Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Ένας ψύλλος ήρθε απόψε απ τα παλιά


Ο στρατός είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εφεύρεση του ανθρώπου. Στη λίστα των μεγαλύτερων επινοήσεων ψηλότερά του είναι μόνο το ασανσέρ σε ουρανοξύστη του Ντουμπάι. Και φυσικά ο Ελληνικός Στρατός, αποτελεί ένα θεμελιώδες κεφάλαιο στην ιστορία των στρατών.

Υπάρχουν βέβαια και άλλες υπέροχες εφευρέσεις, όπως η ψηλοτάκουνη γόβα του Ντα Βίντσι, που προσομοιάζει λίγο ως το αντίστοιχο της σκοπιάς, μόνο που εμείς δε φυλούμε σκοπιά για να νιώθουμε ψηλότεροι ή πιο ερωτικοί, αλλά γιατί μας έπεισαν ότι την απαίτησε,κατά κάποιο τρόπο, ο εξελιγκτιστής Δαρβίνος, ή το φιλί με σφιγμένα χείλη στα παιδικά πάρτι, χωρίς να ξεχνούμε τη «στημένη» μπουκάλα όπου πραγματοποιούσαμε ελεγχόμενες κινήσεις ώστε να φιλήσουμε αυτή που θέλαμε, η οποία τελικά τύχαινε να ήταν αυτή που μας φιλούσε με συνοφρυωμένα χείλη, ή επίσης μια υπέροχη εφεύρεση είναι και η συγχώνευση μεταξύ ανόμοιων προσώπων που ονομάζεται από την εκκλησία και το κράτος, γάμος.

Ο στρατός, από την άλλη μεριά, δεν μοιάζει με τίποτα από όλα αυτά, καθώς είναι θεσμός, ειρηνικός, εικονικός και ανέμελος, που δεν μιμείται την αγριότητα των πλασμάτων της φύσης, αλλά την αναπαράγει ως βελτιωμένη εντύπωση, προάγοντας το πνεύμα του Γκάντι και την αδιαμαρτύρητη υποταγή στην ακινησία, ενώ σου εμφυσάει αξίες, όπως η πρωινή αναφορά στην οποία καταμετρώνται οι επιζώντες από την κραιπάλη της βραδινής εξόδου ή το προσκλητήριο της βραδινής αναφοράς όπου γίνεται ένας απολογισμός της ημέρας διάρκειας το πολύ δώδεκα δευτερολέπτων.
Εκεί, όπου ο αξιωματικός υπηρεσίας, καμιά φορά σε αναζήτηση κάποιας συγκλονιστικής εξέλιξης, λέει: «Ρε παιδιά, πείτε κάτι. Δεν μπορεί να μην συνέβη τίποτα άξιον αναφοράς, ολόκληρη τη νύχτα» λες και αναφερόταν σε πολικές νύχτες διάρκειας κάποιων μηνών. Για να δεχτεί συχνά κάποια απάντηση από τον περίφημο πρόθυμο του στυλ ότι «ολονυχτίς έτριζαν οι σωλήνες της θέρμανσης ή ότι καλό θα ήταν να μην στεγνώνουν στο καλοριφέρ τις κάλτσες τους όταν τις πλένουν».

Η παράδοση μας πληροφορεί ότι ο στρατός, όπως τον γνωρίζουμε, επινοήθηκε από τα πανάρχαια χρόνια, όχι ως μέσο αποτρεπτικής δυνατότητας, άλλωστε τα ξάγρυπνα κάστρα τα κατάφερναν περίφημα σ αυτό, αλλά μάλλον ως μέσο επίθεσης, επιβολής και επικράτησης.

Αν η ιστορία λοιπόν για μια φορά είναι ακριβής ο στρατός ξεκίνησε σαν ένας ανθρώπινος αντιπερισπασμός, ώστε να αποσπάται η προσοχή των μαζών από τα ειρηνικά τους καθήκοντα και την αγάπη και να δράττουν την ευκαιρία να εξασκηθούν στην επιχειρηματικότητα οι ύαινες της κερδοφορίας.

Εξελίχθηκε όμως σε πραγματικό επίτευγμα μόλις στις ημέρες μας, όπου εκτίναξε στα ύψη τη δόξα του ανθρώπινου είδους, αντικαθιστώντας τα μάντρας της ανατολής με ατελείωτες κοπροσυζητήσεις, τη γιόγκα με τη ρέκλα του ΚΨΜ, το μπαρούτι με τις αποθήκες των σιτιστών, την πράξη γενικά από την επίφασή της κι αν η τέχνη κατά Πλάτωνα είναι μίμηση δευτέρου βαθμού, δηλαδή μίμηση της απομίμησης, ο στρατός αυτό το άνθος του πολιτισμένου κόσμου μιμείται μόνο τον εαυτό του, την ώρα που πολλοί θεσμοί προσπαθούν ανεπιτυχώς να τον μιμηθούν.

Εντάξει, καμιά φορά συμβαίνουν και ορισμένα αξιοσημείωτα πράγματα, ας μην είμαστε άδικοι. Όχι, φυσικά του διαμετρήματος που τους προσδίδουν όταν τα περιγράφουν αυτοί που απολύθηκαν, που συχνά συμπεριφέρονται σαν να έχουν μόλις επιστρέψει από έναν κολασμένο τόπο μαζί με τον Τζον Ράμπο, τον οποίο άφησαν ακριβώς στην διασταύρωση όπου ξεκινάει η πρώτη ταινία, μπαρουτοκαπνισμένοι και έτοιμοι για όλα, όταν στην πραγματικότητα το μόνο που απέκτησαν είναι η τεχνογνωσία της ασυνείδητης υπομονής, προσόν απαραίτητο μόνο για όσους περιμένουν το ουίσκι να ωριμάσει σε κάποιο αποστακτήριο του Τέννεσι.

Το καλύτερο κομμάτι λοιπόν του στρατού για εμένα δεν ήταν ούτε οι σανσκριτικές αφιερώσεις αγάπης που κοσμούσαν τους μουχλιασμένους τοίχους και περιέβαλλαν με μια ξεχασμένη και λίγο ακατάληπτη τρυφερότητα τις βιαστικές εκκενώσεις μας στις τουαλέτες της οργής, ούτε η σπαστικότητα 4.000 ετών στρατογκαβλίασης που ξεκινά από τις ατραπούς των πρωτόγονων, άγριων, πυγμαίων και κανιβάλων για να φτάσει στις σύγχρονες μορφές οργάνωσης όπου η διατήρηση μιας παγιωμένης παράδοσης από ευλαβικούς λάτρεις του πρωτοκόλλου, δημοσίους υπαλλήλους, μοιάζουν με τη συνήθεια κάποιων μοναχικών ηλικιωμένων γυναικών που πλέκουν στον αέρα χωρίς βελόνες πλεξίματος και μαλλί, ακολουθώντας με αφοσίωση τα χέρια τους σε μια τυφλή συνήθεια δεκαετιών.

Το must του στρατού δεν είναι άλλο από τον πόλεμο εναντίον των ψύλλων και των κοριών, όπως ξέρουν να τον κηρύσσουν τα σαββατοκύριακα μονάχα αυτοί που έχουν εμμονές με τους κοριούς, που βλέπουν παντού κοριούς, οι κοριολάνοι, οι κοριόγκαβλοι , οι κυνηγοί κοριοκεφαλών που έχουν τάσεις καταδίωξης από κοριούς και που όταν απολύονται συχνά επιστρέφουν στο στρατό ως μόνιμοι για να ολοκληρώσουν το θεάρεστο έργο της εξαφάνισης αυτών των εντόμων, επειδή αποτυγχάνουν να προσαρμοστούν σ ένα κόσμο απαλλαγμένο από κοριούς, σαν σύγχρονοι δον κιχώτες που επιτίθενται σε έναν ανεμόμυλο επειδή είδαν επάνω του έναν κοριό. Κι ακολουθούν, το πετρελαίωμα των κρεβατιών, η παράδοση των μολυσμένων στρωμάτων στο παρανάλωμα της φωτιάς, η διασπορά της μυρωδιάς του καμένου στον αέρα όταν γυρίζεις από τη σκοπιά και διαπιστώνεις ότι μεταξύ όλων των μολυσμένων στρωμάτων έχουν κάψει και το δικό σου που ήδη είχε αρχίσει να παίρνει το σχήμα του σώματός σου και τις σκληρές καμπύλες των σάρκινων επιφανειών σου, αναγκάζοντάς σε να παραβιάσεις την προσωπική σου εκεχειρία με τα έντομα.
Καμιά άλλη εφεύρεση λοιπόν σαν τον στρατό. Μόνο τα ασανσέρ στους ουρανοξύστες του Ντουμπάι την έχουν ξεπεράσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου