Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

ESPERANZA

Το βλέμμα ψάχνει στους αγρούς τη άρπα μιας κοπέλας
και συναντά τους ξυλουργούς της ηλιακής ομπρέλας
ξεβράζει η θάλασσα αρμούς και χνώτα περιστέρας
τελειώνει ο αιθέρας και εφιάλτες φτιάχνει ο νους

Στων αγγέλων της πόλης, τα μαλλιά,
μπλέχτηκε μια ακτίνα υπέρυθρη
στη Σαμπάλα βουίζουν τα νερά
και ο αφέντης θέλει τη λίμνη ανέγγιχτη

Οι σταγόνες της, ραντίζουν, τώρα, τον ουρανό
ξέχασαν τη βαρύτητα και το θεό
για λούτρινα αρκουδάκια είχαν καιρό
αγάπησαν και ξέχασαν το βάρος τους
αγνάντιο από παράθυρο κρυφό, κοίτα, γιαλός, το θάρρος τους

Σαλπάρει στις εννιά το μαύρο πλοίο
μα ο καπετάνιος, με οιωνό, μήνυμα τρόμου έλαβε
ένα γεράκι στοιχειωμένο το ναυάγιο ανέβαλε
με πτήση χαμηλή, κάτω από τα κονκόρντ

Στο κατάστρωμα μαζί μου ξενύχτισε
κάτω από το καθρέφτισμα των άστρων,
κοίταξε τα μαύρα φύκια των καημών
στων δελφινιών το ράστερ και είπε:

"'Άκου μαζί μου της ψυχής τη σιγαλιά
η Αμερική κοιμάται, το Λονδίνο ξυπνά,
επίγνωση ή τρέλα; δόξα τω θεώ, που φύλαξα σ ετούτη τη σκοπιά
η θέα της καταστροφής, είναι το νόημα της ζωής, ξανά".

Τα καμάκια της μνήμης κι οι ψησταριές τις επιστήμης
Ρίξτε αλάτι στις αποθήκες, βγάλτε του μέλλοντος τις ωοθήκες

Τι κέρδος φέρνει η ασχήμια
Νεκρά, κρεμάμενα δελφίνια
μαρτύρια σπέρνει ο άτρωτος στη γη
κι άστρο νεκρό μας οδηγεί

Ακούω ξανά τη θάλασσα και την οικολογία
σαν μια σοφή γερόντισσα να ορίζει την αξία:
"να φτάνεις στο αδύνατο, στην τέλεια ευτυχία
πατώντας σε μια ανύπαρκτη, μηδαμινή ευκαιρία"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου