Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Contraband


Η πρώτη γεύση που σου αφήνει το σινεμά του Kormakur είναι αυτή της λιτότητας. Ένα σινεμά τόσο αφαιρετικό ακριβώς επειδή είναι τόσο στέρεα οργανωμένο που είναι σχεδόν αδύνατο να υποκύψει στην φλυαρία ή να του προσάψεις οτιδήποτε περιττό: είτε αυτό είναι ένα πλάνο που σημαίνει κάτι περισσότερο από αυτό που απεικονίζει, είτε μια εκκεντρική γωνία λήψης είτε κάτι υπερβολικό στο παίξιμο των ηθοποιών. Τίποτα από αυτά. Τελικά δε θρηνώ ούτε για τα χρήματα, ούτε για το χρόνο που δαπάνησα για να δω την ταινία, αλλά σίγουρα κρατάω από αυτήν μόνο επιμέρους στοιχεία που κατάφεραν να μου κεντρίσουν το ενδιαφέρον


Το πιο αξιοσημείωτο από αυτά είναι το γεγονός ότι ο Baltasar Kormakur, o οποίος έχει σκηνοθετήσει στο παρελθόν το ενδιαφέρον αστυνομικό θρίλερ “Jar City”, που δεν τιμήθηκε αρκούντως από τους Έλληνες θεατές αναλαμβάνει εδώ τη σκηνοθεσία της αμερικάνικης διασκευής του ισλανδικού αστυνομικού θρίλερ “Reykjavik-Rotterdam” του 2009 στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο ίδιος, μια μετάβαση γεμάτη ρίσκα και προκλήσεις.

Τελικά, η δημιουργική ικανότητα του σκηνοθέτη αναπνέει άνετα όσο η ταινία κινείται στα δαιδαλώδη μονοπάτια του οργανωμένου εγκλήματος ενώ και η ζύμωση του με το είδος είναι εμφανής, καθώς μοιάζει να ελέγχει πολύ καλά την φόρμα του και να κινεί την κάμερα με τρόπο που να αποκαλύπτει το πιο σημαντικό περιεχόμενο μέσα στο οπτικό πεδίο. Συνέπεια όλων αυτών είναι ότι σίγουρα το αποτέλεσμα ξεπερνάει το επίπεδο των καλών προθέσεων.

Καίριο και ακριβές το βλέμμα του Kormakur παρακολουθεί την κυμαινόμενη περιπέτεια ενός ανθρώπου με εγκληματικό παρελθόν που αναγκάζεται να θυμηθεί ορισμένες από τις παλιές πρακτικές του προκειμένου να βοηθήσει τον κουνιάδο του που έχει τρεξίματα με έμπορο ναρκωτικών και να προστατεύσει την σύζυγο και τον γιο του.

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Έβγαλε βρώμα η Γερμανία ότι ξοφλήσαμε...



-Με συγχωρείς ρε Χάρη, αλλά εγώ σε είχα για σοβαρό άτομο, μου λέει ο φίλος μου ο Μάκης.
Δηλαδή μου λες ότι βγήκες πρώτο ραντεβού με κοπέλα και της είπες ότι γράφεις ποιήματα, κι ότι αυτήν την περίοδο διαβάζεις τα έργα του Δανού φιλοσόφου Κιρκέργκορ, ακούς τα Λήντερ του Σούμπερτ και μελετάς το έργο των πρωτοπόρων φωτογράφων Τζέρι Ούλσμαν και Ντουέιν Μάικλς καθώς και του εξειδικευμένου στη νεκρή φύση Ολλανδού ζωγράφου Αστ;

-Είδες ρε συ; του λέω. Από τότε που έκλεισαν τα περιοδικά του Κωστόπουλου όλο κάτι τέτοιες μαλακίες κάνω!

Αναχωρήσεις

Μιας και το ταξίδι ήταν τόσο μακρινό
και το κρύο είχε απλωθεί σ όλη τη χώρα
ο αγγελιοφόρος μάταια έχανε καιρό
θα έπρεπε να έφευγε από ώρα

μα κάτι τρεμοέπαιζε στο βάθος του μυαλού
μια σκέψη που εξασθένιση του φέρνει
του μυθικού βεζίρη το βασίλειο του κενού
να τον κρατήσει πίσω καταφέρνει

το κράτος τον εδιόρισε στους μέσους λειτουργούς
στα πασαλίκια κάποιοι τον παινεύουν
τα δέματα που κουβαλά εξαρτώνται απ τους καιρούς
τα γράμματα ποτέ δεν περισσεύουν

στους κήπους της κολάσεως τα θαύματα αργούν
και οι αφίξεις γίνονται το βράδυ
γιατί πάντα διστάζουν όσοι νέα κουβαλούν
γιατί η ζωή ανθίζει στο σκοτάδι;

Η κάθε αναχώρηση διασταύρωση γεννά
το νέο το καλό ανηφορίζει
μα όταν είναι η τσάντα με τα νέα πιο βαριά
αδιάφορα η στιγμή πάντα σφυρίζει

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Σιτάρι και κρασί

Στο μαξιλάρι του νεκρού να βάλεις κόλλυβα
σιτάρι και κρασί για την ενόραση
να ονειρευτεί, όταν θα σκάσει σαν πομφόλυγα
ποια θα παντρευτεί το απόγευμα στην κόλαση

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Reunion party


Με κάλεσαν σ ένα reunion party κάποιοι παλιοί μου συμμαθητές από το γυμνάσιο και είμαι μέσα στην τρελή χαρά.
Το διοργανώνουν εκείνοι οι συμμαθητές μου που θυμήθηκαν ότι είχαμε υποσχεθεί να συναντηθούμε 25 χρόνια μετά.
Μάλιστα είχαν την καλοσύνη να έρθουν οι ίδιοι στο σπίτι μου και να μου δώσουν την πρόσκληση.

-Ποιος είστε κύριε; δεν σας ξέρω, είπα στον ηλικιωμένο κύριο που μου έδωσε την πρόσκληση
-Ρε Χάρη, πλάκα κάνεις; μου λέει. Ο Μπάμπης είμαι, ο κολλητός σου στο Γυμνάσιο.
-Ρε Μπάμπη, εσύ; Μα πως…
Και η κυρία δίπλα σου; είναι η μητέρα σου; η κυρά Ασπασία που μας έφτιαχνε τα μπουρεκάκια;
-Τι λες ρε Χάρη; η Αμαλία είμαι, λέει η κυρία.

(Η Αμαλία; Ποια; Ο μεγάλος μου έρωτας στο Γυμνάσιο; Το ρόδο των Αμπελοκήπων; δεν μπορεί, σκέφτηκα.)
-Γεια σου ρε Αμαλία, είπα, και την έπιασα να την αγκαλιάσω. Δεν άλλαξες καθόλου.
Και μετά στράφηκα στον τρίτο. Εσένα θα σε βρω αμέσως, κατεργάρη μου, του είπα. Εσύ είσαι ο μαθηματικός ο Δεληγιάννης εεε;
-Ποιος μαθηματικός ρε Χάρη; μου λέει. Ο Γιώργος είμαι, ο διπλανός σου στο θρανίο.

Αφού ήπιαμε λοιπόν τον καφέ μας και θυμηθήκαμε τα παλιά, τα παιδιά μού έδωσαν την πρόσκληση στα χέρια κι εγώ τους υποσχέθηκα, ότι θα πάω με μεγάλη χαρά στο μεγάλο πάρτι, αρκεί να μην μου ζητήσουν να φορέσω εκείνο το ταπεινωτικό καρτελάκι με το όνομά μας, που υπενθυμίζει στους υπόλοιπους, ποιος ήταν ο καθένας.
Άλλωστε, αυτά τα καλά έχουμε εμείς, που δεν αλλάξαμε σχεδόν καθόλου.

Και ξαφνικά η «ακτιβίστρια» απλώνει το πόδι της!

Ένα λαμπερό ντεκόρ, στο οποίο περίπου συμπεριλαμβάνονται και όλοι οι συμμετέχοντες στη φετινή διοργάνωση, ένα σχεδόν υποσιτισμένος γυναικείος μηρός και μερικές δεκάδες αστραποβολήματα από τα φλας των έκθαμβων παπαράτσι να του προσάπτουν επιτυχία και ομορφιά, είναι η αλληλουχία των γεγονότων που στάθηκε αρκετή για να συγκλονίσει το φιλοθεάμον κοινό των φετινών κινηματογραφικών βραβείων Όσκαρ. Για μερικούς μάλιστα, ίσως να δικαιώνονται περίτρανα και όσοι πιστεύουνε ότι η θρυλική διοργάνωση λειτουργεί πια αποκλειστικά ως μια πασαρέλα έκθεσης ιδιορρυθμιών και στυλιστικών καινοτομιών με πρόφαση τον άμοιρο κινηματογράφο. Κάποιοι άλλοι θα πούνε ότι τα Όσκαρ ήταν, είναι και θα παραμείνουν μια γιορτή του σινεμά, όπου όλα επιτρέπονται, ακόμα ίσως ίσως και ο αποπροσανατολισμός του κοινού από τις ταινίες. Άλλωστε κανένας δεν έδωσε ποτέ έναν ορισμό για όλες τις χρήσεις για την έννοια γιορτή.

Τώρα, θα μου πείτε αν αυτό είναι το πρόβλημα, όταν ασχολούνται με την φιλάρεσκη πόζα της Τζολί, ακόμα και άνθρωποι που δεν έχουν εξασφαλίσει ούτε καν τα στοιχειώδη της επιβίωσής τους, μεταξύ τους και μερικά εκατομμύρια από τους συμπατριώτες της που ταλανίζονται από πρωτοφανή κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Σίγουρα δεν είναι το πρόβλημα ο αποπροσανατολισμός του κοινού από τις ταινίες. Όμως είναι ένα μέρος του προβλήματος. Άλλωστε η πολυδιάσπαση της προσοχής και η απώλεια προσανατολισμού είναι ένα σημαντικό ηθικό ζήτημα του καιρού μας. Ποιος μπορεί να το αρνηθεί αυτό; Ότι ο κόσμος θα ήταν πολύ διαφορετικός αν είχε το βλέμμα του στραμμένο προς άλλη κατεύθυνση; Προς όλα αυτά που η εφήμερη λάμψη συσκοτίζει;

Την ίδια εποχή, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της διάσημης ηθοποιού αντλεί την έμπνευσή του από τη βία που υπέστησαν οι γυναίκες στον πόλεμο της Βοσνίας.
Διαθέτοντας τον λυρικό τίτλο «Στη χώρα του αίματος και του μελιού» σε προδιαθέτει για μια στροφή της ηθοποιού σε ένα πιο εκλεπτυσμένο και ψαγμένο σινεμά. Όμως και πάλι αποδεικνύεται ότι από μόνες τους οι προθέσεις δεν αρκούν.
Δώδεκα νέοι από την Σερβία προσήλθαν την περασμένη εβδομάδα σ έναν κινηματογράφο για να γνωρίσουν το πόνημα της Τζολί από πρώτο χέρι, να θυμηθούν όψεις της πρόσφατης ιστορίας τους και ίσως να αντιπαλέψουν με τα στερεότυπα εντός τους. Δεν ξέρω αν έφυγαν πιο σοφοί από την αίθουσα ούτε κι αν εμπλούτισαν καθόλου την κινηματογραφική τους παιδεία αλλά, όσοι έτυχε να δουν την ταινία στην γειτονική χώρα την έκριναν ως μεροληπτική, ενώ κάποιοι κύκλοι την εξέλαβαν και ως «αντισερβική». Καθόλου απίθανο αν σκεφτεί κανείς ότι στοχεύει απευθείας στο αμερικανικό βox office. Πάντως η ανταπόκριση του κοινού στη Σερβία ήταν εξαιρετικά απρόθυμη, κάτι που σαφώς επηρέασε την απόφαση της Τζολί να υπενθυμίσει ξανά στο κοινό τα δοκιμασμένα της όπλα.
Υπακούοντας στο δόγμα, αρκεί ασχολούνται μαζί σου και δεν να παίζει προφανή ρόλο το γιατί, η όμορφη ηθοποιός παρέκαμψε για λίγες στιγμές το σοβαροφανές πρωτόκολλο της πρέσβειρας για τα δικαιώματα των παιδιών ή της επίδοξης σκηνοθέτριας για να προσθέσει λίγους ακόμα πόντους γοήτρου στο αισθησιακό της προφίλ και λίγη περισσότερη σύγχυση στον κόσμο που την παρακολουθεί.
Τα κατάφερε, χωρίς, μεγάλη προσπάθεια, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις και σχόλια για μια πόζα, που επαναλήφθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκειας της βραδιάς, ώστε να μην είναι το αποτέλεσμα μιας καλοδουλεμένης προεργασίας στο σπίτι της. Συνηθίζει άλλωστε εδώ και πολύ καιρό να παίζει σε διαφορετικά ταμπλό η Τζολί.. Από τη μια να είναι η ταγμένη υπερασπίστρια των δικαιωμάτων των πεινασμένων παιδιών της Αφρικής, και από την άλλη η θιασώτης ενός κινηματογράφου που προάγει την συναρπαστική πλευράς της βίας και τα ανορεξικά πρότυπα. Συμβαίνει καμιά φορά και με τη συνείδηση. Γίνεται λάστιχο.

Σημασία έχει να γίνεται η δουλειά και να ξέρεις να παραμερίζεις τις προβοκατόρικες φωνές από τα μέσα ενημέρωσης, τις οργισμένες κορώνες, τις ήπιες προσβολές, τον φαρισαϊσμό, αλλά και την λογική κριτική. Να εντυπωσιάζεις και να σοκάρεις τους δήθεν κεραυνοβολημένους θεατές που θέλουν να πιστέψουν ότι βλέπουν κάτι για πρώτη φορά, κι ότι αιφνιδιάζονται για να νιώθουν ξανά παιδιά.

Οι νέοι από την Αμερική, από την Ευρώπη, από την Ασία αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την υιοθέτηση κάποιων προτύπων που ανταποκρίνονται στις υψηλότερες προσδοκίες της ανθρώπινης φύσης. Οι γονείς τους από την πλευρά τους αδυνατούν να ανταποκριθούν στην κοινωνική πίεση που θέλει από τα παιδιά τους να κουβαλούν απέριττα σώματα και τελειοποιημένα χαρακτηριστικά για να έχουν σοβαρά πλεονεκτήματα επιβίωσης. Κοριτσάκια ηλικίας επτά, οκτώ ή εννιά ετών σκέφτονται την σιλουέτα τους και ζούνε με τον φόβο των επιπλέον κιλών. Διαπιστώσεις δυσοίωνες που προοιωνίζονται ένα εξαντλητικό και αφύσικο μέλλον για την μέση οικογένεια. Οι γονείς ούτε θα κατανοήσουν απολύτως αν πρέπει να ενθαρρύνουν την υστερία των παιδιών τους και το δέος που νιώθουν απέναντι στην πλαστική οικειότητα που εκπέμπουν τα προβεβλημένα πρότυπα, ενώ τα παιδιά γαλουχούνται σχεδόν ασυνείδητα με τις εικόνες μιας πραγματικότητας εκμαυλιστικών ψευδαισθήσεων. Θα τους λείπει όμως το κομμάτι της γνήσιας αυτοεκτίμησης που δεν χρεώνεται μόνο στην Τζολί και τους συναδέλφους της, αλλά αποκαλύπτει εκπαιδευτικά ελλείμματα και δυσαναπλήρωτα διαπαιδαγωγικά κενά.