Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αγανακτισμένοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αγανακτισμένοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2021

Αν θέλεις να σε ακούσουν, φώναξε! Αν θέλεις να σε καταλάβουν, σώπασε

Κάποιοι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ, κάποιοι πολύ περισσότερο, ενώ άλλοι αδιαφορούν εντελώς. Ένας τρόπος για να βρεις το που ανήκει ο καθένας  είναι να τον βάλεις  στη δοκιμασία της προσαρμογής σε μια περίοδο κρίσης. Οποιασδήποτε κρίσης.

Τότε, θα δεις να ξεπροβάλλουν απίστευτες αρετές και ανομολόγητες αδυναμίες. Οι πραγματικές ταυτότητες των ανθρώπων δηλαδή.

Όμως…

… αν οι μισοί τουλάχιστον άνθρωποι θέλουν να πάνε προς  μια κατεύθυνση,  ενώ οι άλλοι μισοί έχουν αποφασίσει να πάνε προς μιαν άλλη, ποια επιλογή οφείλει να ακολουθήσει μια συντεταγμένη πολιτεία;

Εδώ είναι το πρόβλημα. 

 Γιατί, υπάρχουν άνθρωποι, ιδιαίτερα θορυβώδεις μάλιστα, που διαμαρτύρονται διαρκώς λέγοντας ότι η φωνή τους δεν φτάνει επαρκώς έως τα mainstream δίκτυα επικοινωνίας, άρα και της πολιτικής τάξης και άλλοι που εκφράζονται  με ευαισθησία, χαμηλόφωνα. 

Όμως, η φωνή ούτε εκείνων φτάνει επαρκώς  στα mainstream δίκτυα. Αυτοί, μπροστά στην πεποίθηση μιας κοινωνίας που θεωρεί πως η απουσία κραυγής σημαίνει απουσία άποψης,  μιλούνε συνήθως  την ώρα της κάλπης.

Επίσης, υπάρχουν άνθρωποι που σκέφτονται θορυβωδώς, αν και παραμένουν σιωπηλοί και αμετακίνητοι σε μια θέση τους, επειδή αισθάνονται ότι δεν λαμβάνονται αρκετά σοβαρά υπόψιν οι όποιες επιφυλάξεις τους. Σ αυτές τις περιπτώσεις,  το μάρμαρο συνήθως το πληρώνει το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον τους.

Στην πραγματικότητα, όμως, τα mainstream δίκτυα ζούνε μέσα στη δική τους παραδοξότητα, προβάλλοντας με χαρακτηριστική υπερδιέγερση την παγιωμένη παραδοξότητα της εποχής.

Στην ουσία, αρέσκονται να προβάλλουν το θορυβώδες και το κραυγαλέο  των αγανακτισμένων πολιτών  σ ένα κοινό που πορεύεται διακριτικά και χαμηλόφωνα. Το δικό τους αμήχανο κοινό, τυπικά.

Εδώ όμως βρίσκεται η παγίδα. Διότι, αν υποθέσει κανείς ότι περιορίζοντας την κριτική μεγιστοποιείς την απάθεια, ελλοχεύει ο κίνδυνος της αποσιώπησης των απόψεων που εμφορούν  εκείνους που η ιδιοσυγκρασία και ο αυτοσεβασμός που τους χαρακτηρίζουν δεν τους επιτρέπει να ανέβουν στα κάγκελα.

Για πολλούς συμπολίτες μας η σύγχυση της εποχής στάθηκε αφορμή να αυτοπροσδιοριστούν σχεδόν παραπλανητικά.  Γιατί, πάνω που λες ότι τα δύο στρατόπεδα που γέννησε η εποχή είναι ξεκάθαρα και προφανή συναντάς τέτοιες αντιφάσεις που μπλέκεσαι σ έναν ατελείωτο λαβύρινθο σκέψεων:  ένα παράδειγμα είναι η συνύπαρξη σκεπτικιστών  εμβολιασμένων και υπερασπιστών των εμβολίων ανεμβολίαστων κάτω από την ίδια στέγη.

 Ορισμένες φορές η σημερινή κατάσταση  θυμίζει σχεδόν  απελπιστικά τους εμφύλιους πολέμους του παρελθόντος , όταν οι φτωχοί και αγράμματοι χωρικοί τοποθετούνταν σε κάποιο από τα δύο αντικρουόμενα στρατόπεδα, όχι πάντα σύμφωνα με κάποια συγκεκριμένη ιδεολογική προέλευση , αλλά με αποκλειστικό γνώμονα την ιδεολογία εκείνου που  τους προσέγγισε και τους εξανάγκασε πρώτος.

Αλλά φαίνεται πως  είναι η μοίρα των ανθρώπων να εμφανίζονται  πάντα διχασμένοι μπροστά στις δραματικές προκλήσεις της εποχής τους. Ίσως επειδή τα πάντα σχετίζονται με τη διαφορετική ικανότητα προσαρμογής που διαθέτει ο καθένας μας, η οποία επηρεάζει τον τρόπο που ο καθένας αντιλαμβάνεται και αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της καθημερινότητας.

Κι αυτή η πεποίθηση είναι που κάνει τόσο μακρινή την αναγκαιότητα σύμπνοιας μπροστά στη μητέρα των μαχών,  δηλαδή την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Άντε, να πω και ένα καλό λόγο για τους "αγανακτισμένους"


Θα σας παρακαλέσω, όμως, πολύ, να μην μου προσάπτετε πράγματα που δεν έχω πει ποτέ κι ούτε χαρακτηρισμούς που δεν έχω αποδώσει.
Εγώ το μόνο πράγμα που έχω πει σχετικά με πολλούς από τους "αγανακτισμένους" είναι ότι η σχέση τους με τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα μού θυμίζει λίγο τη σχέση δύο γειτόνων που για πολλά χρόνια δεν έχουν συστηθεί ποτέ μεταξύ τους κι ούτε καν έχουν ανταλλάξει μία καλημέρα. Αλλά που αν τύχει και συναντηθούν καμιά φορά σε μια ξένη χώρα ως τουρίστες, όχι μόνο θα ανοίξουν την καρδιά τους ο ένας στον άλλο για να μιλήσουν επί παντός επιστητού, αλλά θα διοργανώσουνε και ένα ελληνικό πάρτι προς τιμήν της μακροχρόνιας γνωριμίας τους.

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Ο φερετζές του εφησυχασμού

Ήταν τελικά μεγάλο και πλατύ το πλήθος των ανθρώπων που αναζητούσε μια αληθινή ευκαιρία για να κοινωνικοποιηθεί και να ενταχθεί σε μια συλλογικότητα με τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά της «αγανάκτησης». Τόσο μεγάλο που φυσιολογικά να αναρωτιέται κανείς γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν αξιοποιούσε τις αμέτρητες ευκαιρίες που του παρουσιάστηκαν για να εκφραστεί, να εκτονωθεί ή να αλλάξει τα πράγματα. Φοβάμαι ότι θα γίνω δυσάρεστος, αν τολμήσω να πω ότι συναντώ καθημερινά περιπτώσεις ανθρώπων που διατρανώνουν τα στήθη τους υπέρ της «αγανάκτησης» κι οι οποίοι για χρόνια κινούνταν στα χωρικά ύδατα του προσωπικού τους αιτήματος.
Παράλληλα γίνομαι μάρτυρας εκφυλιστικών φαινομένων στις περίφημες συνελεύσεις που παραπέμπουν σε απολυταρχικές έως και αποσυνθετικές πρακτικές. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι κάτι πραγματικά έχει αλλάξει μέσα σε όλους αυτούς που ξαφνικά έγιναν πιο συλλογικοί, ξεχνώντας τη σημασία που απέδιδαν στην γνωριμία και την πολιτική ισχύ αποφασίζοντας να βασιστούν στις δυνάμεις τους. Από την άλλη πάλι βλέπω την προσωπική τους πικρία να κρύβεται πίσω από την στάση τους κάτι που με αποτρέπει από την απόφαση του να συστρατευθώ ολόθερμα μαζί τους. Σαφώς διαχωρίζω από την μεγάλη μάζα του κινήματος, τους ανέργους, τους συνταξιούχους, τους μισθωτούς και τους δημοσίους υπαλλήλους που ακολούθησαν την αξιοκρατική οδό, αλλά εξακολουθεί να μου φαίνεται περίεργο το πως είναι δυνατόν να συστρατεύονται στο ίδιο κίνημα ο τίμιος και ο άτιμος, ο κλέφτης και ο υποδειγματικός, ο θύτης και το θύμα. Νομίζω ότι μόνο με ένα τρόπο μπορούσε να συμβεί αυτό και αυτός ακολουθήθηκε. Να συμφωνήσουν όλοι στην ύπαρξη ενός κοινού εχθρού που θα υπερβαίνει τις προσωπικές τους ευθύνες, τις σπονδές ή τις αστοχίες και που θα ευθύνεται για σαφώς δραματικότερες παραβάσεις από αυτές των απλών πολιτών. Παράλληλα, νιώθω ότι το σύνολο των σημερινών αγανακτισμένων θα πουλούσε εύκολα τον κοινό αγώνα αν ικανοποιούνταν το προσωπικό του συμφέρον, με τον ίδιο τρόπο που παραβιάζει την υπέρτατη αρχή της δημοκρατίας, που είναι η προσωπική ευθύνη. Η συνθήκη που χωρίς αυτή δεν νοείται καμιά μορφή δημοκρατίας. Όσο λοιπόν βλέπω αγανακτισμένους που εξακολουθούν να εθελοτυφλούν απέναντι στην προσωπική τους ευθύνη, όπως αυτή διαμορφώθηκε μέσα από την εσκεμμένα καλλιεργημένη ημιμάθειά τους, τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους, όσο βλέπω αγανακτισμένους που συνεχίζουν να παραβιάζουν τον ένα νόμο μετά τον άλλο, απαιτώντας παράλληλα περισσότερη και καλύτερη δημοκρατία και άλλους που απαιτούν αλλαγές αρνούμενοι να αλλάξουν οι ίδιοι, κι όσο βλέπω αγανακτισμένους που ενισχύουν καθημερινά τις παθογένειες που προκαλούν την αγανάκτησή τους, τόσο πείθομαι ότι ορισμένοι χρησιμοποιούν την συγκυρία για να κοσμήσουν το εγωκεντρικό βιογραφικό τους με τη συμμετοχή τους στο μεγάλο δικό τους κοινωνικό και πολιτικό γεγονός. Φυσικά και δεν πρόκειται για πολιτικοποίηση με τη στενή έννοια του όρου και ευτυχώς από μια πλευρά γιατί κι αυτή είχε εκφυλιστεί μέσα από την διάβρωση που είχε υποστεί από τον κομματικό παράγοντα. Εξακολουθώ, ωστόσο, να πιστεύω, ότι οι πραγματικά επώδυνες, ριξικέλευθες και προωθητικές για την δημοκρατία μας και την πρόοδό μας στάσεις ζωής βρίσκονται μεταξύ του καναπέ και της πλατείας, στην ολόπλευρη αυτοβελτίωση, στην αφιλοκερδή προσέγγιση στον συνάνθρωπό μας, στην τήρηση των νόμων, στην αυτοκριτική και στην ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας που θα μας επιτρέψει εκτός των άλλων να μην ψηφίζουμε για προσωπικούς λόγους αλλά για το γενικό καλό.
Σαν επιμύθιο συνοψίζω ότι υπάρχουν αρκετοί τρόποι ουσιαστικής αντίστασης, αλλά και εναλλακτικών τρόπων ζωής πέραν από τους προφανείς, αρκεί να μην θυμόμαστε τον θυμό και την αγανάκτησή μας μόνο όταν φτάνει η ώρα του λογαριασμού.

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

Η κουλτούρα της εξάρτησης



Αν το κοινοβούλιο είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας κι αν ο πολιτικός κόσμος αρνήθηκε να προχωρήσει σε μια γενναία αυτοκριτική γιατί άραγε να πρέπει να το κάνουν οι πολίτες;

Η πυξίδα που χρησιμοποιώ συχνά για να κατανοήσω το που ακριβώς βρισκόμαστε και να συνειδητοποιήσω το τι συμβαίνει γύρω μας αυτή την περίοδο έχει να κάνει με το να προσπαθώ να καταγράψω τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουν την κατάσταση που βιώνουμε ορισμένοι άνθρωποι που κατ εμέ προκάλεσαν με τον τρόπο ζωής τους και με τη γενικότερη κοινωνική τους στάση τα προηγούμενη χρόνια. Και αυτοί, ευτυχώς, για την έρευνα, αλλά δυστυχώς για τη χώρα υπήρξαν πολλοί. Είναι οι μικροί πολιτικοί της καθημερινότητάς μας, αυτοί που δεν κατάλαβαν ποτέ με ποιον ακριβώς τρόπο επιβάρυναν τον Έλληνα φορολογούμενο με ένα δημόσιο χρέος δυσβάστακτο και εξαιρετικά απαιτητικό, επιρρίπτοντας την ευθύνη στα «μεγάλα ψάρια».

Ταυτόχρονα, προσπαθώ να καταλάβω σε ποια πνευμόνια ήταν εγκλωβισμένη τόση επαναστατικότητα, τόσος ριζοσπαστισμός, τέτοιο αναλυτικό πνεύμα, τόση έξαρση του συναισθήματος, και διάθεση για κινητοποίηση και συλλογικές μάχες, ευρωσκεπτικισμός, και αγανάκτηση, όταν το δανεισμένο χρήμα έρεε αβίαστα στην ελληνική οικονομία, όταν ο πλουτισμός και ο διορισμός στο δημόσιο ήταν για κάποιους εξαιρετικά εύκολος, όταν κανείς δεν ασχολούταν με την αυτοβελτίωσή του, την αξιοκρατία και την τήρηση των νόμων και φυσικά με το γεγονός ότι η χώρα παρήγαγε δέκα και κατανάλωνε είκοσι, στέλνοντας τον λογαριασμό της νέας φτώχειας στις επόμενες γενιές। Είναι διαφορετικά πρόσωπα τελικά, οι σημερινοί αγανακτισμένοι από όσους περιγράφω παραπάνω; Είναι διαφορετικοί από αυτούς που χρησιμοποίησαν κάποια πολιτική γνωριμία για να παρακάμψουν την νόμιμη οδό, είναι διαφορετικοί από αυτούς που συστηματικά φοροδιέφευγαν, είναι διαφορετικοί από αυτούς που χρημάτιζαν ή που αρνούνται και αρνούνταν να εφαρμόσουν νόμους, όπως, για παράδειγμα τον αντικαπνιστικό; Κατά ένα μεγάλο μέρος σίγουρα ναι.
Όχι, όμως, συνολικά.


Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα, ως αρχαία χώρα, με πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή
υποφέρει από ένα έλλειμμα αυτάρκειας άρα και ανεξαρτησίας.
Κοιτώντας κανείς τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά στις τάξεις της οικογένειάς τους κι αργότερα κατά την ενηλικίωσή τους στο σχολείο, θα καταλάβει ότι αυτό το πνεύμα που κυριαρχεί στις διαπροσωπικές σχέσεις παράγει αλυσίδες εξάρτησης μεταξύ ανθρώπων και ομάδων με αιώνιο θύμα τη χειραφέτηση και την ελευθερία.


Για παράδειγμα, η καλλιέργεια έντονων καταναλωτικών συνηθειών υπήρξε για τους Έλληνες γονείς όχι μόνο ένα δείγμα αγάπης και αφοσίωσης προς τα παιδιά τους, αλλά και ένα τέχνασμα για να τα κρατάνε εσαεί συγκεντρωμένα γύρω τους. Έτσι, ο Έλληνας γονέας έμαθε στο παιδί του να είναι ετερόφωτο για να τον θυμάται και να το έχει κοντά του ώστε εκείνο να τον έχει ανάγκη και να τον επισκέπτεται για να τον χρησιμοποιεί. Αν ανάγουμε αυτή τη σχέση εξάρτησης, όπως εμφανίζεται στην καρδιά της πυρηνικής οικογένειας στην κλίμακα της οικονομίας, των κοινωνικών και διεθνών σχέσεων και των κοινωνικών δρώμενων, θα δούμε μια εμπεριστατωμένη εικόνα του ελληνικού προβλήματος . Έτσι, τα παιδιά είναι εξαρτημένα από τους γονείς τους, οι οποίοι είναι εξαρτημένοι από τους βουλευτές, οι οποίοι με τη σειρά τους είναι εξαρτημένοι από τους υπουργούς και τις κυβερνήσεις, που είναι εξαρτημένοι από τις αγορές και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Με απλά λόγια διαθέτουμε έναν πληθυσμό που έχει βολευτεί μέσα στις δεσμεύσεις και τις εξαρτήσεις του και που θέλει απρόθυμα να αποτινάξει από τα φτερά του το ζυγό που του φόρτωσαν από τα παιδικάτα του, μέσα από νοοτροπίες και στερεότυπες αγκυλώσεις.


Για μένα προσωπικά όμως είναι ζήτημα τιμής να είναι η δικιά μας γενιά αυτή που θα ξεχρεώσει την επόμενη και θα βάλει τις βάσεις για μια χώρα εντελώς διαφορετική από αυτήν που διαθέταμε.


Πιθανότατα, όμως, για αρκετούς από τους συμπατριώτες μας η προηγούμενη ήταν μια αποδεκτή κατάσταση, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες ήταν όσοι βολεύτηκαν με τους καρπούς ενός άκοπου τρόπου ζωής που ακριβώς την ώρα που συντελούνταν ακύρωνε κάθε ανθρώπινη αξία, κάθε ιδανικό, κάθε όνειρο για κάτι διαφορετικό, άμβλυνε την ανθρώπινες αντιστάσεις, παρέδιδε το πνεύμα του στην υπηρεσία της αστόχαστης κατανάλωσης, της αναπαραγωγής και της υιοθέτησης μιας κουλτούρας αντιγραφών και παραγραφών.


Επίσης εξακολουθώ να πιστεύω πως και η αγανάκτηση από μόνη της όχι μόνο δεν αρκεί, αλλά είναι ικανή υπό προϋποθέσεις να πετύχει άλλο έναν καίριο αποπροσανατολισμό όταν δεν συνοδεύεται από πολιτικό σκεπτικό, θέσεις, υλοποιήσιμες προτάσεις και κυρίως γενναίες δόσεις αυτοκριτικής, γιατί αλίμονο αν θεωρούμε ότι έφταιξαν μόνο οι πολιτικοί για αυτό που μας συμβαίνει, οι πολιτικοί που εμείς αναδείξαμε να μας εκπροσωπούν και που τώρα καλούμαστε να τους ξεπεράσουμε για να πάμε παρακάτω.


Η Ελλάδα, χρειάζεται ένα όραμα και πιστεύω ότι αργά ή γρήγορα θα το αποκτήσει। Κι αυτό πιστεύω ότι πρέπει να είναι η πραγματική και πλήρης ανεξαρτητοποίησή της από την τρόικα και τα χρυσοπληρωμένα υποστυλώματα της.

Αλλά, για να συμβεί αυτό, είναι αναγκαίο να γίνει η χώρα αυτάρκης, να δανείζεται για να επενδύει και όχι για να καταναλώνει να εντρυφήσει στην έρευνα και την καινοτομία, να φτιάξει έναν υγιή δημόσιο τομέα, και μια οικονομία σοβαρή, εξωστρεφή και φιλόδοξη। Κυρίως, να επενδύσει στη γνώση και τον πολιτισμό, να αποκαταστήσει τις γέφυρες με την ροή της ιστορικής συνέχειας, να αποκτήσει αυτοεκτίμηση και μια νέα δική της ταυτότητα.

Μια Ελλάδα αυτάρκης και ανεξάρτητη δεν είναι τόσο μακρινή όσο ίσως νομίζουμε.
Απαιτεί, όμως, συστράτευση και σκληρή δουλειά, σοβαρότητα, οργάνωση και εφαρμογή των νόμων। Παράλληλα απαιτεί συλλογικότητες συμπαγείς και ανόθευτες από προσωπικά συμφέροντα και άγνοια। Η απαλλαγή από το βάρος των εισαγόμενων μέτρων και η επανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας δεν θα συμβεί, όμως, με υπεκφυγές και στείρες συλλογικότητες. Αλλά μόνο με γενναία βήματα και επώδυνες αλλαγές, εντός μας και εκτός μας, θα καταφέρουμε να απαλλαγούμε από τον εναγκαλισμό με τις αγορές που κάποτε ήταν τρυφερός, αλλά σήμερα είναι θανατηφόρος। Και τέλος, μόνο με απτά δείγματα γραφής, θα καταφέρουμε να απαλλαγούμε από ένα μεγάλο τμήμα του χρέους που σήμερα βαρύνει πέρα ως πέρα άδικα τις πλάτες των Ελλήνων πολιτών.