εισοδήματά τους στην υπηρεσία της πατρίδας και να φορολογηθούν αναλόγως φυγαδεύουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό και συνεχίζουν αλώβητοι και ανενόχλητοι τις παράνομες δραστηριότητές τους στο ελληνικό ποδόσφαιρο, την τελευταία φθηνή ψυχαγωγία για χιλιάδες ανθρώπους.
Μιλάμε για το κράτος μιας χώρας που μας έπεισε ότι σταυροκοπούμενοι από το πρωί έως το βράδυ, ότι ακούγοντας Θεοδωράκη, Χατζιδάκη, Ξαρχάκο και Τσιτσάνη, διαβάζοντας Καζαντζάκη και τους περίφημους νομπελίστες ποιητές ή αντικρίζοντας τις εικαστικές μεγαλοφυΐες των Μόραλη, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Μπουζιάνη , Παπαλουκά, Τσαρούχη, έχουμε κοινό πολιτισμό και άλλα πολλά κοινά πράγματα που μας ενώνουν σε εθνικό επίπεδο με τον Αθηναίο, τον Κρητικό, τον Πελοποννήσιο, τον νησιώτη.. Άρα, αφού μας έκαναν τη τιμή να μας εξανθρωπίσουνε με τον πολιτισμό τους, ας τους κάνουμε και εμείς τη χάρη να το βουλώσουμε και να μην διεκδικούμε απολύτως καμιά συμμετοχή στις αποφάσεις των κέντρων εξουσίας και τις καθεστωτικές και χουντικές καταστρατηγήσεις των νόμων που επιβάλλουν.

Έτσι μας φόρτωσαν μια εθνική ταυτότητα ισάξια με αυτή που αποκτούσε σιγά σιγά ο αφροαμερικανός, παίρνοντας το όνομα του αφεντικού του, του οποίου συχνά το όνομα μνημόνευε λίγο πριν αυτοκτονήσει από το φόβο και τη λύπη ότι δεν θα τα κατάφερνε μόνος του, όταν ο ιδιοκτήτης του κατέρρεε οικονομικά και αναγκαζόταν να τον αφήσει ελεύθερο.
Δεν το έκρυψα ποτέ ότι ονειρεύομαι μια νέα πατρίδα, στις παρυφές του Αθηναϊκού κράτους, με την ελληνική γλώσσα για βάση της, τη δική της σημαία, την δική της δικαιοσύνη, τη δική της Παιδεία τον δικό της παραγωγικό ιστό, τα δικά της χρέη, τις δικές της τύχες.
Είμαι διαπρύσιος υποστηρικτής και ταγμένος ψυχή τε και σώματι στην ιδέα μιας τέτοιας προοπτικής, αν και αναγνωρίζω πως οι αντικειμενικές δυσκολίες που απορρέουν, όσο κι αν φαίνεται αστείο ή περίεργο, από τον βαθύ οπαδικό διχασμό αλλά και την πνευματική αδράνεια στην οποία έχει περιέλθει ο τόπος μας είναι σχεδόν αξεπέραστες.
Μάλιστα, αν δεν υπήρχε αυτός ο διχασμός, η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε ήδη πολύ εύκολα να ήταν μια νέα Βαρκελώνη, ημιαυτόνομη και διαχειρίστρια σε μεγάλο βαθμό των πόρων της και των υποδομών της. Άλλωστε σε τι πια διαφέρει τόσο τρομερά ο Καταλανός από τον Ισπανό της Μαδρίτης, περισσότερο απ ότι ο Θεσσαλονικιός με τον Αθηναίο. Σε τίποτα. Οι καταλανοί, όμως, είχαν την οξυδέρκεια και την αποφασιστικότητα να υπερτονίσουν τις όποιες διαφορές τους από το μαδριλένικο κράτος και τα κατάφεραν πολύ καλά. Έφτιαξαν μια εθνική οντότητα σεβαστή σε ολη την αποκεντρωμένη επικράτεια της χώρας τους και διαχώρισαν σε μεγάλο βαθμό τη μοίρα τους από εκείνη των υπόλοιπων Ισπανών. Κι αυτή η διαφορετικότητά τους, που έχει επιβληθεί με θεαματικό τρόπο σε ολόκληρο τον κόσμο είναι που σήμερα αποφέρει εκπληκτικά οφέλη για τους κατοίκους της περιοχής.
Γιατί να μη συνέβαινε κάτι παρόμοιο και στην Θεσσαλονίκη; Γιατί όχι, στην Βόρειο Ελλάδα; Γιατί πρέπει να μην μπορούμε να χτυπήσουμε μια πόρτα ενός θεσμικού παράγοντα, γιατί πρέπει να εκλέγουμε τόσο αποδυναμωμένα πολιτικά όντα γιατί να σκιαζόμαστε από το αιματοβαμμένο παρελθόν της Γιουγκοσλαβίας και να σιωπούμε; Γιατί να μας τρομοκρατούν τα ιδεολογικά σκιάχτρα; Γιατί να μην διεκδικήσουμε την πολιτική αυτονομία μας, στη βάση της διαφορετικότητάς, που προκύπτει από την πολυπολιτισμική μας παράδοση γιατί να μην οικοδομήσουμε μια νέα πατρίδα σύγχρονη και προοδευτική, μακριά από εθνικισμούς, ακρότητες και μισαλλοδοξίες, που θα την αναγνωρίζουμε και θα μας αναγνωρίζει; Γιατί να μην πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας; Επειδή είμαστε Έλληνες; ή τάχα επειδή έχουμε ως πρωτεύουσά μας την Αθήνα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου