Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010

Η μοναδική αποδεκτή δυνατότητα αξιοποίησης του δάσους


Θέλοντας να τιμήσουν τα δάση, που τους παρείχαν για χιλιάδες χρόνια τέτοια φιλοξενία, φυλές Ινδιάνων της Β. Αμερικής τα εξύψωσαν στο ύψος της ανθρώπινης ζωής, θεωρώντας τα μακρινούς τους συγγενείς. Γι αυτούς, μοναδική δυνατότητα αξιοποίησης ενός δάσους είναι το προνόμιο της ζωής εντός του, η αρμονική συνύπαρξη με το φυσικό περιβάλλον και τα πλάσματα στο σύνολό τους.

Κι αν ο “πολιτισμένος” κόσμος κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να εξοντώσει τελικά τους ιθαγενείς της Β. Αμερικής και άλλων περιοχών του κόσμου και την κουλτούρα τους, εξαναγκάζοντάς τους να φορέσουν ρούχα και να ζήσουν σε σπίτια λευκών, ήταν επειδή ένιωσε ότι απειλείται αρχικά από την σχέση που συνέδεε τους πολιτισμούς αυτούς με το φυσικό περιβάλλον. Άσχετα αν αργότερα υιοθέτησε έστω και ασυνείδητα σε μεγάλο βαθμό ορισμένες από τις πιο πυκνές και διαχρονικές αρχές της παράδοσής τους. Με πρώτη απ όλες, ότι τα δάση δεν αποτελούν αναξιοποίητες εκτάσεις, αλλά νευραλγικούς παράγοντες ζωής που συνδέονται άρρηκτα και με την ποιότητα διαβίωσης και το μέλλον του ανθρώπινου είδους.

Η φύση στις πολιτισμένες χώρες, άλλωστε, αποτελεί τεκμήριο ευζωίας και προστατεύεται ακόμα και στις μεγαλουπόλεις, εκεί όπου όταν λέμε φύση δεν εννοούμε απλά ένα σύνολο από δέντρα και όμορφα τοπία που κόβουν την ανάσα με το κάλλος τους, αλλά και μια αντίληψη απλοχωριάς στην καθημερινότητα, μη στριμώγματος, διατήρησης του ζωτικού χώρου και του χρόνου που χρειάζεται ο άνθρωπος για να συλλογιστεί, να αναπνεύσει και να δράσει με λογική.
Η πατρίδα μας, ωστόσο, βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της αντίληψης, που πριμοδοτεί τους τρόπους με τους οποίους πρέπει να χωροθετείται ένα σύγχρονο , βιώσιμο και λειτουργικό, αστικό περιβάλλον.

Έτσι, συχνά κατηγορούμε τις Αρχές ότι δεν φτιάχνουν για μας τους απαιτούμενους χώρους πρασίνου στις πόλεις μας, την ώρα που η κάθε οικογένεια διατηρεί δύο και τρία αυτοκίνητα στην κατοχή της, δεσμεύοντας σχεδόν καθημερινά δεκάδες ή και εκατοντάδες μέτρα ωφέλιμου χώρου. Γιατί τόσα καταλήγουν να είναι αθροιστικά τα συνεχή παρκαρίσματα που εκτός από ένα μόνιμο άγχος αποτελούν και καταπάτηση ζωτικού χώρου.

Βλέπουμε λοιπόν ένα όμορφο δάσος και θεωρούμε ότι το κερασάκι, σ αυτή την υπέροχη τούρτα θα μπορούσε να ήταν ένα ιδιόκτητο σπίτι μας καταμεσής αυτής της εξωπραγματικής ομορφιάς. Κάποιοι μάλιστα δεν διστάζουν να βάλουν μπρος στα σχέδιά τους προκειμένου να υλοποιήσουν τον θλιβερό οραματισμό τους .

Κάποιοι άλλοι, συχνά ηλικιωμένοι, όπως παρατηρείται στην Ελλάδα, ζουν για δεκαετίες δίπλα στη φύση χωρίς να έχουν κατανοήσει μερικά από τα βασικά της μυστικά. Έτσι, η υπερβολική αυτοπεποίθηση με την οποία ξεκινούν μια ενέργεια, συχνά μετατρέπεται σε μια ανεξέλεγκτη καταστροφή, καθώς η συμβίωσή τους με τη φύση υπήρξε μηχανική και άγονη. Έζησαν εντός της χωρίς να νιώσουν την τεράστια ευθύνη απέναντί της. Δεν απέκτησαν ποτέ την υπεύθυνη στάση που απορρέει από το φόβο ότι μπορεί κάποια στιγμή έστω και ακουσίως να προκαλέσουν κάποια ζημιά στο φυσικό οικοδόμημα.

Με αυτή την επιπόλαιη άγνοια κινδύνου μεγαλώνουν και τα παιδιά τους. Με την αντίληψη ότι ένας δάσος είναι μεν κάτι όμορφο, αλλά θα ήταν κάτι πολύ ομορφότερο αν απέφερε και χρήματα. Το δάσος και η φύση μοιάζουν με τον ηλικιωμένο συγγενή που τους μεγάλωσε με όλες τις ανέσεις και σήμερα θέλουν να τον «ξαποστείλουν» για να ξεκοκαλίσουνε την περιουσία του.
Το πώς γίνεται αυτό και ξυπνούμε ένα πρωϊ με τέτοιου είδους αντιλήψεις είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αν εξαιρέσεις την πολύ ευάλωτη μορφολογία του ελληνικού εδάφους, που γίνεται, χάρη στις κατ εξακολούθηση υψηλές θερμοκρασίες, πολύ δεκτικό στην γέννηση και την εξάπλωση των πυρκαγιών, ο ανθρώπινος παράγοντας παίζει ηγετικό ρόλο στην γενοκτονία των ελληνικών δασών. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε συμφέροντα καταπατητών και οικοπεδοφάγων, αλλά κυρίως σε ανατριχιαστικές παραλείψεις και αμέλειες που υποδηλώνουν εγκληματική αδιαφορία, και οδηγούν στη διαμόρφωση του σημερινού τοπίου στο φυσικό περιβάλλον της ελληνικής επικράτειας.

Πλέον, έχουμε φτάσει στο σημείο να λέμε ότι η απώλεια κάθε στρέμματος δάσους θα μετρήσει καθοριστικά στην αυριανή ποιότητα ζωής μας.
Το μόνο ευχάριστο είναι ότι τα σημερινά παιδιά, μπορεί να μεγαλώνουν μεν με λιγότερο δάσος, αλλά λαμβάνουν περισσότερες περιβαλλοντικές προσλαμβάνουσες στο σχολείο και ακόμα περισσότερο διψούν να έρθουν σε επαφή μαζί του. Όμως η φύση έπαψε πια να είναι η πανταχού παρούσα μητέρα. Η ικανότητα αυτό-ίασης και φυσικής αποκατάστασης που διαθέτει αποδεικνύεται μικρή μπροστά στη μανία του ανθρώπου. Τουλάχιστον στον παρόντα χρόνο. Υπό αυτές τις συνθήκες, το δάσος κατέληξε να είναι μια πολυτέλεια που εξακολουθεί, ωστόσο, να δίνει νόημα στις ζωές πολλών ανθρώπων. Και αυτό έχει μεγάλη σημασία. Πως υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης του φυσικού περιβάλλοντος υπερισχύουν των δεικτών της οικονομίας. Δηλαδή ότι το δάχτυλο δεν μπορεί να τα βάλει ποτέ με ολόκληρο το σώμα, ακόμα κι αν φαντάζει γιγαντιαίο μπροστά σε ένα υπέρ ενισχυμένο μεγεθυντικό φακό.

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Είμαστε Έλληνες, λοιπόν...

Κάθε φορά που μιλώ με κάποιον για μερικές από τις θρυλικές πια παθογένειες του λαού μας, ζητώντας του να μου πει μια άποψη σχετικά με τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι γίνονται όλα αυτά, θα ακούσω 9 στις 10 φορές την περιβόητη φράση «μα, γιατί είμαστε Έλληνες».

Και αλήθεια πιστεύω πως δεν υπάρχει τίποτα πιο απαισιόδοξο από το να αποτελεί η εθνικότητα ενός λαού την αιτία για όσα διαπράττει. Γιατί τελικά αυτό είναι κάτι βαθύτερο από το περίφημο, “έτσι μας μάθανε έτσι κάνουμε”. Είναι μια καθολική παραδοχή, που αγγίζει τα όρια της βιολογικής εξάρτησης από τα ελαττώματα της φυλής μας, ώστε να συνεχίζουμε να αιτιολογούμε με τον πιο άκοπο τρόπο τις ανώριμες επιλογές μας.

Το «είμαστε Έλληνες» λοιπόν, σημαίνει πια κάτι διαφορετικό από αυτό που σήμαινε στις χρυσές περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Αποτελεί το τεκμήριο της αποβίβασής μας στο όχημα της αδιαλλαξίας, των λεονταρισμών, της καταστρατήγησης των νόμων, του εκβιαστικού εξαναγκασμού, της εξασθένισης της μνήμης μας, αλλά και την ιδεολογικοποίηση της ανωριμότητάς μας, της διάθεσής μας να συνεχίσουμε να κάνουμε τα πράγματα με τον ίδιο εύκολο τρόπο.
Είμαστε Έλληνες λοιπόν, άρα φύσεις που δεν χωρούν σε κανόνες, “πρέπει” και υποχρεώσεις και απεκδύονται τις αλλαγές όπως ο διάολος το λιβάνι. Γι αυτό και σκοτωνόμαστε κατά χιλιάδες στους δρόμους, μεγαλώνουμε παχύσαρκα παιδιά, προτιμούμε να κτίζονται πάρκινγκ στις πόλεις μας παρά πάρκα, καπνίζουμε αρειμανίως, θορυβούμε σαν βάτραχοι των πόλεων, παράγουμε τερατώδη ελλείμματα, διαγράφουμε τις κλήσεις μας, λοιδορούμε τους αντιπάλους μας και λαδώνουμε τους επίορκους υπάλληλους. Και όλες αυτές οι συμπεριφορές ταιριάζουν άριστα με το ιδιότυπο ελληνικό life style, μια μάσκα ιερή και ανέγγιχτη που κρύβει με περισσή ικανότητα την παντελή απουσία προσώπου.
Η επιστράτευση των βυτιοφορέων και των οχημάτων τους ήρθε ως μια ακραία κυβερνητική επιλογή που απαντά όμως σε μια μορφή κινητοποιήσεων που παράγει ακραίες κοινωνικές συνέπειες. Μια μορφή κινητοποιήσεων που μοιάζει να έρχεται από το μακρινό παρελθόν, κι όμως ανήκει ακόμα στον παρόντα χρόνο και εξακολουθεί να δημιουργεί παρακαταθήκες για το μέλλον. Για την κυβέρνηση τα κλειστά επαγγέλματα αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, καθώς ακολουθούν οι ΔΕΚΟ, το πιο «σκληρό σπυρί» της ελληνικής οικονομίας, εκεί όπου οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής θεωρείται όχι μόνο μη αποδεκτή αλλά και casus belli.
Οι ΔΕΚΟ αποτελούν το πραγματικό στοίχημα για την κυβέρνηση, κυρίως γιατί θα αναγκαστεί να συγκρουστεί τώρα με τους στρατούς βολεμένων, που εγκαθίδρυσαν τα δύο κόμματα της κυβερνητικής εναλλαγής στις παρυφές του κομματικού κράτους, ανθρώπους με ευκόλως κατακτημένα προνόμια, που δεν έχουν μάθει να προσεγγίζουν την πραγματικότητα με διαφορετικό τρόπο από την πλήρη ικανοποίηση των ολιστικών απαιτήσεών τους.

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Μαζί με τα κλειστά επαγγέλματα να ανοίξουν και οι κλειστοί ορίζοντές μας

Πρακτικά είναι αδύνατο να νιώσεις συναισθήματα αλληλεγγύης για κάποιον που σε χρησιμοποιεί ως μοχλό πίεσης για να εκβιάσει κυβερνήσεις. Κι αυτές οι ακρέες και αντικοινωνικές μορφές διεκδίκησης αιτημάτων, δικαιωμάτων, κεκτημένων προνομίων με την τόσο στενή αντίληψη της έννοιας του κλαδικού συμφέροντος είναι που κάνουν τελικά ατελέσφορη κάθε προσπάθεια συνολικής ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για μορφές κινητοποιήσεων που ουδεμία σχέση διαθέτουν με το διεθνώς κατοχυρωμένο ανθρώπινο δικαίωμα στην απεργία κι αυτό γιατί στο διάβα τους αναιρούν ένα σωρό άλλα ανθρώπινα δικαιώματα.

Αναφερόμαστε συχνά στην περίφημη κρίση θεσμών, μεταξύ αυτών και της δικαιοσύνης, αλλά ταυτόχρονα αρνούμαστε να αποδεκτούμε το αυτονόητο: ότι δηλαδή αυτό που ουσιαστικά περνάει κρίση είναι το αίσθημα δικαιοσύνης μέσα μας. Η ικανότητά μας να διακρίνουμε το δίκαιο από το άδικο έξω από τα πλαίσια του στενού επαγγελματικού μας συμφέροντος. Αυτό έχει σαν συνέπεια οι πολίτες να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να αποδεχτούν μεγάλες αδικίες, όταν αυτές σχετίζονται με αλλότρια συμφέροντα. Ο άνθρωπος είναι που περνάει κρίση και κατ επέκταση αυτή μεταφέρεται και στα δημιουργήματά του.

Στην Ελλάδα, το βόλεμα έγινε η μέγιστη αξία. Όποιο επάγγελμα κι αν εξασκούν οι άνθρωποι θέλουν να είναι ή να δείχνουν τακτοποιημένοι. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα η βολή φαντάζει πιο ελκυστική και από τον πλούτο. Έτσι, ακόμα και οι παθογένειές μας σχετίζονται με την επιθυμία μας να δείχνουμε βολεμένοι.
Αγοράζοντας αυτοκίνητα που δεν μπορούμε να συντηρήσουμε, αναλαμβάνοντας υποχρεώσεις που δεν μπορούμε να καλύψουμε, σκορπώντας όσο ελεύθερο χρόνο διαθέτουμε, ίσως και περισσότερο, σε χόμπι μεγαλοαστών του 19ου αιώνα (βλέπε τζόγο, αθλητικά θεάματα κτλ) τελικά δείχνουμε αυτό που θέλουμε να είμαστε.
Όλοι γύρω μας μοιάζουν τόσο τακτοποιημένοι, που αναρωτιέσαι σε πιο βαθμό μας έχει πλήξει πραγματικά η κρίση. Ένας άνεργος μπορεί να διαθέτει και να συντηρεί ακριβό αυτοκίνητο και μοτοσικλέτα, την ώρα που ένας μισθωτός των 700 ευρώ σχεδιάζει τις καλοκαιρινές του εξορμήσεις με το τροχόσπιτό του.

Οι προσπάθειες των παππούδων και των γονέων μας να μας δουν τακτοποιημένους φαίνεται ότι έπιασαν τόπο. Τουλάχιστον σε συμβολικό επίπεδο. Ίσως αν ήθελαν να μας δουν πιο εργατικούς και συνεπείς να γινόμασταν κι εμείς κάπως διαφορετικοί.

Έτσι, ακόμα κι αν δεν είμαστε κάτι ξέρουμε να το υποδυόμαστε. Τώρα που έφθασε όμως η ώρα να πρέπει να αποδείξουμε ότι αξίζουμε την εικόνα που διαθέτουμε, νιώθουμε τις κοινωνικές μεταβολές να μας ασκούν αφόρητες πιέσεις. Καταλαβαίνουμε ότι με τα ψέματα μπορούμε να ξεγελιόμαστε μόνο μεταξύ μας γιατί παραέξω επιβιώνεις μόνο με αλήθειες. Και το παραέξω έχει τεράστια σημασία σ ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Αυτές τις αλήθειες που πρέπει να αναδείξουμε για να ξεφύγουμε από την στενωπό της πολύπλευρης κρίσης, ονομάζουμε σήμερα απαισιοδοξία για το μέλλον.
Τα κλειστά επαγγέλματα υπήρξαν μια αντανάκλαση αυτής της λογικής.
Οι τρόποι δε με τους οποίους επέλεγαν κάποιες επαγγελματικές ομάδες να επιβάλλουν το δίκαιο που συνδεόταν με το στενό επαγγελματικό τους συμφέρον, διέλυσαν τελικά σε δεκάδες κομμάτια το εργατικό κίνημα και αφαίρεσαν πολύτιμη δύναμη από αυτούς που έτσι κι αλλιώς δεν κατείχαν διαπραγματευτική ισχύ.

Τώρα, έχει φθάσει για όλους η ώρα του ξεβολέματος. Του επαγγελματικού, του πνευματικού, του συναισθηματικού.

Μαζί με τα κλειστά επαγγέλματα πρέπει όμως να ανοίξουν και οι περιορισμένοι ορίζοντές μας, ώστε βγούμε από το καβούκι του βολεμένου, να ανταγωνιστούμε καλύτερους από εμάς, να βελτιωθούμε πολύπλευρα. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος που διαθέτουμε.

Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Κρίσιμο τεστ για την κυβέρνηση


Έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή όπου ακόμα και οι δοκιμασμένες συνταγές δεν σημειώνουν την ίδια επιτυχία που είχαν στο παρελθόν. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν είναι ακόμα ικανές να προκαλέσουν κάποιες συνέπειες με πολλαπλασιαστική μάλιστα ισχύ για το μέλλον.

Δεν θα αναφερθώ τόσο στον κλάδο του τουρισμού, που τον θεωρούμε, τρομάρα μας, ως την βαριά μας βιομηχανία, και που κάθε χρόνο τέτοια εποχή, τον κλαίμε τον μακαρίτη από κινητοποιήσεις σαν αυτή των φορτηγατζήδων που έχουν σαν στόχο την πρόσκαιρη ξεθεμελίωσή του για την επίτευξη συντεχνιακών και άλλων πολιτικών συμφερόντων.

Θα αναφερθώ όμως περισσότερο στους φουκαριάρηδες τους τουρίστες, που παίρνουν κάθε χρόνο τέτοια εποχή ένα αεροπλάνο ή ένα πλοίο για να έρθουν στη χώρα μας και να περάσουν λίγες ημέρες ξέγνοιαστες, μακριά από το άγχος της δικής τους καθημερινότητας και που ταλαιπωρούνται άδικα σε λιμάνια, αεροδρόμια και δρόμους από κάποιους κλάδους Ελλήνων επαγγελματιών που διαθέτουν ισχυρούς μοχλούς πίεσης και επιλέγουν πάντα την κατάλληλη εποχή για να πιέσουν την κοινωνία και κατ επέκταση την πολιτεία προς την εξυπηρέτηση των ανέγγιχτων συμφερόντων τους. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, λοιπόν, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πως είναι δυνατόν η χώρα που επέλεξαν να αφήσουν μέρος του εισοδήματός τους μεταξύ χιλιάδων άλλων υποψήφιων προορισμών να τους υποδέχεται μ αυτό τον τρόπο και γιατί σε γειτονικές χώρες, εργαζόμενοι με σαφώς χειρότερες αμοιβές από την Ελλάδα, δεν χρησιμοποιούν τον τουρισμό, για να αποσπάσουν από τις κυβερνήσεις τους περισσότερα οφέλη.

Πιθανολογώ ότι στο μυαλό τους δεν χωράει σαν πρακτική η απόφαση κάποιων ανθρώπων να στεγνώσουν την αγορά από καύσιμα και να δυσχεραίνουν τις μετακινήσεις την ώρα που βρίσκονται στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες και που οι Έλληνες ετοιμάζονται να ξεκινήσουν τις ολιγοήμερες διακοπές τους. Σ αυτές τις διαστάσεις δεν υπάρχει σαν πρακτική σε καμιά από τις χώρες τους, όπου το συνδικαλιστικό κίνημα καταφέρνει με λιγότερο ακραίες δράσεις να πετυχαίνει αυξήσεις εισοδημάτων και κατακτήσεις εργασιακών δικαιωμάτων που στην χώρα μας, των αδιάλειπτων κινητοποιήσεων, φαντάζουν υπερφυσικές.

Όμως, φυσικά, τα στενά συντεχνιακά συμφέροντα στην Ελλάδα πάντα ξέρουν τι κάνουν, πότε πρέπει να ενεργήσουν, και πώς να πιέσουν για να επιτύχουν τους στόχους τους.

Από την άλλη, η περίπτωση των οδηγών φορτηγών και βυτιοφόρων ΔΧ, που εκτός από την τυπική αποστασιοποίηση από την εργασία τους προχωρούν και στον αποκλεισμό των δεξαμενών, την ώρα που συνεχίζεται η ταλαιπωρία των επιβατών στα αεροδρόμια λόγω καθυστερήσεων στις πτήσεις που προκαλεί η λευκή απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, αποτελεί ένα δυνατό τεστ για την κυβέρνηση, η οποία έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά από ζητήματα που προκύπτουν για ορισμένους κλάδους με το νομοσχέδιο για την απελευθέρωση των εμπορευματικών οδικών μεταφορών.

Έτσι, οι απαντήσεις που καλείται να δώσει απέναντι στις αντιδράσεις των επαγγελματιών που θίγονται με την απελευθέρωση των μεταφορών θα πρέπει να συγκερνούν ένα αίσθημα αποκατάστασης ορισμένων αδικιών με την αποφασιστικότητα να μην υποκύπτει σε εκβιαστικές πρακτικές που χρησιμοποιούνται ως μοχλοί πίεσης που στραγγίζουν την οικονομία και αποδομούν την έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης. Τελικά, κάποιοι κλάδοι, που βολεύτηκαν όλα αυτά τα χρόνια, σ ένα μοντέλο οικονομίας που τους εξασφάλιζε εισοδήματα με τον μικρότερο δυνατό ανταγωνισμό, πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως πρέπει κάποια στιγμή να εφαρμοστούν και στην Ελλάδα, οι κανόνες λειτουργίας της αγοράς που ισχύουν σε όλες τις προηγμένες χώρες. Ώστε να δίδεται σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους η δυνατότητα να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους στο επάγγελμα της επιλογής τους.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Τα κλειστά επαγγέλματα και ο φόβος του ανταγωνισμού


Η συνδικαλιστική αντίληψη που θέλει τα συνδικάτα, που διαθέτουν μια άλφα δύναμη πυρός να αψηφούν προκλητικά το κοινωνικό σύνολο προκειμένου να επιτύχουν τις προσωπικές τους στοχεύσεις, οι οποίες μάλιστα στοιχειώνουν για τρεις και πλέον δεκαετίες τον μπούσουλα με τον οποίο πορεύεται προς το μέλλον η χώρα, μοιάζει σήμερα να συμμαζεύει άρον άρον τα τελευταία ξεφτίδια της, σε μια προσπάθεια τελικής ανασυγκρότησης.

Το στενό συντεχνιακό συμφέρον υπερίσχυε ανέκαθεν του εθνικού και όσοι είχαν αποκτήσει τη δύναμη να κρατούν ως όμηρο την οικονομία και την κοινωνία συνολικά, χρησιμοποιώντας τα όπλα που το κοινωνικό σύνολο τους εμπιστευόταν ως μοχλούς πίεσης, κατάφερνοντας να πετυχαίνουν τις μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις τους και να στέλνουν κατόπιν τον λογαριασμό στους υπόλοιπους Έλληνες, σήμερα μπαίνουν δικαιωματικά στο μικροσκόπιο της κοινωνικής κριτικής.

Αυτή όμως η αντίληψη μοιάζει αυτή τη στιγμή, που οι περισσότεροι Έλληνες πολίτες νιώθουν στην καθημερινότητά τους την αλλαγή, την έννοια της θυσίας και της υποβάθμισης του επιπέδου διαβίωσης, πράξη εχθρική και εντελώς ακατανόητη.

Φαίνεται πως τελικά κάποιοι κλάδοι αρνούνται πεισματικά να αποδεχθούν τα κελεύσματα των καιρών που απαιτούν όλο και περισσότεροι άνθρωποι να έχουν την δυνατότητα να ασχοληθούν με το επάγγελμα της επιλογής τους.
Δεν μπορεί πια να γίνεται αποδεκτή η απαίτηση ενός κύκλου επαγγελματιών να ορίζουν οι ίδιοι τις προδιαγραφές που απαιτούνται για να ασκήσει κάποιος το επάγγελμα που κάνουν. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον κλάδο των “φορτηγατζήδων” που πλήρωσαν χρυσάφι για κάποιες άδειες που σήμερα γίνονται κουρελόχαρτα και γι αυτό η κυβέρνηση πρέπει να ενσκήψει με προσοχή πάνω από το πρόβλημά τους. Αναφέρομαι σ ένα κανόνα χωρίς εξαιρέσεις. Που θέλει ομάδες ανθρώπων να μοιράζουν την τράπουλα, σύμφωνα με τα χαρτιά που έχουν στα χέρια τους. Αυτή η αντίληψη πρέπει να αλλάξει εδώ και τώρα. Ο συνδικαλισμός πρέπει να λειτουργήσει και στην Ελλάδα με τον αποτελεσματικό τρόπο που λειτουργεί στο εξωτερικό. Λαμβάνοντας υπόψιν το σύνολο, σεβόμενος τους υπόλοιπους παραγωγικούς κλάδους. Διότι τελικά μόνο η πολύπλευρη ανάπτυξη μιας οικονομίας μπορεί να εγγυηθεί την προοπτική των επιμέρους κλάδων.

Να ανοίξουν λοιπόν τα κλειστά επαγγέλματα, για να δημιουργηθούν περισσότερες δυνατότητες απασχόλησης και να επιβληθεί η αξιοκρατία μέσα από έναν υγιή ανταγωνισμό. Και παράλληλα να αναγκαστούν οι Έλληνες να εντρυφήσουν περισσότερο στα επαγγέλματά τους για να ανταποκριθούν σε μια νέα πραγματικότητα που απαιτεί σεβασμό για τον καταναλωτή και παροχή αξιόπιστων υπηρεσιών. Πρέπει επιτέλους να πάψουμε να φοβόμαστε τον ανταγωνισμό σ αυτή τη χώρα, γιατί είναι η μόνη πραγματικότητα διεθνώς που οδηγεί σε βελτίωση ικανοτήτων, έξαψη του ενδιαφέροντος και κατάκτηση στόχων.

Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Αίνιγμα διαρκείας

Καμιά φορά σκέφτομαι: Τον καημένο τον Χριστό. Περισσότερα προβλήματα του προκάλεσε η θεϊκή του φύση παρά η ανθρώπινη.

Το όραμα μιας σοβαρής, οργανωμένης χώρας


Τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα κατά το επόμενο χρονικό διάστημα είναι αρκετά μεγάλα και σύνθετα αλλά και παράλληλα αντιμετωπίσιμα. Σε μεγάλο βαθμό η απάντηση σε όλα αυτά βρίσκεται στην επιτακτική ανάγκη δημιουργίας ενός νέου κράτους και ενός νέου μοντέλου οικοδόμησης της οικονομίας στον ιδιωτικό τομέα, που θα οδηγήσει σε ανάπτυξη αναγνωρίσιμη και μετρήσιμη στην καθημερινότητα των πολιτών.

Και επειδή οι επιμέρους παράμετροι των παθογενειών του ελληνικού συστήματος είναι τόσες πολλές, ώστε να προκαλούν φυσιολογικά σε πρώτη ανάγνωση συναισθήματα παραίτησης και μοιρολατρίας στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου πρέπει να πούμε ότι καμιά φορά δεκάδες ή και εκατοντάδες προβλήματα μπορούν να λυθούν ταυτοχρόνως, απλώς και μόνο με την επιβολή μιας νέας συμπεριφοράς. Γιατί δυστυχώς δεν διαθέτουμε τον χρόνο που θα χρειαζόμασταν, ώστε να αντικαταστήσουμε με ήπιο και παιδευτικό τρόπο τις παρωχημένες, αντιπαραγωγικές και παρασιτικές νοοτροπίες δεκαετιών. Ένα χρόνο που διαθέτει άφθονο η νέα γενιά Ελλήνων που πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί από σχολείο και οικογένεια μ έναν τρόπο που θα αναδεικνύει την ατομική ευθύνη στον πυρήνα κάθε ενέργειας.

Όμως το πιο μεγάλο στοίχημα που καλείται πραγματικά να κερδίσει η χώρα δεν είναι άλλο από την εδραίωση της λογικής σκέψης στην καθημερινή πρακτική των πολιτών της.
Η μορφοποίηση του άκρατου συναισθηματισμού των Ελλήνων που για δεκάδες αιώνες στραγγάλιζε τον ορθολογισμό, παράγοντας ανώριμους ενήλικες, είναι το ζητούμενο.
Παράλληλα, η αισιοδοξία και η προοπτική πρέπει να οικοδομηθούν πάνω σε υπαρκτές βάσεις, καθώς είναι λογικό να αισιοδοξούμε όταν γνωρίζουμε ότι αυτή η χώρα εδώ και δεκαετίες τα καταφέρνει, βασιζόμενη απλώς σε μια ιδιαίτερα επιβαρημένη μειοψηφία συνεπών πολιτών.

Αν διευρυνθεί, λοιπόν, με δραματικό τρόπο η κλίμακα των ανθρώπων που αναλαμβάνουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο σύνολο, κι αν παράλληλα αλλάξει η παραβατική συμπεριφορά του δημοσίου τομέα απέναντι στους πολίτες μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα στη δημιουργία μιας σοβαρής, οργανωμένης μικρής χώρας σε σύντομο, μάλιστα, χρονικό διάστημα.

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Πρωτοποριακή καμπάνια


Μια πολύ φιλόδοξη καμπάνια, η οποία θα ενθαρρύνει τους πολίτες της χώρας να εγκαταλείψουν άμεσα τα δημόσια μέσα μεταφοράς και να χρησιμοποιούν για τις μετακινήσεις τους περισσότερο το αυτοκίνητό τους, διοργανώνει το ινδικό υπουργείο Μεταφορών.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΘΑΙΝΕΙ

Μια χαρά τα είπαμε
τσάμπα φοβηθήκαμε
το ξεπέρασες καλά
και τα πήγες μια χαρά
σαν παιδιά μιλήσαμε
κι ύστερα χωρίσαμε
κι όλα έγιναν παλιά
ξεχασμένα, μακρινά

Η αλήθεια πεθαίνει
μέσα σε πληγωμένες καρδιές
και το ψέμα που μένει
γίνεται αλήθεια όπως χάνεται στο χθες


Μια χαρά τα είπαμε
σαν ανταμωθήκαμε
χρόνια πέρασαν πολλά
μα το σώμα δεν ξεχνά
κι αν δεν ανοιχτήκαμε
φτάνει που βρεθήκαμε
και κατάλαβα ξανά
πως για μας είναι αργά


Η αλήθεια πεθαίνει
μέσα σε πληγωμένες καρδιές
και το ψέμα που μένει
γίνεται αλήθεια όπως χάνεται στο χθες

Η ΑΓΚΑΛΙΑ ΚΑΙ Η ΘΗΛΙΑ

Σαν τα ρόδα τα βρεγμένα όταν φεύγει η βροχή
στάζει ο έρωτας στο δέρμα μία λάμψη σκοτεινή
σαν ποτήρι ραγισμένο είναι πάντα οι χωρισμοί
σαν λαρύγγι διψασμένο για έναν άφραγκο μπεκρή

Τα δύο χέρια που με πνίγανε
κι αυτά που μ είχαν αγκαλιά
δείχνει πως ίδια χέρια είχανε
η αγκαλιά και η θηλιά

Σαν του έρωτα τη δάδα και της ζήλιας το κερί
για να νιώσεις τη λιακάδα, πρέπει η αγάπη να βραχεί
σαν το πλοίο του Δεκέμβρη σε μιαν άγονη γραμμή
που με λίγους ταξιδεύει είναι μάτια μου η ζωή

Τα δύο χέρια που με πνίγανε
κι αυτά που μ είχαν αγκαλιά
δείχνει πως ίδια χέρια είχανε
η αγκαλιά και η θηλιά

Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΕΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ

Η μεγαλύτερη αδικία της ζωής
δεν έφερε στον κόσμο επαναστάσεις
ν’ αγαπάς αλλά να μην αγαπηθείς
στο ίδιο νόμισμα οι δύο παραστάσεις


Η αγάπη δεν χρωστάει σε κανέναν
κι αυτό που σου χρωστάω θα το δώσω γενικά
σε κάποια άλλη ή και σε κανένα
και συ σε κάποιον άλλο θα το δώσεις τελικά


Η μεγαλύτερη αδικία της ζωής
δεν έβγαλε τον άνθρωπο στο δρόμο
να αγαπάς αλλά να μη τη συγκινείς
είναι το άδικο που κρύβεται στο νόμο


Η αγάπη δεν χρωστάει σε κανέναν
κι αυτό που σου χρωστάω θα το δώσω γενικά
σε κάποια άλλη ή και σε κανένα
και συ σε κάποιον άλλο θα το δώσεις τελικά

ΕΧΩ ΑΚΟΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΝΑ ΧΑΣΩ

Λένε πως ο έρωτας που πέρασε
ξεχνιέται οριστικά
μ’ έναν άλλο έρωτα και φεύγει
με μια άλλη αγκαλιά

Εχω ακόμα πράγματα να χάσω
γι αυτό και νιώθω δυνατός
θα αγαπήσω, θα το ξαναπεράσω
μέχρι να μείνω αδειανός

Λένε πως ο έρωτας που πέρασε
αφήνει τελικά
μια μικρή απότομη κι αόρατη
χαράδρα στην καρδιά

Έχω ακόμα πράγματα να χάσω
γι αυτό και νιώθω δυνατός
θα αγαπήσω, θα το ξαναπεράσω
μέχρι να μείνω αδειανός

ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΚΙ ΕΣΥ

Πώς θα ήταν η ζωή μου αν εκείνη τη Δευτέρα δε σε γνώριζα πώς θα ήτανε ψυχή μου τη χαρά με λάθος λέξεις θα την όριζα Ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ κι έχει γίνει η ζωή μου αγνώριστη ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ της καρδιάς μου παρέα αχώριστη Ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ σ’ ένα κόσμο που δεν ενδιαφέρεται ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ μια ψυχή που για μένα προσφέρεται Πώς θα ήτανε οι μέρες όπως ήτανε και πριν μικρές και άψυχες της ζωής μου οι Δευτέρες ήταν μέχρι και αυτήν σκληρές και άδικες

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Για μια αξιοπρέπεια ζούμε


Απεργία πείνας διαρκείας κήρυξε ο Πολ, το διάσημο χταπόδι-μάντης του Μουντιάλ της Ν. Αφρικής. Αιτία στάθηκε η πρόθεση των Γερμανών να τον βάλουν να επιλέγει την τροφή του από κουτιά που θα αναφέρονται στα ματς της ελληνικής Superleague.

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

ΕΣΥ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝΑ ΠΟΤΕ ΚΑΛΗ ΣΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Ξύπνησα απ’ το τηλέφωνο
σχεδόν εφτά η ώρα
μού’ πες πως θέλεις να με δεις
αν γίνεται και τώρα

Εσύ δεν ήσουνα ποτέ
καλή στα παραμύθια
γι αυτό και μού’ βαλες να πιω
την πιο πικρή σου αλήθεια

Ξύπνησα απ’ το τηλέφωνο
Δευτέρα με λιακάδα
συννέφιασε σαν τό’ κλεισα
ολόκληρη βδομάδα

Εσύ δεν ήσουνα ποτέ
καλή στα παραμύθια
γι αυτό και μού’ βαλες να πιω
την πιο πικρή σου αλήθεια

Ξύπνησα απ το τηλέφωνο
προτού να κουδουνίσει
και μάντεψα τα λόγια σου
προτού ξανά χτυπήσει

Εσύ δεν ήσουνα ποτέ
καλή στα παραμύθια
γι αυτό και μού’ βαλες να πιω
την πιο πικρή σου αλήθεια

ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙΣ ΣΤΟ ΚΕΛΙ

Ήμασταν καλά, όσο τουλάχιστον θυμάμαι
ήμασταν καλά, άσχημα δεν μπορώ να βρω
λόγια τρυφερά, σ’ ένα παρκάκι να γελάμε
όνειρα ξανά και τίποτα αληθινό

Επιστρέφεις στο κελί
του μυαλού μου σαν πουλί
που βαρέθηκε μονάχο να πετάει
σα μια σκέψη μακρινή
που κουράστηκε να’ ρθεί
σα φαντάρος που από άδεια γυρνάει

Γέλαγες πολύ, μ’ όλο το σώμα σου θυμάμαι
κι έψαχνα να βρω, παντού το γέλιο σου αυτό
μοιάζεις με φωνή που την ακούω και κοιμάμαι
και που την ξεχνώ όταν ξανά θα σηκωθώ

Επιστρέφεις στο κελί
του μυαλού μου σαν πουλί
που βαρέθηκε μονάχο να πετάει
σα μια σκέψη μακρινή
που κουράστηκε να’ ρθεί
σα φαντάρος που από άδεια γυρνάει

ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΠΟΤΕ

Να τελειώσει μ’ ένα τρόπο πιο καλό
να μου πεις θα σε θυμάμαι
να σου πω θα σ’ αγαπώ
μόνο αυτό θέλω από σένα
να μπορώ να σ’ αγαπώ

Ένα τέλος που δεν τελειώνει ποτέ
είναι ο χωρισμός μας
ένα τέλος που δεν τελειώνει ποτέ
δεν τελειώνει ποτέ

Να τελειώσει μ’ έναν τρόπο πιο γλυκό
να μου πεις πέρασα ωραία
ν’ απαντήσω και εγώ
μόνο αυτό θέλω από σένα
να μπορώ να σ’ αγαπώ

Ένα τέλος που δεν τελειώνει ποτέ
είναι ο χωρισμός μας
ένα τέλος που δεν τελειώνει ποτέ
δεν τελειώνει ποτέ

ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΑΚΙ

Ένα ταξιδάκι μού’ πες
πως θα κάνεις μακρινό
μ’ αεροπλανάκι για δουλειές
και πάω να τρελλαθώ
ένα ταξιδάκι δυο βδομάδες
μού’ πες το πολύ
κι ένιωσα παιδάκι
που του λείπει αγάπη και στοργή

Αχ, με κρατάει η θάλασσα
αχ, με κρατάει το νερό
τώρα που έφυγες μακριά
είναι το μόνο που ζητώ
αχ, κελαηδούνε τα πουλιά
αχ, κελαηδάει το νερό
αχ, όλα είναι μοναξιά
όταν δε βρίσκεσαι εδώ

Ένα ταξιδάκι μού’ πες
πως θα κάνεις κι απορώ
πόσο θα αντέξω μέχρι
επιτέλους να σε δω
ένα ταξιδάκι μού’ πες
πως θα κάνεις βαρετό
δίχως ενδιαφέρον θά’ ναι
και για μένα το παρόν

Αχ, με κρατάει η θάλασσα
αχ, με κρατάει το νερό
τώρα που έφυγες μακριά
είναι το μόνο που ζητώ
αχ, κελαηδούνε τα πουλιά
αχ, κελαηδάει το νερό
αχ, όλα είναι μοναξιά
όταν δε βρίσκεσαι εδώ

ΕΝΑ ΑΓΚΑΘΙ

Παίρνω την κιθάρα για να δω
αν αξίζει να σε νοσταλγώ
αν αξίζει πού’ σαι πάντα εδώ
ήμουνα σελίδα πιο λευκή
κι απ’ το χιόνι στην Ανταρκτική
κι έγινα βιβλίο σοβαρό

Ένα αγκάθι κάνει την καρδιά
να χτυπά δυνατά
δυο αγκάθια όμως είναι πολλά
είχα κι άλλο από παλιά

Ξύπναγες και ήσουνα λευκή
κουτουλούσες όλο το πρωί
και τα χείλη σου ήταν γυριστά
λίγο να ξεμπλέξεις το μαλλί
λίγη πρωινή γυμναστική
κι ύστερα επάνω στα γλυκά

Ένα αγκάθι κάνει την καρδιά
να χτυπά δυνατά
δυο αγκάθια όμως είναι πολλά
είχα κι άλλο από παλιά

ΕΛΠΙΖΩ ΠΑΛΙ Σ ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ

Ξαφνικά ένα Σάββατο δυο φωτιές με κερνάς
της καρδιάς το αθάνατο βουλοκέρι τραβάς
κι όσα λόγια δεν θά ξερες αν δεν είχαμε πιει
σαν παιδιά περιμάζεψες που γυρνούν στην βροχή

Μα ελπίζω πάλι σ ένα θαύμα
για να μη φοβηθείς απ αυτά που μπορείς
κι έχω ρίξει κάθε είδους φράγμα
σαν ποτάμι να ρθείς στη ζωή μου να μπεις

Ξαφνικά ένα Σάββατο το κουδούνι χτυπάς
σα λουλούδι αμάραντο ευωδιές κουβαλάς
λες μονάχα ότι βιάζεσαι μα δε λες που θα πας
την αγάπη μου σκιάζεσαι μα πολύ της κολλάς

Μα ελπίζω πάλι σ ένα θαύμα
για να μη φοβηθείς απ αυτά που μπορείς
κι έχω ρίξει κάθε είδους φράγμα
σαν ποτάμι να ρθείς στη ζωή μου να μπεις

“ΕΙΧΑ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΠΟΥ...”

Οι άντρες που δεν έχουν τί να πουν
δεν ξέρουνε συνήθως και ν’ ακούν
κι αυτό που θα τους έρθει στο μυαλό
θά’ ναι για κάποιο φίλο τους παλιό

Η φράση “είχα ένα φίλο που...”
είναι σημάδι άντρα βαρετού
που έχει όσους φίλους χρειαστεί
να απαντήσει σ’ ότι ειπωθεί

Οι άντρες που δεν έχουν τί να πουν
σ’ ότι κι αν έκανες αυτοί σου απαντούν
πως είναι κάποιος φίλος τους παλιός
που έκανε το ίδιο και αυτός

Η φράση “είχα ένα φίλο που...”
είναι σημάδι άντρα βαρετού
που έχει όσους φίλους χρειαστεί
να απαντήσει σ’ ότι ειπωθεί

ΕΙΣΑΙ ΜΙΑ ΚΟΚΚΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ

Όλο με ρωτάς
τι βρήκα σε σένα
και ξαναρωτάς
το ίδιο το θέμα
και σου εξηγώ
με δύο εικόνες
απ’ αυτές θαρρώ
που σπαν τους κανόνες

Είσαι μια κόκκινη γραμμή
πάνω σε μια λευκή σελίδα
σε μία νύχτα σκοτεινή
μία μικρή φωτοβολίδα

Ολο με ρωτάς
γιατί σ’ αγαπάω
και πως μ’ αγαπάς
γιατί δε ρωτάω
και σου εξηγώ
με δύο εικόνες
απ’ αυτές θαρρώ
που σπαν τους
κανόνες

Είσαι μια κόκκινη γραμμή
πάνω σε μια λευκή σελίδα
σε μία νύχτα σκοτεινή
μία μικρή φωτοβολίδα

ΕΙΣΑΙ ΕΝΑΣ ΠΟΝΟΣ

Από τη μέρα που σε είδα
πίστεψα μέσα μου βαθιά
ότι υπάρχει μια ελπίδα
μπροστά στα μάτια μου ξανά

Είσαι ένας πόνος που δε θέλω
να ξεχάσω
που με πληγώνει μα φοβάμαι
μη τον χάσω
είσαι ένας πόνος κι ότι έχω
και δεν έχω
είσαι ένας πόνος που με τρέφει
και τον τρέφω

Από τη μέρα που σε είδα
πέρασαν κιόλας δυο ζωές
έχεις το άγγιγμα του Μίδα
για να μαγεύεις τις στιγμές

ΕΙΜΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΟΥ

Τώρα η καρδιά μου
μοιάζει μ’ άδειο δρόμο
πριν απ’ το ξημέρωμα
και η μοναξιά μου
πάνω μου αρχίζει
ένα καλό σιδέρωμα

Είμαι το παιδί μου
είμ’ ο άνθρωπός μου
είμαι το σκυλί μου
και κάθε μου συγγένεια
είμαι όσα έχω
είμ’ ο εαυτός μου
κι η υπομονή μου
η μόνη μου οικογένεια

Τώρα η καρδιά μου
μοιάζει μ΄άδειο τρένο
που πηγαινοέρχεται
νύχτα γιατρειά μου
και το φως της μέρας
δύσκολα αντέχεται


Είμαι το παιδί μου
είμ’ ο άνθρωπός μου
είμαι το σκυλί μου
και κάθε μου συγγένεια
είμαι όσα έχω
είμ’ ο εαυτός μου
κι η υπομονή μου
η μόνη μου οικογένεια

ΕΓΩ ΚΑΙ ΕΣΥ

Αυτοί που μας ταξίδεψαν και μόνοι πίσω γύρισαν
μας έμαθαν τουλάχιστο το λίγο το ελάχιστο
αυτοί που μας αγάπησαν και γρήγορα μας άφησαν
μας μάθαν να αντέχουμε αυτό που δεν κατέχουμε

Εγώ και εσύ μας φτάνει για αρχή
εσύ και εγώ μας είναι αρκετό

Αυτοί που μας ξενύχτησαν και φεύγοντας μας ξύπνησαν
μας μάθαν το εφήμερο, το μάταιο, και το σύνορο
αυτοί που δεν κατάλαβαν και την ευθύνη ανάλαβαν
μας μάθαν το αυτονόητο, πως γίνεται αδιανόητο

Εγώ και εσύ μας φτάνει για αρχή
εσύ και εγώ μας είναι αρκετό

Ε ΚΑΛΑ Μ ΑΓΑΠΑΣ!

Ε καλά σ αγαπώ, σου τό πα και χθες, γιατί το σπαταλάς
ε καλά θα στο πω, μα δε θά ναι όπως και χθες, γιατί σήμερα ρωτάς!

Σ αγαπώ μα βαριέμαι θανάσιμα μωρό μου τελευταία
σ αγαπώ μα μου λείπουν το γήπεδο η μπάλα κι η παρέα
σ αγαπώ μα θα άντεχα να μείνω λιγάκι μακριά σου
σ αγαπώ και στο λέω απ το βάθος απ το βάθος της καρδιάς σου

Ε καλά μ αγαπάς,μου τό πες και χθες, γιατί ξαναγυρνάς
ε καλά μη ξεσπάς, μια κουβέντα μου θες, πριν μου είπες μ αγαπάς

Μ αγαπάς μα βαριέσαι θανάσιμα μωρό μου τελευταία
μ αγαπάς μα σου λείπουν τα όνειρα ο μπαμπάς σου κι η παρέα
μ αγαπάς μα θα άντεχες να μείνεις λιγάκι μακριά μου
μ αγαπάς και το λες από το βάθος από το βάθος της καρδιάς μου

ΔΥΟ ΠΑΚΕΤΑ ΜΟΝΑΞΙΑ

Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι
φτιαγμένοι για παρέα
δεν ήρθαν όλοι στη ζωή
για να περνούν ωραία
αρκούνται με τα λίγα τους
και με τον εαυτό τους
και μόνο για προσχήματα
ψάχνουν τον άνθρωπό τους

Δύο πακέτα μοναξιά
καπνίζω την ημέρα
δύο πακέτα απ’ τα βαριά
θολώνουν τον αέρα
διάλεγα πάντα από μικρός
όλο την ίδια μάρκα
και τις φουρτούνες πέρναγα
μονάχος σε μία βάρκα

Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι
φτιαγμένοι για αγάπη
δεν ήρθαν όλοι στη ζωή
να μοιραστούνε κάτι
κι αν φαίνονται παράξενοι
απότομοι και ξένοι
είναι γιατί τους ζήλεψαν
πολύ οι δεσμευμένοι

Δύο πακέτα μοναξιά
καπνίζω την ημέρα
δύο πακέτα απ’ τα βαριά
θολώνουν τον αέρα
διάλεγα πάντα από μικρός
πάντα την ίδια μάρκα
και τις φουρτούνες πέρναγα
μόνος σε μία βάρκα

ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ

Και από μένα ακόμα
το κρατάω κρυφό
κι αν πληγώνει το στόμα
δεν μπορώ να το πω

Διάβασε τα μάτια μου
μήπως καταλάβεις
κι ότι θέλω να σου πω
μου το επαναλάβεις

Το κρυφό μου σ’ αγαπώ
το κρυφό σε θέλω
που όσο δεν μπορώ να πω
τόσο υποφέρω

Και το κρύβω στο σώμα
κι ας μου κάνει κακό
ένα λάθος ακόμα
ένα πάθος σκληρό

Διάβασε τα μάτια μου
μήπως καταλάβεις
κι ότι θέλω να σου πω
μου το επαναλάβεις

Το κρυφό μου σ’ αγαπώ
το κρυφό σε θέλω
που όσο δεν μπορώ να πω
τόσο θα υποφέρω

ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ

Δεν έλεγε ποτέ της “δεν πειράζει”
και τώρα το πληρώνει και γκρινιάζει
δεν έβρισκε ποτέ στην ατυχία
του άλλου έστω κάποια απειρία

Τα λάθη αυτά που κάνουνε οι άλλοι
είναι για μας μας μεγάλες ευκαιρίες
να δείξουμε υπομονή μεγάλη
κι αυτοί με τη σειρά τους
στις δικιές μας ατυχίες

Δεν έβρισκε ποτέ ελαφρυντικά
και έκρινε τον άλλον βιαστικά
με ύφος και με τρόπο δικαστή
δεν άργησε γι αυτό να δικαστεί

Τα λάθη αυτά που κάνουνε οι άλλοι
είναι για μας μας μεγάλες ευκαιρίες
να δείξουμε υπομονή μεγάλη
κι αυτοί με τη σειρά τους
στις δικιές μας ατυχίες

ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΩ

Εμείς χωρίσαμε γιατί
δε μας αφήσανε μαζί
οι άλλοι κι οι συνθήκες
η ιστορία μας γνωστή
χιλιοπαιγμένη στη ζωή
σε έψαχνα, με βρήκες

Δε ξεχνάς και δε ξεχνάω
μ’ αγαπάς και σ’ αγαπάω

Ταιριάξαμε τόσο καλά
όμως μας άλλαξαν μυαλά
άνθρωποι που ζηλεύαν
εμείς δεν είχαμε κενά
αλλά μας έκαναν ζημιά
αυτοί που περισσεύαν

Δε ξεχνάς και δε ξεχνάω
μ’ αγαπάς και σ’ αγαπάω

ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ

Για το επίδομα που δίνει η μοναξιά μου
εγώ θα πρέπει πάλι να σ ονειρευτώ
σαν το μυρμήγκι που γεμίζει την καρδιά μου
για το χειμώνα που θα έρθει το σκληρό
και για την άνοιξη που ονειροπολούσες
όπως η μέλισσα επάνω στο φτερό
σαν το αστέρι του Φλεβάρη με κοιτούσες
σαν πειρατής μού χες κουρσέψει το μυαλό

Είν άλλο πράγμα να βιώνεις την αγάπη
κι άλλο να ζεις με αφηγήσεις και ρετρό
αλλο για έρωτα να λιώνεις και για χάδι
κι άλλο σαν φίλος ν αγαπήσεις στον αφρό
είν άλλο πράγμα να θυμάσαι και να φεύγεις
κι άλλο να ζεις με αναμνήσεις στο μυαλό
στο πρώτο χαίρεσαι, λυπάσαι, μα ξεφεύγεις
στο άλλο δεν μπορείς να ζήσεις, δεν μπορώ


Απ της καρδιάς μου τα θλιμμένα μονοπάτια
ένα μονάχα περισσότερο αγαπώ
αυτό που μ έβγαζε στων φόβων μου τα βράχια
για να κοιτάζω ένα καράβι στο βυθό
ένα καράβι πού χα στείλει φορτωμένο
μ αυτά που ήθελα από χρόνια να σου πω
μ έναν ξενύχτη καπετάνιο μεθυσμένο
να το βυθίσει πριν τον φάρο σου να δω

ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Όταν μου ζήτησες να βγούμε
εγώ το πήρα στα ζεστά
και νόμιζα θα μοιραστούμε
όσα μας έτυχαν μετά

Άρχισες πρώτη την κουβέντα
να θυμηθούμε τα παλιά
έβγαλες και μαστίχα μέντα
να μου θυμίσεις τα φιλιά

Δεν έχω αναμνήσεις μάτια μου
τα ξέχασα εκείνο το Σαββάτο
δεν έχω αναμνήσεις μάτια μου
τα ξέγραψα και πήγα παρακάτω

Όταν μου ζήτησες γελώντας
να βγούμε δεύτερη φορά
μ έπιασε έρωτας κι ιδρώτας
μα το ξεπέρασα με υγρά

Έμαθες μόνος ότι μένω
κι αυτό σου φάνηκε τρελό
νόμισες έχω απωθημένο
και στο ντουλάπι σκελετό

Δεν έχω αναμνήσεις μάτια μου
τα ξέχασα εκείνο το Σαββάτο
δεν έχω αναμνήσεις μάτια μου
τα ξέγραψα και πήγα παρακάτω

ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΓΥΡΙΣΜΟ

Ένα ακόμα αντίο
ένα ακόμα “μείνε εδώ”
που πέθανε στο κρύο
χάλασε το ηχείο
ένα ακόμα σ’ αγαπώ
που ακούστηκε αστείο

Σιωπηλά, δεμένοι
με μια κόκκινη κλωστή
πιο μεγενθυμένη
εραστές μα ξένοι
στης αγάπης την αυγή
τόσο νυχτωμένοι

Δεν έχει γυρισμό
γιατί σε αγαπώ
βαθιά σου όταν βουτάω
δεν ξέρω πώς να βγω
δεν έχει γυρισμό

Φίλα με στα μάτια
όπως φιλάει ο βοριάς
μπρος στα σκαλοπάτια
μαζεψ ‘ τα κομμάτια
δεν είσαι τ όνειρο καμιάς
τύχης η πραμάτεια

Μύρισε το χώμα
του ξημερώματος πνοή
άγγιξε το σώμα
μη μιλάς ακόμα
το τελευταίο μας φιλί
έχει μαύρο χρώμα

Δεν έχει γυρισμό
γιατί σε αγαπώ
βαθιά σου όταν βουτάω
δεν ξέρω πώς να βγω
δεν έχει γυρισμό

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ

Όσα αντίο και να πούμε
δεν φτάνουν, δεν αρκούνε
δεν είναι οριστικά
όσες φορές κι αν ορκιστούμε
τους όρκους μας πατούμε
για άλλη μια φορά

Δεν είναι αγάπη, δεν είναι έρωτας
αυτό το μονοπάτι
είναι ο φόβος του καινούριου τελικά
δεν είναι αγάπη, δεν είναι έρωτας
αυτό το μονοπάτι
είναι ο φόβος να αισθανθούμε μοναξιά

Όσα “χωρίζουμε” κι αν πούμε
τα λέμε για ν’ακούμε
τελείως τυπικά
όσα ναυάγια κι αν δούμε
γυρίζουμε και ζούμε
εκεί που ναυαγήσαμε ξανά


Δεν είναι αγάπη, δεν είναι έρωτας
αυτό το μονοπάτι
είναι ο φόβος του καινούριου τελικά
δεν είναι αγάπη, δεν είναι έρωτας
αυτό το μονοπάτι
είναι ο φόβος να αισθανθούμε μοναξιά

ΔΕΚΑ ΛΕΠΤΑ ΤΑΙΝΙΑ

Δε σε βλέπω άλλο πια
μες στην ίδια γειτονιά
κι έχεις εξαφανιστεί
δε συχνάζεις πουθενά

Ητανε μια Κυριακή
τόσο διαφορετική
που μιλήσαμε ξανά
μα δε κράτησε πολύ

Ομορφη μέρα, μια Κυριακή
και μια Δευτέρα, σα φυλακή

Δέκα λεπτά ταινία
τριάντα διαφημίσεις
με μια ψυχολογία
βγαλμένη απ’ τις ειδήσεις
μετά τους φόνους μόδα
μαγειρική και αίμα
χρειάζομαι μια σόδα
μα πιο πολύ εσένα

Δεν σε βλέπω άλλο πια
κι έχω πάρει δυο κιλά
μού χεις κάψει το «εγώ»
και το μεταβολισμό

Θα το κάνω κι ότι βγει
θα σε ψάχνω μια ζωή
θα γυρίσω σαν αυγή
πόρτα-πόρτα όλη τη γη

Ομορφη μέρα, μια Κυριακή
και μια Δευτέρα, σα φυλακή

ΔΕ ΣΥΜΜΑΖΕΥΕΣΑΙ

Θέλεις έναν χωροφύλακα
να μετράει τα βήματά σου
να ελέγχει τα σκιρτήματα
της αχόρταγης καρδιάς σου

Θέλεις ένα χωροφύλακα
να σε πάρει κατατόπι
τα αμαρτήματά σου φύλαχτα
γιατί μίκρυναν οι τόποι


Θέλω για την άδειά σου
να γνωρίζω που θα μείνετε
και ρουφιάνο στην καρδιά σου
να μου λέει εκεί τι γίνεται

Θέλεις έναν πεισματάρη
να σου λέει πως θα φύγει
ένα αγύριστο κεφάλι
που ότι πει αυτό θα γίνει

Θέλεις ένα πεισματάρη
σ όλα να’ χει αντιρρήσεις
να κοιτάζεις το φεγγάρι
και να θέλεις να τον βρίσεις


Θέλω για την άδειά σου
να γνωρίζω που θα μείνετε
και ρουφιάνο στην καρδιά σου
να μου λέει εκεί τι γίνεται

ΔΕ ΣΟΥ ΚΡΑΤΩ ΚΑΚΙΑ

Δε σου κρατώ κακία
γι αυτά πού’ χω περάσει
σ’ αυτήν την αδικία
δεν έχω ακόμα φτάσει

Δε σου κρατώ κακία
για λόγια που πονάνε
δεν έγραψα ιστορία
μα αξίζει ότι θυμάμαι

Δε σου κρατώ κακία
και δε ζητώ ευθύνη
εγώ για σένα νιώθω
μονάχα ευγνωμοσύνη
κι αν μ’ έχεις μαχαιρώσει
δε σου ζητώ ευθύνη
πεθαίνοντας σου έχω
ακόμα εμπιστοσύνη

Δε σου κρατώ κακία
γι αυτά πού’ χεις ξεχάσει
με τόση ευκολία
που μ’ έχεις ξεπεράσει

Δε σου κρατώ κακία
για τις περιπλανήσεις
ο δρόμος έχει αξία
μεγάλη αν τον γνωρίσεις

Δε σου κρατώ κακία
και δε ζητώ ευθύνη
εγώ για σένα νιώθω
μονάχα ευγνωμοσύνη
κι αν μ’ έχεις μαχαιρώσει
δε σου ζητώ ευθύνη
πεθαίνοντας σου έχω
ακόμα εμπιστοσύνη

ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΨΕΜΑ ΣΟΥ

Μισή ζωή χωρίσαμε στα δύο
και πήρε ο καθένας το μισό
ο έρωτας δε μπαίνει σε αρχείο
μα κράτησα για να σε νοσταλγώ

Αυτό το τελευταίο ψέμα σου
που άναψε τα αίματα
ήτανε ένα άδειο βλέμμα σου
που’ κρυβε χίλια ψέματα

Δύο καρδιές χωρέσανε σε μία
χτυπούσανε μαζί αρμονικά
πως έδεσε αγάπη και φιλία
μα πάντα θα θυμάμαι τελικά

Αυτό το τελευταίο ψέμα σου
που άναψε τα αίματα
ήτανε ένα άδειο βλέμμα σου
που’ κρυβε χίλια ψέματα

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΦΕΡΝΕΙ Η ΖΩΗ

Πρέπει να σέβεσαι πολύ
αυτό που φέρνει η ζωή
να το κοιτάζεις στην ψυχή
είτε σ αρέσει είτε μη

Να τo αγαπάς, να το μισείς
όμως να μην αδιαφορείς
να το θυμάσαι κι όταν έχεις
κι όταν ακόμα είσαι ευτυχής

Αν αφήσεις μιαν αγάπη
σαν βιβλίο στη γωνιά
τη συνέχεια της θα μάθεις
από άλλον τελικά

Πρέπει να σέβεσαι πολύ
αυτό που εύκολα θα ρθεί
να το προσέχεις σαν μωρό
σαν ένα δώρο απ το θεό

Για να’ χουν κάποιοι υπομονή
όταν το όνειρο αργεί
πρέπει να είναι ταπεινός
ο πλούσιος και ο τυχερός

Αν αφήσεις μιαν αγάπη
σαν βιβλίο στη γωνιά
την συνέχεια της θα μάθεις
από άλλον τελικά

ΑΥΤΗ Η ΝΥΧΤΑ ΣΕ ΠΑΛΙΩΝΕΙ

Ρουφούσες σε μιαν άκρη ένα τσιγάρο
στη στάση με παρέα έναν φαντάρο
που γύριζε απόψε από την άδεια
και σού’ λεγε για κάτι κρύα βράδια

Και έσκυψε στο χώμα το κεφάλι
όπως το σκύβουν όλοι οι φαντάροι
που δεν μπορούν να δουν μέσα απ’ τα χιόνια
πως ζούνε τα καλύτερά τους χρόνια

Eίναι μια άσκηση της υπομονής
είναι μια στάση για τσιγάρο της ζωής
είναι στιγμές που θα ζητάς να θυμηθείς
είναι μονάχα κάτι που άξιζε να δεις


Η νύχτα που του έβαλε το φέσι
να πρέπει μπρος στα μάτια του να πέσει
σαν είναι στη σκοπιά δεν ξημερώνει
αυτή η νύχτα όμως τον παλιώνει

Και έσκυψες στο χώμα το κεφάλι
όπως το σκύβουν όλοι οι φαντάροι
που δεν μπορούν να δουν μέσα απ’ τα χιόνια
πως ζούνε τα καλύτερά τους χρόνια



Eίναι μια άσκηση της υπομονής
είναι μια στάση για τσιγάρο της ζωής
είναι στιγμές που θα ζητάς να θυμηθείς
είναι μονάχα κάτι που άξιζε να δεις

ΑΠΟΨΕ ΤΟ ΚΟΡΜΙ ΜΟΥ ΥΠΟΨΙΑΖΕΤΑΙ

Απόψε το μυαλό μου έχει ανάγκη
κάθε λέξη σου
με βγάζει απ’ το ρυθμό μου
παραλυμένο από τη σκέψη σου

Απόψε η καρδιά μου έχει
στο βάθος της πανσέληνο
και το διπλό κρεβάτι
μοιάζει στρατόπεδο στην έρημο

Απόψε το κορμί μου υποψιάζεται
πως ίσως κάπου, κάπως σε μοιράζεται
απόψε το κορμί μου σε χρειάζεται
στις νύχτες τις κενές που θυσιάζεται

Απόψε το μυαλό μου έχει βαλθεί
να βασανίζεται
αντί να σου πεισμώνει
σ’ όλες τις τρέλες σου χαρίζεται

Απόψε η καρδιά μου έχει
στο βάθος της πανσέληνο
και το διπλό κρεβάτι
μοιάζει στρατόπεδο στην έρημο


Απόψε το κορμί μου υποψιάζεται
πως ίσως κάπου, κάπως σε μοιράζεται
απόψε το κορμί μου σε χρειάζεται
στις νύχτες τις κενές που θυσιάζεται

ΑΝ ΠΟΤΕ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ

Εμείς οι δυο αναστήσαμε
ένα παιδί γλυκό
και μόλις το βαφτίσαμε
το αφήσαμε ορφανό
Εγώ το είπα διάλειμμα
κι εσύ οριστικό
μα τελικά το είπαμε
κι οι δυο μας χωρισμό

Αν ποτέ τον συναντήσεις
τον μικρό μας χωρισμό
καραμέλες να του αφήσεις
γιατί πέντε είναι χρονών

Εμείς οι δυο γεννήσαμε
ένα μικρό θεό
σε ίδρυμα τον κλείσαμε
μακριά από αδελφό
Πρωτότοκος ο έρωτας
κι η αγάπη το μικρό
πεθάναν και μας άφησαν
γονιούς στον χωρισμό

Αν ποτέ τον συναντήσεις
τον μικρό μας χωρισμό
καραμέλες να του αφήσεις
γιατί πέντε είναι χρονών

ΑΝ ΜΕ ΡΩΤΑΣ

Στου μυαλού μου το χάρτη
μεθυσμένος γυρνώ
για να βρω μία άκρη
κάτι για να σου πω
βλέπω γύρω μου σχέσεις
που αντέχουν πολύ
μόνο με υποσχέσεις
δε γεννιέται στοργή

Αν με ρωτάς τι έφταιξε
και φτάσαμε σε τούτο το σημείο
εγώ μονάχα θα σου πω
πως έφταιξε ο ένας απ’ τους δύο

Δεν αντέχω να βλέπω
να μην ξέρεις τi θες
και να ξέρω όταν φεύγω
μοναχή σου πως κλαις
ίσως όλα αλλάξουν
όταν συγκεντρωθείς
και οι φόβοι να πάψουν
την αγάπη μου αν δεις

Αν με ρωτάς τι έφταιξε
και φτάσαμε σε τούτο το σημείο
εγώ μονάχα θα σου πω
πως έφταιξε ο ένας απ’ τους δύο

ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ

Το κακό έχει όρια
κι η ζωή αντοχές
κι όταν στενεύουνε πολύ τα περιθώρια
βρίσκεις δυνάμεις
που δεν είναι λογικές

Μην ξεχνάς να υποψιάζεσαι
και να ξέρεις πού τραβάς
για να μη παραμυθιάζεσαι
πρέπει πρώτα να ρωτάς

Όλα θα πάνε καλά
όλα θα πάνε καλά
όλα θα πάνε καλά
όλα θα πάνε καλά

Η αρχή είναι αύριο
η αρχή είναι τώρα
κι ότι δεν έφερε
ολόκληρη ζωή
μπορεί να έρθει
στην επόμενη στιγμή

Μην ξεχνάς να υποψιάζεσαι
και να ξέρεις πού τραβάς
για να μη παραμυθιάζεσαι
πρέπει πρώτα να ρωτάς

Στην άκρη του δρόμου που τρέχει



Πίνακας: Leyla Munteanu

Το καλό και το κακό
θα υπάρχουνε μαζί
στον αγώνα του αιώνιου αντιπάλου
το καλό και το κακό
θα υπάρχουνε μαζί
σαν απόδειξη κι εξήγηση του άλλου

Στην άκρη του δρόμου που τρέχει να μείνεις
μονάχα η ζωή θα σου πει τι θα γίνεις
να ψάξεις βαθιά σου να βρεις ηρεμία
να βγεις απ’ το πλήθος, ν’ αλλάξεις πορεία

Το καλό και το κακό
είναι πόρτες πλαϊνές
που ανοίγουνε η μια πάνω στην άλλη
το καλό και το κακό
είναι δυο επιλογές
που δεν έχουνε απόσταση μεγάλη


Στην άκρη του δρόμου που τρέχει να μείνεις
μονάχα η ζωή θα σου πει τι θα γίνεις
να ψάξεις βαθιά σου να βρεις ηρεμία
να βγεις απ’ το πλήθος, ν’ αλλάξεις πορεία

Σταχτοπούτα

Πρίγκιπες μη ψάχνεις κάτω από τ αστέρια
πάρε σταχτοπούτα τη ζωή στα χέρια
κάνε χίλια λάθη, δες μες στα διδάγματα
και θα έχεις μάθει χίλια νέα πράγματα

Αχ το σ αγαπώ αυτό που εύκολα θα πούμε
σημαίνει περισσότερα απ όσα εννοούμε
αχ το σ αγαπώ αυτό που εύκολα τ ακούμε
σαν τρύπιο είναι σωσίβιο βαθιά σαν κολυμπούμε

Λέξεις και λογάκια που σε κολακεύουν
είναι τα γοβάκια που δεν σε στενεύουν
πάρε σταχτοπούτα τη ζωή στα χέρια
βγάλε απ την ψυχή σου χάδια και μαχαίρια

Αχ το σ αγαπώ αυτό που εύκολα θα πούμε
σημαίνει περισσότερα απ όσα εννοούμε
αχ το σ αγαπώ αυτό που εύκολα τ ακούμε
σαν τρύπιο είναι σωσίβιο βαθιά σαν κολυμπούμε

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010

Ιεραρχία στον στρατό


Ακόμα θυμάμαι με νοσταλγία την πρώτη ημέρα στο στρατό. Τότε που ο επιλοχίας μας έβαλε σε μια αίθουσα για να μας μάθει την ιεραρχία στο Σώμα.

Θυμάμαι: Στρατιώτης, υποδεκανέας, δεκανέας, λοχίας, επιλοχίας, ανθυπασπιστής, ανθυπολοχαγός, υπολογαχός, λοχαγός, αντισυνταγματάρχης, συνταγματάρχης, αντιστράτηγος, στρατηγός.

Ύστερα μας πήρε μέσα στο θάλαμο ένας παλιός φαντάρος για να μας μάθει την ιεραρχία των στρατιωτών:

Ψωμί, ψάρι, ψαράς, ψάρακλας, ψαρούκλα, νιάτο, νέος, γκριζομάλλης, μεσήλικας, παλιός, παλαίουρας, πάλιουρας, παλαιός, Λάζαρος, ζόμπι, χώμα.